Συν & Πλην: “Αλκηστη” του Ευριπίδη στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου
Θετικές και αρνητικές σκέψεις για την παράσταση «Άλκηστη» του Ευριπίδη, τη δεύτερη φετινή παρουσία του Εθνικού Θεάτρου στα Επιδαύρια, που σκηνοθέτησε η Κατερίνα Ευαγγελάτου και παρουσιάστηκε στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου στις 28 και 29 Ιουλίου. Την παράσταση παρακολούθησαν και τις δύο μέρες 16.500 θεατές, σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση του Εθνικού Θεάτρου.
Το έργο
Ο Απόλλωνας, τιμωρημένος από τον Δία, αναγκάστηκε να υπηρετήσει σαν κοινός θνητός τον βασιλιά των Φερών, Άδμητο. Ως αντάλλαγμα για τη φιλόξενη και ευγενική συμπεριφορά του βασιλιά, ο θεός τού χάρισε το μοναδικό προνόμιο να ξεφύγει από τον πρόωρο θάνατο, αρκεί κάποιος άλλος να δεχτεί να πεθάνει στη θέση του.
Οι ηλικιωμένοι γονείς του αρνούνται να τον υποκαταστήσουν στον Άδη. Η μόνη που δέχεται είναι η γυναίκα του, η Άλκηστη. Πεθαίνοντας, ζητάει από τον άντρα της ένα πράγμα: να μην ξαναπαντρευτεί ποτέ.
Το νεκρό της σώμα είναι ακόμα άταφο, όταν η αναπάντεχη επίσκεψη του Ηρακλή αλλάζει τα δεδομένα. Ο Άδμητος, γνωστός για την φιλοξενία του, κρύβει το βαρύ πένθος από τον φίλο του και τον φιλοξενεί στο παλάτι. Ο Ηρακλής, χωρίς να γνωρίζει τη συμφορά που βαραίνει το σπίτι, πίνει και γλεντά, εξοργίζοντας με την προκλητική συμπεριφορά του τον υπηρέτη, που του αποκαλύπτει τον θάνατο της Άλκηστης. Ντροπιασμένος ο ήρωας αποφασίζει κρυφά να πράξει το αδύνατο: να φέρει πίσω τη νεκρή από το Θάνατο. Επιστρέφοντας, παραδίδει στον Άδμητο την πεπλοφορεμένη γυναίκα που συνοδεύει, για να την φιλοξενήσει, χωρίς να του αποκαλύψει ότι πρόκειται για την Άλκηστη. Ό Άδμητος, αρχικά αντιστέκεται, όμως γρήγορα δέχεται να πάρει στο σπίτι την άγνωστή του γυναίκα, παρά το φρέσκο πένθος και τον όρκο του. Όταν όμως ανασηκώνει το πέπλο της, βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα βουβό αίνιγμα.
Ένα κείμενο του Ευριπίδη που παρουσιάστηκε το 438 π.Χ. «Ως το τέταρτο δράμα μιας τετραλογίας που περιλάμβανε τις «Κρήσσες», τον «Αλκμέωνα τον δια Ψωμίδος» και τον «Τήλεφο». Και επειδή εκείνη την εποχή, το τέταρτο έργο της τραγικής τετραλογίας ήταν κατά κανόνα σατυρικό δράμα, η «Άλκηστη» από τότε ακουμπάει σ’ αυτό το μεταίχμιο». Η «Άλκηστη» είναι μια τραγωδία που έχει αίσιο τέλος, μ’ έναν τρόπο μεταφυσικό. Και πάντα είναι ένα μεγάλο στοίχημα για όποιον σκηνοθέτη των νεότερων χρόνων καταπιάνεται μ’ αυτό το έργο, μ’ αυτό το είδος.
Η παράσταση
Ένας λόφος άμμου μας περίμενε στην ορχήστρα του αρχαίου θεάτρου (σκηνικά Εύα Μανιδάκη). Και δύο άνθρωποι από την ώρα που μπήκαμε τον έσκαβαν… Όπως σκάβεται το χώμα για μια ταφή… Και από εκείνη τη στιγμή, πριν την έναρξη της παράστασης, μπαίναμε ήδη στην ιστορία του Ευριπίδη. Πρώτος εμφανίζεται ο Απόλλων (ένας αγνώριστος Κώστας Βασαρδάνης) με ροζ κοστούμι, με μαλλί στυλιζαρισμένο, που παρέπεμπε οπωσδήποτε σε μία ελαφρότητα. Μας λέει την ιστορία του, και την ιστορία της Άλκηστης και του Άδμητου, μας ενημερώνει για τη μεσολάβησή του και κάπου εκεί έρχεται ο Θάνατος – Σωτήρης Τσακομίδης (με εμφάνιση αυστηρού δημοσίου υπαλλήλου ή μάλλον φοροεισπράκτορα, πάλι άλλων εποχών). Οι κινήσεις και των δύο, συνεπικουρούμενες από τη μουσική, κάπως καρτουνίστικες.
