MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Ο Σταύρος Ξαρχάκος επιστρέφει στη δισκογραφία με “Ελεγείες και Σάτιρες”

Μια συνάντηση με τον μεγάλο συνθέτη που επιστρέφει στη δισκογραφία με τις «7 ελεγείες και σάτιρες» που κυκλοφορεί από τη Μικρή άρκτο.

Φωτογραφίες: Χρήστος Σκυλλάκος, από την παρουσίαση του δίσκου στο Ίδρυμα Άγγελου και Λητώς Κατακουζηνού
author-image Χρήστος Σκυλλάκος

Καθώς θυμόμαστε τον Σταύρο Ξαρχάκο να κατοχυρώνει εκφραστικά τα μεγάλα τραγούδια του Νίκου Ξυλούρη και να υπογραμμίζει τη σύγχρονη Ελλάδα στον δίσκο «Νυν και Αεί», πλάι στην τεράστια μορφή του πιο μεγάλου Έλληνα στιχουργού, του ποιητή Νίκου Γκάτσου, όπου μαζί του ολοκλήρωσε την μουσική που ακούμε στο καθοριστικό «Ρεμπέτικο», μια μουσική συνοδεία που εν τέλει απέκτησε αυθυπαρξία μέσα στα χρόνια, εκεί μας συγκλονίζει πάντα μια σκηνή: ο Ξαρχάκος, μπροστά σε ένα πιάνο, με όλη την τυραννισμένη ένταση και τη βαρύτητα της ελληνικής ιστορίας στην έκφραση του, να αποδίδει σε ένα πιάνο και την βαθύτατη φωνή του ένα τραγούδι ορόσημο προσωπικής έκφρασης και γενικευμένης ουσίας. Το «Πρακτορείο». Ταυτόχρονα σπάει με μια γροθιά το καθρέφτισμα του, τεμαχίζει το είδωλο του και το αίμα εικονογραφεί την ανείπωτη τραγωδία… 

Η εικόνα αυτή μαζί με την σύνθεση του «Πρακτορείου» παραμένει βίωμα ανεξίτηλο. Είναι αυτές οι στιγμές που ο συνθέτης, ο δημιουργός ενός έργου εκτίθεται ολόκληρος. Η έκφραση του προσώπου, η έκφραση της φωνής, η έκφραση του πιάνου σταματάνε να αποτελούν «μέσο» μα γίνεται μια ενιαία συμφωνία καλλιτέχνη και έργου, που παράγει άλλο τύπου δυναμική. Αδιαμεσολάβητη. Σαν να στέκεσαι δίπλα στον δημιουργό και να συζητάς για την πρόοδο και την στασιμότητα της ζωής με σκληρή ευαισθησία και κοινωνική ευθύνη. Η φωνή αυτή δεν ακούστηκε ξανά μέχρι που ήρθε η στιγμή της το 2017.

Ο Νίκος Γκάτσος «λείπει» και δεν είναι αμελητέο. Μια ολόκληρη εποχή λείπει. Τα χνάρια του τόσο βαθιά διαγραμμένα στους κακοτράχαλους δρόμους της τέχνης όφειλαν να βρουν συνεχιστές. Η ελληνική στιχουργική ποτέ δεν ήταν η ίδια μετά το πέρασμα του. Η συνθετική δυναμική του Ξαρχάκου το ίδιο. Δίπλα σε ένα Λοΐζο – αμφότεροι παιδιά του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη – καθορίσαν, κυρίως, την έντεχνη ελληνική μουσική, μια μουσική και καλλιτεχνική σκηνή καθαρά εθνική που επιβιώνει ως τις μέρες μας.

xarhakos 2

Αυτή η εισαγωγή μοιάζει αναγκαία. Ο Ξαρχάκος επέστρεψε. Επέστρεψε στα κατατόπια του «Πρακτορείου». Ακούμε εφτά αυθεντικές συνθέσεις του. Εφτά συνθέσεις μονάχα με ένα πιάνο που συνοδεύει τη φωνή του. Τη φωνή του δημιουργού. Ένα είδος τραγουδιού «απέριττου, δίχως ενορχηστρικά στολίδια» όπως δηλώνει ο ίδιος «για να δοθεί δύναμη στον λόγο». Σε αυτόν που μπορεί να «εκφράσει τον εσωτερικό χώρο και τον εσωτερικό χρόνο» του εαυτού του. Μια εσωτερίκευση που μετατρέπεται ωστόσο σε μια εξωτερίκευση οξυδερκή και σκληρή συνάμα, σε μια επικοινωνία με όλον τον κόσμο σε μια συγκυριακή κοινωνική κατάσταση ηθικής κατάπτωσης και αδιεξόδων που ανάγκασε τον συνθέτη να το πάρει όλο πάνω του και να κάνει την συνειδητή επιλογή να δηλώσει «πολιτική τοποθέτηση» στα πράγματα. Πίσω από το άγγιγμα των πλήκτρων του πιάνου του Νεοκλή Νεοφυτίδη που «συνομιλεί μαζί μου και δεν ακομπανιάρει» όπως δήλωσε ο συνθέτης, ακούμε σε κλίμακες πολιτικού έργου τις λέξεις των Μάνου Ελευθερίου, του Θοδωρή Γκόνη, της Λίνας Νικολακοπούλου που θεωρεί πως «μόνο ένας δημιουργός, και όχι ένας τραγουδιστής, θα μπορούσε να φωτίσει αυτά τα τραγούδια».

xarhakos 3

“Ελεγείες και σάτιρες”, ο τίτλος του δίσκου όπως επιβάλλει και η εικόνα απομόνωσης που παράγει η δύναμη του ζωγραφικού έργου του εικαστικού Γιώργου Ρόρρη που βρίσκεται στο εξώφυλλο.

Η ελεγεία – προσεγγίζοντας αυτή την ποιητική ως θρηνητικό είδος – είναι όντως η ατμόσφαιρα που κυριαρχεί με τη σάτιρα να υποβόσκει, να βραδυφλέγει στη σύνθεση των λέξεων – λέξεων που τα τελευταία χρόνια είναι σβησμένες, ξεχασμένες, κατηγορούμενες και φυλακισμένες. Εδώ επανέρχονται για να υπογραμμίσουν τη λεπτή γραμμή, εξάλλου, που διαχωρίζει το χαμόγελο με τη γνωστή αυτή θλιμμένη έκφραση του ψυχικού ατομικού και συλλογικού πόνου.

Σε αυτούς τους αναπάντεχα μπερδεμένους καιρούς ο δίσκος προσπαθεί να «μαρκάρει την στιγμή και την εποχή» όπως θα πει η Νικολακοπούλου. Συμφωνώντας ή διαφωνώντας, σημασία έχει πως το πιάνο συνεχίζει όχι σε δυσκίνητους, ελιτίστικους ρυθμούς και μέτρα αλλά σε μια ελληνικότητα που βασίζεται στους ανατολίτικους – αυτά τα τόσο αγαπημένα υιοθετημένα ηχοτοπία- ήχους και κλίμακες που όλο και θυμίζουν το ρεμπέτικο, όχι μονάχα ως ήχο αλλά και ως σκληρή κοινωνική πραγματικότητα άλλων εποχών αλλά τόσο σύγχρονα παρόντων.

Το τραγούδι «Το δηλητήριο που πίνεις» από τον νέο δίσκο
Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου | Μουσική, ερμηνεία: Σταύρος Ξαρχάκος | Πιάνο: Νεοκλής Νεοφυτίδης

Περισσότερα από Editors