Δανάη Στράτου: Πάνω στη γη κάτω από τα σύννεφα της Ελευσίνας
Χώματα ανασκαμμένα, εκατοντάδες κεραμικά πιθάρια που περιμένουν να τοποθετηθούν σε τρύπες σκαμμένες στο έδαφος, δίνουν την εικόνα εργοταξίου στο χώρο του Παλιού Ελαιουργείου, στην παραλία της Ελευσίνας, θυμίζοντας κάπως τις παλιότερες χρήσεις του συγκροτήματος, πριν η αποβιομηχάνιση οδηγήσει στη σιωπή αυτό το κομμάτι της ιστορίας της πόλης και πριν η χρήση του ως έδρας των Αισχυλείων, του σημαντικού πολιτιστικού φεστιβάλ που διοργανώνει με επιτυχία κάθε καλοκαίρι και φθινόπωρο η δημοτική αρχή, του προσφέρει μια δεύτερη ζωή…
Τι σας οδήγησε στην Ελευσίνα;
Είναι ένας πολύ ιδιαίτερος τόπος, με πλούσια ιστορική, κοινωνική και πολιτική διαστρωμάτωση, που ξεκινά από την αρχαιότητα και φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Έτσι, άρχισα την έρευνα από τον αρχαιολογικό χώρο, συζητώντας με την αρχαιολόγο Καλλιόπη Παπαγγελή. Έναυσμα για το έργο ήταν ο μύθος της Δήμητρας και της Περσεφόνης, δηλαδή η ιδέα του Πάνω και Κάτω Κόσμου. Αναρωτήθηκα αν θα μπορούσα να δημιουργήσω ένα νοητό επίπεδο που να διέπει τον χώρο σε όλο το Παλιό Ελαιουργείο και να ξεχωρίζει τον Πάνω από τον Κάτω Κόσμο. Ιδανικά, θα ήθελα να είναι κάτι σαν το νερό, που δημιουργεί έναν ορίζοντα.
Η έρευνά σας περιορίστηκε στην αρχαία Ελευσίνα;
Η έρευνα άρχισε το 2015, στην πόλη, με πολλούς τρόπους: περπατώντας, οδηγώντας, βγάζοντας φωτογραφίες και μιλώντας με ανθρώπους. Με ενδιέφερε η βιομηχανική ζώνη, από τις μεγαλύτερες στην Ελλάδα, αλλά και η προσφυγική συνοικία, των ανθρώπων που ήρθαν από τη Μικρασία το 1922 και στήριξαν με τη δουλειά τους τη βιομηχανία.
Το καλοκαίρι του 2016, ένα νέο κύμα προσφύγων, από τη Συρία, έφερε ξανά ανθρώπους δίπλα στην πόρτα μας, με όλες τις τραγικές εικόνες που συνόδευαν τη φυγή τους. Η εξέλιξη αυτή με πάγωσε. Σκεφτόμουν ότι η ζωή ξεπερνάει την τέχνη και αναρωτιόμουν τι ρόλο μπορεί να παίξει σε μια εποχή ανθρωπιστικής κρίσης. Κατέληξα πως ο ρόλος του έργου τέχνης είναι διαφορετικός, να φωτίσει τις καταστάσεις αυτές για τους ανθρώπους του σήμερα, κάνοντάς μας πιο συνειδητούς πολίτες, αλλά και για τον ιστορικό του μέλλοντος, αφού μέσα από την τέχνη κάθε εποχής αντανακλάται η κοινωνία της.
Πώς σας βοήθησε αυτή η σκέψη να προχωρήσετε;
Αποφάσισα να χρησιμοποιήσω το κεραμικό αγγείο, που είναι μια φόρμα που κουβαλά τη ζωή και τον θάνατο.
Ποια ήταν τα επόμενα βήματα για τη μορφοποίηση της ιδέας αυτής;
Ένα δεύτερο κλειδί ήταν η φόρμα του πιθαριού, που χρησιμοποιώ στην εγκατάσταση. Σε κάποια ανασκαφή εδώ ανακαλύφθηκαν δύο τάφοι, με πιθάρια που περιείχαν τα οστά δύο μωρών. Ήταν, κατά κάποιον τρόπο, μια επιστροφή στην προστασία της μήτρας. Αποφάσισα να χρησιμοποιήσω το κεραμικό αγγείο, που είναι μια φόρμα που κουβαλά τη ζωή και τον θάνατο. Γιατί ο μύθος της Δήμητρας και της Περσεφόνης και τα Ελευσίνια Μυστήρια έχουν να κάνουν ακριβώς με τη συμφιλίωση με τον κύκλο της ζωής και του θανάτου. Το πιθάρι είναι το ιδανικό δοχείο που φέρει εντός του αυτήν την ιδέα.
