Ίσως το πιο σκοτεινό από τα αριστουργήματα του Τζουζέππε Βέρντι, ο Ριγολέττος φέρνει για πρώτη φορά στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο ΚΠΙΣΝ, τον σπουδαίο Έλληνα βαρύτονο Δημήτρη Πλατανιά στον ρόλο που τον καθιέρωσε σε Λονδίνο, Μόναχο, Άμστερνταμ, Βρυξέλλες, Βενετία. Μαζί του η διακεκριμένη Ελληνίδα κολορατούρα υψίφωνος Χριστίνα Πουλίτση, στον ιδιαιτέρως απαιτητικό ρόλο της Τζίλντας, καθώς και ο τενόρος Γιάννης Χριστόπουλος. Η διαχρονική παραγωγή της ΕΛΣ αναβιώνει για τέσσερις μοναδικές παραστάσεις από τις 25 Οκτωβρίου έως την 1η Νοεμβρίου 2017, σε μουσική διεύθυνση Ηλία Βουδούρη και σκηνοθεσία Νίκου Πετρόπουλου.
Από το 1851 που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βενετία, έως σήμερα ο Ριγολέττος έχει χειροκροτηθεί από χιλιάδες θεατές σε όλο τον κόσμο και δικαίως έχει χαρακτηριστεί ως μια από τις δημοφιλέστερες όπερες όλων των εποχών. Στον Ριγολέττο, ο Βέρντι αλλάζει σελίδα στην συνθετική του διαδρομή και παρουσιάζει ένα έργο με ξεκάθαρο στίγμα και αυξημένη διάθεση για πειραματισμό. “Καινοτομία της μουσικής, του ύφους, της μορφής των κομματιών. Θαυμαστή δουλειά της ενορχήστρωσης: αυτή η ορχήστρα μιλά, δακρύζει, συγκινεί”, γράφει με ενθουσιασμό την επομένη της παγκόσμιας πρώτης του Ριγολέττου, στις 12 Μαρτίου 1851, ο Ιταλός κριτικός Τομμάζο Λοκατέλλι.
Στον Ριγολέττο οι αντιθέσεις συνιστούν βασικό στοιχείο, καθώς οι μεταπτώσεις ανάμεσα σε λυρικές και δραματικές σκηνές εξασφαλίζουν τη διαρκή ροή της υπόθεσης, με μεγάλη ταχύτητα. Άλλωστε, η αντιφατική, σκοτεινή προσωπικότητα του χαρακτήρα του Ριγολέττου είναι το στοιχείο που ενέπνευσε και παρακίνησε τον Βέρντι να συνθέσει την όπερα αυτή.
Η ιστορία μιλά για τον έρωτα της Τζίλντας, κόρης του καμπούρη αυλικού γελωτοποιού Ριγολέττου, για τον έκλυτο Δούκα της Μάντοβας, ο οποίος της παρουσιάζεται ως φτωχός φοιτητής. Προκειμένου να εκδικηθεί για τη χαμένη τιμή της κόρης του, ο Ριγολέττος καταστρώνει τη δολοφονία του Δούκα. Ανακαλύπτοντας τα σχέδια του πατέρα της, η Τζίλντα αποφασίζει να σώσει τον αγαπημένο της και να θυσιαστεί, παίρνοντας τη θέση του.
Ο σκηνοθέτης Νίκος Σ. Πετρόπουλος έχει μεταφέρει τη δράση του Ριγολέττου από τη Μάντοβα του 16ου αιώνα στην Ιταλία του Μουσολίνι, λίγο πριν το ξέσπασμα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Το αλαζονικό περιβάλλον του έκλυτου Δούκα της Μάντοβας μεταφέρεται σε αυτή την εποχή της συνομωσίας και της υπεροψίας. Η έντονα δραματική μουσική του Βέρντι δένει με μία ατμόσφαιρα, όπου όλοι και όλα κινούνται μέσα σε σκιές. Ο σκηνοθέτης σημειώνει: “Μιλάνο, Μάρτιος του 1938. Η Ιταλία αυτοκρατορία πλέον, από το 1936. Το απόγειο της φασιστικής δόξας. Ένα κράτος πριν την αρχή της κατάρρευσης και της καταστροφής. Ήθη έκλυτα, υπεροψία της εξουσίας, αυθαιρεσία, καμαρίλα, συνωμοσίες, οίηση. Το ιδανικότερο πλαίσιο για μία χρονολογική, τίμια, μεταφορά του Ριγολέττου σε ένα φιλμ νουάρ. Όμως, όλα αυτά δεν τα αντιμετωπίζουμε ακόμα και σήμερα; Να λοιπόν η δυναμική του έργου”.