Και μετά εμφανίζεται ο χορός. Οι μισοί ντυμένοι με στρατιωτικές στολές όλων των όπλων ή των σωμάτων ασφαλείας και οι άλλοι μισοί με ρούχα κανονικά, αλλά που σαφέστατα παρέπεμπαν στη δεκαετία του ’70. Ο Άδμητος (Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος), η Άλκηστη (Κίττυ Παϊτατζόγλου) και τα δυο παιδιά τους ήταν στο πίσω μέρος, ετοιμάζονταν για κάτι, πάλι με μηχανιστικές, αφύσικές κινήσεις. Και όταν εμφανίστηκε ο Άδμητος, πάλι στολή στρατιωτικού φορούσε, και παράσημα. Και φυσικά αποκαλύπτει τον αυταρχισμό του, τον συντηρητισμό του, την αλαζονεία του, τον ναρκισσισμό του, αλλά και τη ρηχότητα αυτού του είδους της εξουσίας -όλα αυτά που έχει αυτός ο πραγματικά περίπλοκος χαρακτήρας, που αποδέχεται να πεθάνει η γυναίκα του αντί γι’ αυτόν.
Η ιστορία συνεχίζεται, η Άλκηστη πεθαίνει, ο Άδμητος τσακώνεται με τον πατέρα του Φέρη (Γιάννης Φέρτης) σε μία από τις πιο απολαυστικές, αλλά και πολύ ουσιαστικές σκηνές της παράστασης, έρχεται μετά και ο Ηρακλής (Δημήτρης Παπανικολάου), με εμφάνιση Κουταλιανού ή Τζίμη του Τίγρη (εξίσου απολαυστική, και από τις πιο σημαντικές του έργου η σκηνή του Ηρακλή με τον υπηρέτη –Ερρίκο Μηλιάρη). Ο χορός στο διάστημα αυτό κάθε τόσο, συνεχίζοντας τις μηχανιστικές, σχεδόν σπαστικές κινήσεις (κίνηση Πατρίτσια Απέργη) δεν κάνει και τόσο εμφανή τον ρόλο του ως κριτής των γεγονότων, ως συμβουλάτορας, ως τη φωνή της σύνεσης ή της άρθρωσης της διαφορετικής σκέψης. Τα μέλη του χορού, ο δήμος δηλαδή, είναι διαρκώς υποταγμένα, σαν ηχώ της φωνής του Αδμήτου.
Στη διάρκεια της παράστασης, διακρίναμε στιγμές από την πορεία της σκηνοθέτιδας, αλλά και δάνεια στοιχεία από την ιστορία του θεάτρου. Έτσι, κάποια στιγμή ακούσαμε την εναρκτήρια φράση του «Φάουστ», είδαμε τη σκληρότητα και την ασφυξία που υπήρχαν στο «1984», είδαμε κάπως το σκηνικό του «Ιδομενέα», αλλά είδαμε και σκηνές που θύμιζαν δραματουργία του 19ου αιώνα.
Τα Συν (+)
- Η σκηνοθεσία. Στην πρώτη της κάθοδο στην Επίδαυρο, η Κατερίνα Ευαγγελάτου έκανε αυτό που κάνει πάντα καλά: δούλεψε πολύ την παράστασή της, είχε πρόταση, είχε άποψη, και με αυτό το σκεπτικό δίδαξε τους ηθοποιούς της. Θα προσθέταμε βέβαια, ως αρνητική χροιά, την εγκεφαλική προσέγγιση και την απουσία συναισθήματος, το ξεγύμνωμα, για την ακρίβεια, της παράστασης, από τις αποχρώσεις της.
- Οι ερμηνείες. Ο Άδμητος του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου, ο Ηρακλής του Δημήτρη Παπανικολάου και ο Φέρης του Γιάννη Φέρτη ήταν αυτές που ξεχώρισαν και κάποιες στιγμές ο υπηρέτης του Ερρίκου Μηλιάρη. Η Άλκηστη της Κίττυς Παϊτατζόγλου κατάφερε να διακριθεί με αξιοπρέπεια, τονίζοντας την ευαισθησία και τη λεπτότητά της σ’ έναν κόσμο αδηφάγο, σκληρό, εξοντωτικό, κυριαρχικό, θέτοντας ένα αξιακό σύστημα από άλλον κόσμο που το υπηρέτησε με τη ζωή της.
