Στην πρόβα: Τρεις άνδρες επισκέπτονται τη «Μήδεια»
Δύο εβδομάδες πριν την πρεμιέρα στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου, ο Δημήτρης Καραντζάς ανοίγει την πρόβα της «Μήδειας» και μαζί με τους ηθοποιούς του – Χρήστο Λούλη, Γιώργο Γάλλο, Μιχάλη Σαράντη – σχολιάζουν την έρευνα και την προσέγγιση τους.Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Οι παιδικές φωνές που απελευθερώνονται, κατά κύματα, στο προαύλιο της Σχολής Μωραϊτη διακόπτουν ολοένα την πρόβα. Οι τακτικές παρακλήσεις για ησυχία και τα διακριτικά «σσσ» δεν μοιάζουν να τιθασεύουν τον ενθουσιασμό για την ολοκλήρωση της σχολικής χρονιάς που σκορπίζεται αφειδώς στον αέρα. Ειρωνεία αν σκεφτείς πως εδώ γίνεται η πρόβα για την παιδοκτόνο «Μήδεια».
«Λαβώνεις κάθε αρετή και την τιμή σκοτώνεις. Μα όταν ανάλαφρα περνάς, πνοή ειρηνοφόρα, κανείς θεός, καμιά θέα, δεν φέρνει τέτοια δώρα». Ο ύμνος (ένα χορικό αφιερωμένο) στον Έρωτα, όπως ολοκληρώνει την πρώτη σκηνή του έργου, “πειθαρχεί” ξανά τους ηθοποιούς στη δουλειά. Φορώντας αθλητικές φόρμες, στο κέντρο ενός υπαίθριου γηπέδου μπάσκετ, ο Χρήστος Λούλης, ο Γιώργος Γάλλος και ο Μιχάλης Σαράντης, το ερμηνευτικό σχήμα της παράστασης, συνεκφωνεί το χορικό σε διαφορετικούς φωνητικούς τόνους· δίνοντας έτσι ένα οικείο στίγμα των σκηνοθεσιών του Δημήτρη Καραντζά. Απέναντι τους, καθισμένος στις πέτρινες κερκίδες κάτω από τη δροσιά των πεύκων, εκείνος παρακολουθεί σιωπηλός μέχρι να διακόψει για την πρώτη παρατήρηση: Θα ζητήσει «στιγμές εξωστρέφειας στην εκφορά του λόγου».
Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καραντζάς.
Στη δεύτερη απόπειρα του σε κείμενο τραγωδίας (μετά την «Ελένη» του Ευριπίδη), ο Δημήτρης Καραντζάς δοκιμάζει να συμπυκνώσει δραστικά το σχήμα των πρωταγωνιστών του αναθέτοντας στο Γιώργο Γάλλο το ρόλο της Μήδειας, στο Χρήστο Λούλη να εκπροσωπήσει όλα τα ανδρικά πρόσωπα (Ιάσων, Κρέων, Παιδαγωγό, Αιγέα) και στο Μιχάλη Σαράντη τους περιφερειακούς ρόλους (Χορό, Τροφό, Άγγελο).
Ο Γιώργος Γάλλος ως Μήδεια και ο Χρήστος Λούλης στους ανδρικούς ρόλους του έργου.
Μοιραία, η επιλογή του συμπυκνώνει και τη σκηνοθετική λειτουργία. «Και ήταν το ζητούμενο» ομολογεί. «Ήθελα να είναι καθαροί οι τρεις πόλοι. Αυτός που μεταφέρει και συνομιλεί με το επιχείρημα της Μήδειας, αυτός που ενσαρκώνει τους άντρες με τους οποίους η Μήδεια έρχεται σε επαφή και τέλος ο τρίτος που αναλαμβάνει τους εξωτερικούς παρατηρητές καθώς και τη δύσκολη ακροβασία της ανθρώπινης φύσης που αναγνωρίζει και τις δύο πλευρές και μετεωρίζεται για τη θέση που θα πάρει».
Ο Μιχάλης Σαράντης ερμηνεύει στη «Μήδεια» τους ρόλους των παρατηρητών.