Στον ρόλο του τίτλου, ο σπουδαίος Έλληνας βαρύτονος Δημήτρης Πλατανιάς, ο οποίος έκανε το ντεμπούτο του στον ρόλο το 2008/9 στη Λυρική και έκτοτε τον έχει ερμηνεύσει με τεράστια επιτυχία σε σπουδαία λυρικά θέατρα, όπως η Royal Opera House του Λονδίνου, το Fenice της Βενετίας, το Teatro Massimo του Παλέρμο, το Barbican του Λονδίνου, το La Monnaie των Βρυξελλών, το Concertgebouw του Άμστερνταμ κ.α. Οι κορυφαίες βρετανικές εφημερίδες έγραψαν διθυραμβικές κριτικές για την ερμηνεία του: “Η ερμηνεία του βαρύτονου Δημήτρη Πλατανιά στο ρόλο του τίτλου προκαλεί δέος – κανένα ίχνος κόπωσης στη φωνή του μέχρι και την τελευταία κραυγή απελπισίας” γράφει ο George Hall στον Guardian, ενώ ο Rupert Christiansen στην Telegraph σημειώνει: “Ένας βαρύτονος – αληθινό θηρίο, με μια καταπληκτική φωνή. Η φλογερή δύναμη της ερμηνείας του, είχε ως αποτέλεσμα την πανηγυρική υποδοχή του κοινού”.
Την Τζίλντα ερμηνεύει η διεθνώς αναγνωρισμένη Ελληνίδα υψίφωνος Χριστίνα Πουλίτση, η οποία από τη φετινή σεζόν ανήκει στο καλλιτεχνικό δυναμικό της ΕΛΣ. Στον ρόλο του Δούκα της Μάντοβας o διακεκριμένος τενόρος της ΕΛΣ Γιάννης Χριστόπουλος. Στον ρόλο του Σπαραφουτσίλε ο σπουδαίος βαθύφωνος Δημήτρης Καβράκος, ενώ στον ρόλο της Μανταλένας η Ειρήνη Καράγιαννη. Μαζί τους μια πλειάδα Ελλήνων μονωδών της ΕΛΣ. Την Ορχήστρα της ΕΛΣ διευθύνει ο αρχιμουσικός Ηλίας Βουδούρης και τη Χορωδία της ΕΛΣ ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος.
Α’ Πράξη / Αίθουσα στο δουκικό μέγαρο, Μάντοβα, 16ος αιώνας. Κατά τη διάρκεια μιας γιορτής στο ανάκτορο ο Δούκας της Μάντοβας διηγείται στους αυλικούς τις νέες «περιπέτειές» του. Μιλά για μία όμορφη κοπέλα που έχει προσέξει στην εκκλησία και την οποία επιθυμεί να κατακτήσει. Την ίδια στιγμή φλερτάρει την κόμισσα του Τσεπράνο. Ο Ριγολέττος, ο καμπούρης γελωτοποιός της Αυλής, χλευάζει το σύζυγο της κόμισσας και παροτρύνει το Δούκα να εξορίσει, ακόμα και να εκτελέσει τον κόμη του Τσεπράνο. Όταν ο ιππότης Μαρούλλο διαδίδει τη φήμη ότι ο Ριγολέττος έχει κρυφή ερωμένη, όλοι μαζί οι αυλικοί αποφασίζουν να τον εκδικηθούν απάγοντάς την. Ο κόμης του Μοντερόνε κατηγορεί το Δούκα ότι έχει ατιμάσει την κόρη του και, ενοχλημένος από τα ειρωνικά σχόλια του γελωτοποιού, καταριέται τόσο τον Ριγολέττο, όσο και το Δούκα.