- Η μουσική και η κίνηση. Μονότονη, αδυσώπητη η μουσική του Γιώργου Πούλιου. Σχεδόν μονόχορδη κάποιες στιγμές, έμπλεη ηλεκτρονικών ήχων. Μόνο στο τελευταίο χορικό έγινε αλλιώς. Στην επιστροφή της Άλκηστης, δηλαδή, στην απρόσμενη χαρά. Αλλά ασφαλώς υπηρέτησε κι αυτή το σκεπτικό της παράστασης. Το ίδιο και η κίνηση που επιμελήθηκε η ταλαντούχα Πατρίτσια Απέργη.
Τα Πλην (-)
- Ο χορός. Κυρίως οι φωνές των μελών του χορού, που όχι απλώς κλώτσαγαν, αλλά κάποιες στιγμές ξένιζαν. Και δεν εντάχθηκαν καθόλου στο πλαίσιο της Επιδαύρου.
- Τα κοστούμια. Μόνο ως προς την εικόνα υπηρέτησαν το σκεπτικό της σκηνοθέτιδας και την εποχή τα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα, αλλά κάπως επιδερμικά ενταγμένα σ’ αυτό το σκεπτικό. Έτσι που με κάναμε ώρα να κατανοήσουμε τον διαχωρισμό ανθρώπων με στολή και ανθρώπων χωρίς στολή.
- Η εκφορά του λόγου. Δεν μπόρεσα μέχρι το τέλος να καταλάβω πόσο υπηρέτησε το σκεπτικό της παράστασης αυτή η εκφορά του λόγου, που ασφαλώς ταλαιπώρησε τους ηθοποιούς. Μόνο ο Γιάννης Φέρτης και ο Δημήτρης Παπανικολάου δεν το ακολούθησαν καταλεπτώς. Και μόνο η Κίττυ Παϊτατζόγλου, η Άλκηστη, ως διαφορετική μιλούσε κανονικά. Πάντως, η αλήθεια είναι ότι δεν μπόρεσα να εντάξω αυτή την άποψη στο συνολικό σκεπτικό της παράστασης.
- Η σκηνοθετική προσέγγιση. Η Κατερίνα Ευαγγελάτου, που δουλεύει πάντα τα έργα που παρουσιάζει εξαντλητικά (όπως και παραπάνω είπαμε), επέλεξε να μεταφέρει σ’ ένα στρατοκρατικό καθεστώς την ιστορία της Άλκηστης. Μόνο που αυτό το στρατοκρατικό καθεστώς, που θα μπορούσε να είναι ο Παπαδόπουλος (πολλές φορές ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος τον θύμιζε), ο Χίλτερ ή ο Μαδούρο, ανέδιδε μόνο τη γελοιότητα του εκ των υστέρων, κι όχι τη φρίκη και την ασφυξία του εν τω γίγνεσθαι.
Το άθροισμα (=)
- Ήταν μια παράσταση που ξεκίνησε απρόσμενα. Στην πορεία ξεκαθάρισε το στίγμα της και η οπτική της. Η οποία υπηρετήθηκε με επάρκεια και συνέπεια ως το τέλος. Και από τους ηθοποιούς και από τη σκηνοθετική ματιά. Όμως ήταν μια παράσταση που έδωσε περισσότερο χώρο στην πλευρά της σάτιρας και της αποδόμησης και απουσίαζαν σχεδόν εντελώς όλες οι πτυχές του δράματος. Κι αυτό ήταν το διαφορετικό, η ανατροπή στην ανάγνωση και στην πραγμάτωση, που έβαλε η Κατερίνα Ευαγγελάτου στην παράστασή της. Με επιμέρους μικρές ανατροπές, όπως ο ρόλος του χορού, όπως το ότι η Άλκηστη επιστρέφει μεν, αλλά άψυχη. Ένα νεκρό σώμα. Και απομάκρυνε μ’ αυτόν τον τρόπο το αίσιον τέλος του έργου.
- Αρκετοί από τους θεατές, φεύγοντας από την Επίδαυρο, θα ήταν σίγουροι ότι η «Άλκηστη» είναι μια κωμωδία. Γιατί πήγαν πολύ πίσω στην παράσταση όλα τα φιλοσοφικά θέματα που θίγει το κείμενο (θάνατος, ισότητα, γενναιότητα, ειλικρίνεια, εξουσία, αλαζονεία, επιβολή, μεταφυσική) ή θίχτηκαν με τρόπο όχι ξεκάθαρο, και αναδείχτηκαν κυρίως τα στοιχεία της αλαζονείας, του γελοίου και της έπαρσης κάποιων από τους ήρωες. Και να το ξαναπώ: όλα αυτά καλοσχεδιασμένα, καλοπαιγμένα, με άξονα πλήρη και ολοκληρωμένο, αλλά κάτι έλειπε…