Παρατηρώντας τα στατικά, μα κυριευμένα από το λόγο, σώματα των τριών ηθοποιών, αναδεικνύεται μιαν άλλη όψη της, κατά Καραντζά, «Μήδειας»: Η απόδοση του κάθε ρόλου δεν έχει τόσο το ύφος μιας τυπικής ερμηνείας, όσο των στιγμών και των επιχειρημάτων που αυτοί εκπροσωπούν. «Αντί για μια γραμμική και αναλογική αναπαράσταση των ρόλων και του έργου εδώ έχουμε μια (ας την πούμε) αντρική προσέγγιση της διαμάχης των δυο φύλων» παρατηρεί ο Χρήστος Λούλης. Στη δραματουργία της παράστασης, στην ποιητική μετάφραση του Μίνωα Βολανάκη, έχουν χωνευτεί και χωρία από το έργο «Μήδειας υλικό» του Χάινερ Μύλλερ (σε μετάφραση του Νίκου Φλέσσα), αποσπάσματα από το σενάριο της ομώνυμης ταινίας του Παζολίνι και το ομώνυμο έργο του Ζαν Ανούιγ. Για τον Χρήστο Λούλη αυτά τα αποσπάσματα ανατρέπουν τη γραμμικότητα της αφήγησης. «Πράγματα του παρελθόντος φωτίζουν το παρόν και το μέλλον της ιστορίας της Μήδειας αλλά και πράγματα του μέλλοντος φωτίζουν το ίδιο το παρελθόν. Είναι ένα ταξίδι στο χρόνο που επιβεβαιώνει πως όλα έχουν ξαναγίνει» λέει.
Τρεις άνδρες λοιπόν κάνουν την ανατροπή σε μια κορυφαία δραματουργία που έχει ταυτιστεί με τη γυναικεία φύση σε όλες τις εκφάνσεις της. Χαρακτηριστικά, ο σκηνοθέτης την προσεγγίζει «σαν την επίσκεψη τριών αντρών σ’ ένα γυναικείο τοπίο. Από αυτή την αφετηρία ξεκινούν για να φτάσουν στο σημείο να αναιρέσουν ότι πρόκειται (μόνο) για φυλετική διαμάχη, αλλά για διαμάχη φύσεων. Στην ουσία η επανάληψη του ίδιου του φύλου, ακυρώνει το φύλο. Όπως λέει και ο Μίλλερ στο τέλος του έργου του «θέλω τον κόσμο να κόψω στα δυο, και να κατοικήσω στον κενό, ανάμεσα, εγώ· ούτε γυναίκα, ούτε άντρας».
Ο Δημήτρης Καραντζάς καθοδηγεί το Γιώργο Γάλλο.
Καθώς δύει ο ήλιος, το άδειο γήπεδο μπάσκετ της σχολής Μωραϊτη παραπέμπει – με τρόπο αφηρημένο – στο σκηνικό τοπίο του Μικρού Θεάτρου της Αρχαίας Επιδαύρου, όπως σκοπεύει να το επιμεληθεί η Ελένη Μανωλοπούλου: Σε μια άνυδρη γη, ένα τοπίο πεσουσών γυναικών που απουσιάζουν. Εκεί θα εμφανιστούν οι τρεις άνδρες σαν επισκέπτες, ντυμένοι σε μαύρα κοστούμια. «Μέχρι την ολοκληρωτική κατάλυση του χώρου» σχολιάζει ο Καραντζάς.
Χρήστος Λούλης και Μιχάλης Σαράντης.
Η ανάγνωση του στη δημοφιλή τραγωδία εστιάζει στην αγωνιώδη προσπάθεια της Μήδειας να ανακτήσει την ταυτότητά της. Στην πορεία μιας ιέρειας σε πνευματική σχέση με το θεό Ήλιο που «ερχόμενη σε επαφή με το σαρκικό όραμα του Ιάσονα απεκδύεται τη ζωική της φύση και ενσαρκώνει -για λίγο- μια ανθρώπινη· είναι σαν να ξαναβρίσκει τη χαμένη της θρησκευτικότητα μέσα στον έρωτα. Όταν όμως χάνει και αυτό βρίσκεται στο πουθενά. Η’ μάλλον βρίσκεται σε μια κοινωνία πολιτισμένων. Μέσα από τις σκηνές με τον Ιάσονα, τον Αιγέα, την Τροφό, το Χορό, τον Κρέοντα βλέπουμε την πάλη δυο φύσεων: Ένα “διονυσιακό” σύμπτωμα που έρχεται σε επαφή με μια στείρα και συντηρητική Δημοκρατία».
Γιώργος Γάλλος και Χρήστος Λούλης.