Ποια είναι η συγκεκριμένη μορφή που προέκυψε τελικά από αυτές τις επεξεργασίες;
Κατασκευάσαμε στην Κρήτη χίλια χειροποίητα αγγεία, πάνω σε δικό μου σχέδιο, γιατί θέλησα να είναι όσο πιο κοντά γίνεται στα αρχαιοελληνικά. Στη συνέχεια δημιουργήσαμε μια διαδρομή μέσα στο Παλαιό Ελαιουργείο που δεν έχει ξαναχρησιμοποιηθεί. Ξεκινάει από το βάθος, από μια μικρή πόρτα, τελείως άλλης κλίμακας από τα τεράστια βιομηχανικά ανοίγματα του κτιρίου, γύρω από την οποία δημιουργείται ένας χώρος απ’ όπου ξεκινάνε τα πιθάρια. Κατευθύνονται προς τους εξωτερικούς χώρους, πίσω από το θέατρο, ανάμεσα σε τεράστιες δεξαμενές, και οδηγούν προς τη θάλασσα, σε μια έξοδο που επίσης δεν έχει ξαναχρησιμοποιηθεί.
Μπαίνοντας από τη μικρή πόρτα και τον αρχικό σκεπασμένο και σκοτεινό χώρο, ο επισκέπτης βγαίνει προς τα έξω μέσα από μια στενή διαδρομή, ανάμεσα στα πιθάρια που είναι μισοθαμμένα στο έδαφος, δημιουργώντας ένα σώμα που οδηγεί προς τη θάλασσα, ανοίγοντας σαν το δέλτα ενός ποταμού. Φανταστείτε ένα ποτάμι από πιθάρια, γεμάτα μέχρι το χείλος τους με νερό, μαύρα στο εσωτερικό, ώστε στην επιφάνειά τους να καθρεφτίζεται ο ουρανός και τα σύννεφα. Ο ουρανός που καθρεφτίζεται στα πιθάρια δημιουργεί το επίπεδο που αναζητούσα από την αρχή, έναν νέο ορίζοντα που, κατά την έξοδο από το έργο, ενώνεται με τη θάλασσα, στο λιμάνι της πόλης. Είναι μια διαδρομή που μπορεί να εμπεριέχει τη λύτρωση…
Η θάλασσα αποτελεί μόνο έξοδο ή και είσοδο;
Πράγματι, μπορεί να λειτουργήσει και από τις δύο πλευρές, όπως σημειώνει και η επιμελήτρια του έργου Αλεξάνδρα Κοροξενίδη. Οι διαδρομές αυτές είναι πάντα αμφίδρομες. Η θάλασσα φέρνει και παίρνει τη ζωή. Με τον ίδιο τρόπο μπορείς να μπεις ή να βγεις από εκεί. Απλώς η διαδρομή που προτείνω στον επισκέπτη να ακολουθήσει θεωρώ πως έχει και μια «μυστικιστική» πτυχή.
Tο έργο έχει και κάποια ηχητική πτυχή;
Το να είμαι μέσα στο νερό μού δίνει ζωή, ενέργεια και μια αίσθηση ελευθερίας. Το ότι είμαι Ελληνίδα πιστεύω ότι έπαιξε μεγάλο ρόλο γι’ αυτό.
Το νερό είναι ένα στοιχείο που συναντάμε σε πολλά έργα σας…
Πράγματι, το πρώτο έργο που έκανα στη σχολή ήταν μια εγκατάσταση με νερό. Από εκεί οδηγήθηκα στην ιδέα των εγκαταστάσεων. Από μικρή λάτρευα το νερό και τη θάλασσα. Το να είμαι μέσα στο νερό μού δίνει ζωή, ενέργεια και μια αίσθηση ελευθερίας. Το ότι είμαι Ελληνίδα πιστεύω ότι έπαιξε μεγάλο ρόλο γι’ αυτό.
Συχνά παρατηρούμε οι μεγάλης κλίμακας εγκαταστάσεις στον δημόσιο χώρο να αντιμετωπίζονται με δυσφορία από το κοινό…
Πιστεύω ότι η χώρα, στις συνθήκες κρίσης, θα έπρεπε να επενδύσει στον πολιτισμό και την εκπαίδευση των νέων, εκμεταλλευόμενη την ευκαιρία για πολιτιστική ανάπτυξη, που θα έπρεπε να γίνει ειδικά μέσα από τα δημόσια έργα. Μέσα από τη δημιουργία και τον πολιτισμό αναπτύσσονται συνολικά οι δημιουργικές δυνάμεις στην κοινωνία, και οικονομικά και πνευματικά.
Με αυτό το σκεπτικό, στο πλαίσιο της εγκατάστασης επεξεργαζόμαστε ένα πρόγραμμα δημόσιων συζητήσεων, με ακαδημαϊκούς και καλλιτέχνες, αλλά και περφόρμανς με έναυσμα το έργο, ώστε να προσελκύσει νέους ανθρώπους που ίσως δεν έχουν άμεση σχέση με την τέχνη. Πολλές φορές το κοινό δεν ξέρει πώς να προσεγγίσει εξειδικευμένους χώρους, όπως μουσεία και γκαλερί, και αισθάνεται αμηχανία. Το θέμα είναι να φέρεις τον απλό άνθρωπο να προσεγγίσει το έργο, να αισθανθεί άνετα και να καταλάβει κάτι που ίσως δεν το είχε σκεφτεί.