Αλίκη, πέρασαν τόσα χρόνια;
Δεν σε θυμόμαστε κάθε χρόνο τέτοια μέρα αλλά κάθε μέρα ανεξαρτήτως χρόνου! Γιατί δεν έχεις εποχή! Στην επίγεια ζωή δεν είχες ηλικία… Πώς θα μπορούσες να αποκτήσεις στην ουράνια;
Κάθε τόσο μας τραβάς από το χέρι, για να προλάβουμε το αμαξάκι στην Πρίγκηπο, στην Κωνσταντινούπολη, πριν μας το πάρουν! Και λες στον καροτσέρη τραγουδιστά, με δροσερή φωνή, να αφήσει «το καμουτσίκι απ’ το χέρι»! Ως μαθήτρια, είχες ένα μυστικό που δεν μάθαμε ποτέ, αλλά το ψυχανεμιστήκαμε…
Γιατί το τραγουδούσαν «τη νύχτα στα κλώνια όλα τα αηδόνια» και το ‘χαν γράψει «τα χελιδόνια στον ουρανό»! Κι αν σε «αδίκησαν εχθροί και φίλοι», εσύ έμεινες πάντα το αγνό Κλωτσοσκούφι, που αγάπησες τη φτώχεια σου και όχι τα πλούτη των άλλων. Δεν ήσουν, εν τέλει, μοναχή μες σ’ αυτήν τη βάρκα, γιατί ήμασταν κι εμείς πάντα δίπλα σου, ωσεί παρόντες, αγναντεύοντας την πλατιά θάλασσα! Εσύ μας έμαθες να «απλώνουμε πανιά στο όνειρο και τη λησμονιά», γιατί η μπόρα είναι «μπόρα και θα περάσει»! Έτσι «τραβάμε μπρος» χάρη σε εσένα!
Ποιος να περιγράψει σήμερα τον έρωτα καλύτερα από εσένα, όταν «πρωτογνώρισες τη χαρά» και στριφογυρνούσες το τιμόνι; Κι αν κατηγορήθηκες άδικα ότι ήσουν σωφερίνα που παραβαίνεις τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας, τι σημασία έχει; Η αλήθεια έλαμψε στο τέλος! Γι’ αυτό, άλλωστε, σε αφήνουμε όλοι να μας κρατάς το χέρι… Είσαι το μόνο δόλωμα που δεν πληγώθηκε κανένας απ’ το αγκίστρι του!
Πόσα να ζητήσουμε εμείς απ’ τον κυρ Στέφανο, τον παντοπώλη; Εσύ έκανες υπομονή και κατάφερες να βρεις δουλειά, με τη μαχητικότητα και την επιμονή σου… Εμείς παλεύουμε ακόμα, αν και μας έδειξες το δρόμο! Πόσες διπλοπενιές να αντηχήσουν, όμως, σε έναν τόπο που στενάζει από την ανεργία και την ανέχεια; Ανέξοδα μάς έμεινε μόνο ο ήλιος «για συντροφιά στη συννεφιά»! Γιατί όταν ο ουρανός σκοτεινιάζει, εσύ είσαι το πιο λαμπρό αστέρι! Που το πρωί γίνεται μια πανέμορφη ξανθομαλλού, ονόματι Κατερίνα, και «βγαίνει τσάρκα στην Αθήνα, Βάθη, Μακρυγιάννη, Κολωνό»… Ποια σοσιαλίστρια σαν εσένα να μας υπερασπιστεί σήμερα από τις αδικίες των εργοδοτών μας; Εσύ μας έμαθες πως μπορούμε να ανέβουμε τα σκαλιά της επιτυχίας μόνο με επιμονή και σκληρή δουλειά… Όπως μια ταξιθέτρια μπορεί να κερδίσει την αγάπη μας και να γίνει πρωταγωνίστρια!
Μέσα στα δάση βρίσκεσαι πάντα εσύ, μεταμφιεσμένη σε Πίπη, πριν πετάξεις την περούκα του και τινάξεις την πλούσια, ξανθιά σου χαίτη! Αυτή και το χαμόγελό σου δεν ξεπεράστηκαν ποτέ! Ένα αστείο κορίτσι με χρυσά μαλλιά, σαν να σε γέννησε ο ήλιος και έγινες κόρη του! Μια νεράιδα που ήξερε το πιο γλυκό νανούρισμα… Τον πιο όμορφο τρόπο να πει «σ΄αγαπώ»!
Σαν πουλάκι του δρόμου, τρέχεις μες τα ανθισμένα κτήματα, ξεγελάς τις ακτίνες του ήλιου με ένα κόκκινο σάλι, ξαπλώνεις στο γρασίδι, μας δείχνεις ομορφιές που δεν μπορεί να δει η όρασή μας! Ακόμα και στα πρασινισμένα από τη βλάστηση προάστια σε βλέπουμε, ερωτευμένη Εύθυμη Χήρα, στο μπαλκόνι κάθε μονοκατοικίας… Να σηκώνεις τα χέρια σαν πουλί έτοιμο να φτερουγίσει και να τραγουδάς «φως, δεν ξανάδα τόσο φως»… Δεν ξανάδαμε, αλήθεια, τόσο φως σε καμία γυναίκα-ηθοποιό!