«Χάθηκα και κάτι ακόμα: Μ’ εξορίζουν» ψελλίζει ο Γιώργος Γάλλος λυγίζοντας στα γόνατα του όσο απευθύνεται στο Χρήστο Λούλη – που τώρα εμφανίζεται ως βασιλιάς Αιγέας. Ο Γιώργος Γάλλος που παρακολουθεί τη συγκρουσιακή διαδρομή της Μήδειας μιλά γι’ αυτήν σαν να πρόκειται για μια δύναμη της φύσης. «Είναι ένα φυσικό φαινόμενο. Στο όνομα του Έρωτα προσπάθησε ν’ απαρνηθεί τη φύση της, ν’ αλλάξει πραγματικότητα, να γίνει κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά ήταν. Εγκατέλειψε την ιδιότητα της Ιέρειας και υποτάχθηκε σε άλλα δεδομένα, σε άγνωστες ηθικές, σε νέους νόμους. Μακριά από το σπίτι της. Όταν όμως αδικείται από τον Ιάσονα, και μάλιστα με βίαιο τρόπο, εμφανίζεται όλος ο αδάμαστος χαρακτήρας της και το αποτέλεσμα είναι η “καταπιεσμένη” φύση της να ξεχυθεί με ορμή και να διαλύσει τα πάντα. Κάτι σαν τυφώνας».
Η πρόκληση να υποδυθεί ένα εμβληματικό γυναικείο αρχέτυπο δεν μοιάζει να τον προβληματίζει καθόλου. Ο Γιώργος Γάλλος εντοπίζει την όποια δυσκολία «στην ιδιαίτερη φύση αυτού του προσώπου που ξεπερνάει το θέμα του φύλου. Ξεπερνάει γενικά ακόμα και το ανθρώπινο επίπεδο». Εξάλλου, όπως επισημαίνει «όλοι συμμετέχουμε στη διαδικασία εξέλιξης της ιστορίας. Όπως όλοι οι ρόλοι, έτσι κι ο δικός μου είναι απολύτως εξαρτημένος από μια συλλογική λειτουργία, από μια ομαδική “αφήγηση” που στόχο έχει να διεισδύσει στην ψυχή του έργου».
Ο χορογράφος Χρήστος Παπαδόπουλος σχεδιάζει κινησιολογικά τη στιγμή συνάντησης της Μήδειας και του Αιγέα.
Η πρόβα έχει διακοπεί. Στην άκρη του προαυλίου ο χορογράφος Χρήστος Παπαδόπουλος αρθρώνει με λεπτομέρεια το χρονικό μιας στιγμής σωματικής επαφής μεταξύ των ηρώων. Την δοκιμάζει με τη βοήθεια του Μιχάλη Σαράντη. Ο τελευταίος αναλαμβάνει μια εξίσου απαιτητική συνθήκη “ρόλου” καθώς επωμίζεται τη λειτουργία του Χορού – στοιχείο ιδρυτικής σημασίας στην αρχαία τραγωδία. Κι ας είναι μόνο ένας. «Σημασία έχει να καταφέρεις να είσαι ο Κανένας» εξηγεί γλαφυρά. «Ο μάρτυρας του μύθου που δεν έχει πρόσωπο συγκεκριμένο, δεν έχει αδρές ιδιότητες, κινείται μέσα στο πλήθος και δεν τον καταλαβαίνει κανείς. Γιατί πάντα ο Χορός οφείλει να είναι ο διάμεσος του θεατή με τους ήρωες. Η πρόκληση μέσα σε αυτόν τον άξονα είναι να καταφέρουμε ο Χορός να έχει σαφή διαδρομή-η οποία είναι μεγάλη-και να οδηγήσει το μύθο στην εξέλιξη του. Ξανά και πάντα».
Μιχάλης Σαράντης, Χρήστος Παπαδόπουλος.
Ένας από τους πιο αφοσιωμένους συνεργάτες του Δημήτρη Καραντζά, ο Μιχάλης Σαράντης δουλεύει για πρώτη φορά μαζί του πάνω σε κείμενο της αρχαίας γραμματείας. Όπως διαπιστώνει όμως, ο τρόπος δουλειάς του σκηνοθέτη δεν αλλάζει. «Είτε ασχοληθεί με το αρχαίο δράμα είτε με το άρθρο μιας αθλητικής εφημερίδας ο Δημήτρης επιχειρεί πάντα το ίδιο πράγμα: Ν’ αναδείξει τον πυρήνα του έργου, να βρει εργαλεία δουλειάς μέσα από το ανάγνωσμα του και να υπάρχει απόλυτη καθαρότητα σε αυτό που προτείνει».