Καθώς το πούλμαν αφήνει την Εθνική και χώνεται σε ανώνυμους παρακαμπτήριους, προσπαθώ να φανταστώ πώς θα έμοιαζε ο θηβαϊκός κάμπος στην αρχαιότητα. Αν αφαιρέσεις τα δεκάδες βιομηχανικά κτίρια, η γη καιγόταν κάτω από τον καυτό καλοκαιριάτικο ήλιο όπως και τότε που η θεϊκή τιμωρία αποδεκάτιζε τον λαό της Θήβας, κι ο βασιλιάς Οιδίποδας αναζητούσε τον υπαίτιο, χωρίς να γνωρίζει πως αυτός ο ίδιος ήταν αίτιος…
Μόλις πήραμε τον δρόμο που οδηγεί στις Γυναικείες Φυλακές Ελεώνα, οι σκέψεις αυτές έδωσαν τη θέση τους σε ένα έντονα δυσάρεστο συναίσθημα: Εξωτερική περίμετρος, ψηλοί συρμάτινοι φράχτες με αγκαθωτό σύρμα, πανύψηλοι μπετονένιοι τοίχοι με φυλάκια κάνουν την εικόνα όλο και πιο απόκοσμη. Όλα χτισμένα έτσι που να ξεπερνούν τα μέτρα του ανθρώπου, να επιβάλλουν με τον όγκο την εξουσία τους…
Η αμηχανία ήταν έκδηλη στα πρόσωπα όλων. Τόσο των δημοσιογράφων όσο και των υπεύθυνων της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, που με επικεφαλής τον διευθυντή της Γιώργο Κουμεντάκη μας υποδέχτηκαν έξω από την είσοδο της φυλακής. Σωματικός έλεγχος από εξίσου αμήχανους φρουρούς –δεν έχουν συνηθίσει δα σε παρόμοιους επισκέπτες– κι έπειτα μια σειρά διάδρομοι και καγκελόφραχτες πόρτες που οδηγούν στο εσωτερικό. Όχι στις πτέρυγες των 500 κρατουμένων βέβαια, εκεί είναι άβατο για μας τους «αθώους», αλλά στο χώρο όπου στεγάζονται οι υπηρεσίες και η αίθουσα εκδηλώσεων.
Τα κτίρια καινούργια, του 2008, απέπνεαν αποστειρωμένη καθαριότητα. Οι υπάλληλοι υποδέχτηκαν αυτό το περίεργο τσούρμο με χαμόγελο, συγκρατημένο αλλ’ όχι προσποιητό. Στην αίθουσα εκδηλώσεων είχαν ήδη πιάσει θέση συγγενείς των κρατουμένων, που ήρθαν όπως κι εμείς να παρακολουθήσουν τους δικούς τους ανθρώπους που συμμετείχαν στο Εργαστήριο Χορού που διοργάνωσε η Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ σε συνεργασία με τις χορεύτριες – χορογράφους Χαρά Κότσαλη και Κατερίνα Σπυροπούλου, αλλά και τη βοήθεια της κοινωνικής λειτουργού της φυλακής Νίκης Μουσκή.
Δεκατέσσερις κρατούμενες, τα «κορίτσια της Λυρικής», όπως αποκαλούσαν ειρωνικά τον εαυτό τους, δούλεψαν για έξι μήνες με τις δύο χορογράφους, μαζί με άλλες 70-80 κρατούμενες που παρακολουθούσαν κατά καιρούς το εβδομαδιαίο πρόγραμμα, και μέσα από ασκήσεις και αυτοσχεδιασμούς έφτιαξαν οι ίδιες μια ιστορία, που αφηγήθηκαν με το σώμα τους. Αφηγήθηκαν όλα εκείνα που θα ήθελαν να γίνουν («θέλω να κάνω σπαγκάτο», «θέλω να τραγουδήσω το O, mio babbino caro»), αλλά και μια ιστορία αλληλεγγύης, μια ιστορία που όποια πέφτει, οι άλλες θα την βοηθήσουν να σηκωθεί…
Στην ομάδα συμμετείχαν από ανήλικα κορίτσια μέχρι την 73χρονη που οι συγκρατούμενές της, καθώς παρουσιάζονταν χιουμοριστικά στο κοινό, αποκάλεσαν «ο πεζοναύτης». Μαζί μια μητέρα με την κόρη της, κρατούμενες σε διαφορετικές πτέρυγες, για τις οποίες η συμμετοχή στην ομάδα ήταν μια σπάνια ευκαιρία να βλέπονται τακτικά. Ανάμεσά τους η νεαρή κοπέλα που ερμήνευσε την άρια του Πουτσίνι. Όπως είπε μετά, πριν βρεθεί στη φυλακή, σπούδαζε νομικά και έκανε μαθήματα τραγουδιού, που θέλει να συνεχίσει. Πρόσεξα τι έγραφε η μπλούζα της: Think positive!