Ήσουν η πιο Ωραία Κυρία στο σανίδι! Μια Ιουλιέτα που έγινε Βασίλισσα Αμαλία. Μια Θεατρίνα που έγινε κινηματογραφική σταρ, όπως η Αλεξάνδρα ντε Λάγκο. Αν κι εσύ δεν άφησες ποτέ να φύγει από τα χέρια σου το Γλυκό Πουλί της Νιότης! Κι αν δεν έγινες ποτέ 100 χρονών, παρέμεινες μέχρι το τέλος σου, όπως ήθελες, σωστός Πειρασμός! Είτε Βίκτωρ είτε Βικτώρια, ήξερες όσο καμία άλλη την τέχνη της μεταμφίεσης, της εναλλαγής των ρόλων, ακόμα και των φύλων!
Κι αν δεν ξάπλωσες στο Νυφικό Κρεβάτι με κανέναν μας, ζήσαμε τη ψευδαίσθηση ότι σε κάναμε δική μας, όταν έγινες Καμπίρια, Σάλλυ Μπόουλς και Μις Πέπσι! Ήσουν μια συγκλονιστική Σίρλεϋ Βαλεντάιν, μια αξεπέραστη Εβίτα –η καλύτερη του κόσμου, σύμφωνα με τους παραγωγούς της–, μια Λυσιστράτη που έδωσε φως στην Επίδαυρο! Μια Μαντώ Μαυρογένους που ακολούθησε τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας, σε τροχιά παράλληλη με το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Ίσως Λίγο Πιο Νωρίς, Λίγο Πιο Αργά…
Πριν φύγεις, μας τραγούδησες τη Μελωδία της Ευτυχίας, σαν να ήθελες να μας προειδοποιήσεις για τον επερχόμενο κίνδυνο των ναζιστικών ιδεών, που δεν είχε εκλείψει και σκέπασε την Ελλάδα με τα μαύρα σύννεφά του λίγα χρόνια μετά…
Ωραία Κοιμωμένη... Μπορεί να έχουν περάσει 21 ολόκληρα χρόνια από τότε που αναπαύτηκες κάτω από την αττική γη… Κι όμως, αντηχούν ακόμα στα αυτιά μας οι κραυγές του πλήθους: «Φίλε, να τη δούμε!»… Ενός πλήθους που δεν μπορούσε να σε αποχαιρετήσει χωρίς να σε αντικρίσει, έστω και ασάλευτη. Και, όταν για τελευταία φορά σε φώτισε το φως του ήλιου, γίναμε όλοι ζωγράφοι της Αναγέννησης και είδαμε πώς είναι οι ξανθοί άγγελοι στον ουρανό… Που κανένα πινέλο, σε κανέναν καμβά, δεν θα μπορούσε να αποτυπώσει, αν δεν σε είχε αντικρίσει τότε… Καθώς αντανακλούσες τον ήλιο και μια γαλήνη που μόνο ένας άγγελος μπορεί να έχει!
Στην πραγματικότητα, κάθε χρόνο, τέτοια μέρα, είναι σαν να μην άλλαξε τίποτα… Σαν ο χρόνος να πάγωσε και να νικήθηκε από την αιώνια νιότη σου… Σαν να μην πέθανες ποτέ! Γεννιέσαι συνέχεια στις καρδιές μας μέσα από τις αθάνατες ταινίες σου, τα υπέροχα τραγούδια σου, αλλά και τις αμέτρητες φωτογραφίες που αποτύπωσαν τα αστραφτερά σου χαμόγελα!
Παραδόθηκες στον ουρανό πριν δύσεις και στην αιωνιότητα πριν φθαρείς. Έτσι, κάθε μέρα από τότε ακτινοβολείς… Το ίδιο θαμπωτικά! Παρούσα αν και απούσα, σύγχρονη αν και κλασική, νίκησες τους επικριτές σου, κατέρριψες κάθε ρεκόρ και ξεπέρασες την εξέλιξη της τεχνολογίας. Τις νύχτες φεγγοβολάς σαν το πιο λαμπρό αστέρι, ενώ τα πρωινά ακτινοβολείς σαν τον ήλιο… μέχρι να βασιλέψει!
Αλίκη, όσα κι αν ειπωθούν για εσένα θα είναι λίγα! Τώρα που η ψυχή σου ταξιδεύει στον ουρανό και το άπειρο, άραγε να βλέπει πόσο ανεξίτηλο παραμένει το αποτύπωμα που άφησες στη γη και στον χρόνο;
*Η Αλίκη Βουγιουκλάκη απεβίωσε στις 23 Ιουλίου 1996