Σε ένα δρόμο κοντά στο σπίτι του Ριγολέττου. Αναλογιζόμενος συνεχώς την κατάρα του κόμη του Μοντερόνε, ο Ριγολέττος επιστρέφει στο σπίτι του. Λίγο προτού φτάσει, τον πλησιάζει ο Σπαραφουτσίλε, δολοφόνος επί πληρωμή. Στο σπίτι η Τζίλντα, κόρη του Ριγολέττου, διαβεβαιώνει τον πατέρα της ότι δεν βγαίνει παρά μόνο για να εκκλησιαστεί. Όταν ο Ριγολέττος αποσύρεται, εμφανίζεται ο Δούκας, ο οποίος κρυφακούει την Τζίλντα να εξομολογείται στη βάγια της ότι αισθάνεται ενοχές, επειδή δεν ανέφερε στον πατέρα της τον άγνωστο νεαρό που έχει συναντήσει στην εκκλησία, ο οποίος δεν είναι άλλος από το Δούκα. Τη στιγμή που μιλά για τον έρωτά της, εμφανίζεται ο Δούκας και εκφράζει στην Τζίλντα τα αισθήματά του, λέγοντάς της πως είναι φτωχός σπουδαστής. Στο μεταξύ, καταφτάνουν ο κόμης του Τσεπράνο, ο Μπόρσα και ο Μαρούλλο, με σκοπό να απαγάγουν αυτήν που νομίζουν ερωμένη του Ριγολέττου. Όταν ο γελωτοποιός τούς ξαφνιάζει, εκείνοι τον πείθουν ότι θέλουν να απαγάγουν την κόμισσα του Τσεπράνο και του ζητούν να τους βοηθήσει. Ο Ριγολέττος δέχεται, και εκείνοι του δένουν τα μάτια. Καθυστερημένα, αφού οι άνδρες έχουν αρπάξει την Τζίλντα, ο πατέρας της συνειδητοποιεί την αλήθεια.
Β’ Πράξη / Στο δουκικό μέγαρο. Οι ευγενείς, που ακόμη αγνοούν την πραγματική σχέση της κοπέλας με το γελωτοποιό, πληροφορούν το Δούκα ότι έχουν απαγάγει την ερωμένη του Ριγολέττου. Ο Δούκας σπεύδει να τη βρει, ώστε να μείνει μόνος μαζί της. Ο Ριγολέττος εκλιπαρεί τους αυλικούς να την ελευθερώσουν. Έπειτα εμφανίζεται η Τζίλντα, κυριευμένη από έρωτα, αλλά και τύψεις. Οι αυλικοί ξαφνιάζονται μόλις συνειδητοποιούν ότι δεν πρόκειται για την ερωμένη, αλλά για την κόρη του γελωτοποιού. Οργισμένος, ο Ριγολέττος ορκίζεται ότι θα εκδικηθεί το Δούκα.
Γ’ Πράξη / Κοντά στον ποταμό Μίντσο, στα περίχωρα της Μάντοβας. Ο Ριγολέττος και η Τζίλντα φτάνουν σε ένα μαγειρείο, όπου βρίσκεται επίσης ο Σπαραφουτσίλε. Ο Ριγολέττος κλείνει συμφωνία μαζί του, σχεδιάζοντας τη δολοφονία του άνδρα που ατίμασε την κόρη του. Λίγο αργότερα η Τζίλντα βλέπει κρυφά το Δούκα να φλερτάρει τη Μανταλένα, αδερφή του Σπαραφουτσίλε. Γοητευμένη από το Δούκα, η Μανταλένα παρακαλεί τον αδερφό της να αθετήσει τη συμφωνία με το γελωτοποιό. Εκείνος της υπόσχεται ότι, αν κάποιος άλλος μπει την κατάλληλη στιγμή στο μαγειρείο, θα σκοτώσει εκείνον αντί του υποψήφιου θύματος. Η ερωτευμένη Τζίλντα, η οποία κρυφακούει τη συνομιλία, αποφασίζει να θυσιάσει τη ζωή της. Πράγματι, μεταμφιεσμένη σε άνδρα, χτυπά εγκαίρως την πόρτα τους.
Ο Ριγολέττος καταφτάνει με τα χρήματα. Ο Σπαραφουτσίλε του παραδίδει μέσα σε σακί ένα δολοφονημένο σώμα. Προτού ρίξει το πτώμα στον ποταμό, ο Ριγολέττος ακούει από μακριά τη φωνή του Δούκα. Κατάπληκτος, ανοίγει το σακί και αντικρίζει την ετοιμοθάνατη κόρη του. Απελπισμένος, θυμάται και πάλι την κατάρα του κόμη του Μοντερόνε.