Κάθε μια από τις δεκατέσσερις γυναίκες και μια ξεχωριστή ιστορία, κάθε μια και μια ξεχωριστή συγκίνηση, όταν όμως μία, μεγάλη σε ηλικία, βγήκε μερικά βήματα μπροστά από τον χορό και διάβασε ένα κείμενο για την εμπειρία της στο πρόγραμμα, μια ανατριχίλα διαπέρασε την αίθουσα. «Βάλθηκαν να μας μάθουν άλλα πράγματα, κίνηση με χορό κι αυτογνωσία. “Ν’ αλλάξεις το μπορείς, φαντάσου, νιώσε, κάνε το… Στ’ αλήθεια, τι φοβάσαι;” Συνωμοσία! Τώρα το κατάλαβα! Ήρθαν για να σου αλλάξουν τη ζωή».
Το φινάλε ήταν πραγματικό πανηγύρι. Όχι μονάχα από τα ακατάπαυστα χειροκροτήματα αλλά γιατί κρατούμενες, συγγενείς, υπάλληλοι, προσωπικό της Λυρικής, όλοι έγιναν ένα κουβάρι που μοιραζόταν αγκαλιές και συγχαρητήρια. Έστω και για λίγο, η συνθήκη της φυλακής είχε ανατραπεί. Μέσα σε εκείνη την αίθουσα είδα με τα μάτια μου την «εφήμερη δημοκρατική κοινότητα» που δημιουργεί το παραστασιακό γεγονός –ένα θεωρητικό σχήμα που, όμως, σε συνθήκες έλλειψης ελευθερίας μετατρέπεται σε υλική πραγματικότητα. Κάπως έτσι πρέπει να ήταν στα θέατρα τον καιρό της χούντας, σκέφτηκα…
Η διεύθυνση της Λυρικής Σκηνής είχε προτείνει η παράσταση αυτή να πραγματοποιηθεί στην Εναλλακτική Σκηνή στο ΚΠΙΣΝ, ώστε πολλοί περισσότεροι άνθρωποι να μοιραστούν αυτήν την εμπειρία, αλλά και οι ίδιες οι κρατούμενες να ενδυναμωθούν περισσότερο και τα προγράμματα της ΕΛΣ (αλλά και του Εθνικού Θεάτρου κ.ά.) στις φυλακές να ενισχυθούν. Δυστυχώς, ενώ ο γ.γ. του υπουργείου Δικαιοσύνης Ευτύχης Φυτράκης και ο διευθυντής των φυλακών Γιώργος Μακρής, που παραβρέθηκαν και χαιρέτισαν την εκδήλωση, είχαν δώσει τη συγκατάθεσή τους, η υπόθεση «κόλλησε» στην αστυνομία, που ισχυρίστηκε ότι δεν μπορεί να διασφαλίσει την μεταφορά των 14 κρατουμένων… Επειδή δεν μπορούσε να διαθέσει μια κλούβα, χάθηκε μια σημαντική ευκαιρία όχι μονάχα για τις κρατούμενες αλλά και για την ίδια την πολιτική του υπουργείου. Ίσως του χρόνου, όταν τα προγράμματα επεκταθούν στις φυλακές Χανίων και Δομοκού, όπως εξήγγειλε ο Ευτ. Φυτράκης, αναγκαστούν να το ξανασκεφτούν… Άλλωστε, όπως είπε κι ο ίδιος για το πρόγραμμα, «το έχουμε ανάγκη οι άνθρωποι της τέχνης να είναι κοντά σ’ εμάς τους ανθρώπους της φυλακής, που νιώθουμε κάπως περιθωριακοί»…
Η όμορφη αναρχία της συνάντησής μας με τις κρατούμενες κάποια στιγμή πήρε τέλος. Είναι η δύσκολη στιγμή που οι μεν θα πάνε προς την έξοδο, οι δε προς τα μέσα. Όσο κι αν νιώθω άβολα για την «τύχη» μου να μπορώ να κατευθυνθώ προς τα εκεί που άλλες δεν μπορούν, συνειδητοποιώ πόσο σημαντική ήταν η εμπειρία αυτών των ωρών. Πόσο σημαντικές για όλους είναι ανάλογες δράσεις στις φυλακές, που συνήθως περνάνε στο «ψιλά» της ειδησεογραφίας. Δεν μπορούν να αλλάξουν σε κάτι τη βασική συνθήκη της φυλακής, όχι. Όμως την κάνουν, έστω πρόσκαιρα, πιο ανθρώπινη. Κι αυτό, λίγο δεν είναι…