Στο τραπέζι, απέναντί μου, κάθεται ένα παιδί. Είναι – δεν είναι 13 χρονών. Μένει σ’ ένα διαμέρισμα μιας φτωχικής γειτονιάς του γαλλο-αμερικανικού Κεμπέκ, στην Murray Avenue· αριθμός 887. Αυτό το αγόρι λέγεται Ρομπέρ Λεπάζ.
Η μνήμη του κορυφαίου Καναδού σκηνοθέτη, 60 χρονών σήμερα, στροβιλίζεται επίμονα στα δύσκολα παιδικά του χρόνια, εκεί απ’ όπου άντλησε υλικό για το ερμηνευτικό του σόλο με τίτλο «887» – με το οποίο και επιστρέφει στην Αθήνα και στη σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση έξι χρόνια μετά το συνταρακτικό «The far side of the moon». «Είναι ένα έργο για τη μνήμη, ένα σημαντικό κεφάλαιο στην πορεία κάθε ηθοποιού. Πάντα θεωρούσα πως το θέατρο είναι το σπορ της μνήμης. Γι’ αυτό και κάνω μια επίσκεψη στα χρόνια της νιότης μου, τη δεκαετία του 1960-1970, όταν μόλις είχα αρχίσει να μπαίνω στην εφηβεία και διατηρούσα ακόμα μια ευαίσθητη αντίληψη για τον κόσμο, όταν ήμουν ένας παρατηρητής. Ο Καναδάς τότε βίωνε μια περίοδο κοινωνικο-πολιτικής αναταραχής, συνέβαιναν ή επρόκειτο να συμβούν αλλαγές μα τότε δεν μπορούσα να καταλάβω το γιατί» θυμάται σήμερα. «Το “887” λοιπόν, δεν είναι μια νοσταλγική παράσταση που απλώς αναβιώνει μια χαριτωμένη παιδικότητα· είναι μια διαδικασία ενεργοποίησης της προσωπικής μνήμης που αντικατοπτρίζει τη συλλογική μνήμη των ανθρώπων· μια προσπάθεια επανασύνδεσης με τον Καναδά του παρελθόντος, μια προσπάθεια να μεταφέρω την ηχώ της εποχής».
Αν ρωτούσες το Ρομπέρ Λεπάζ για την παιδική του ηλικία πριν καταπιαστεί με το «887» θα απαντούσε ότι έζησε ευτυχισμένα τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Μετά την έρευνα του στο οικογενειακό αρχείο, τις 1000 φορές που διέτρεξε τα φωτογραφικά άλμπουμ των Λεπάζ, η μνήμη του ζωντάνεψε. Συνειδητοποίησε πως «υπήρχε και μια πλευρά πόνου, οδύνης κι έντασης που είχα απωθήσει. Σαν να είχε μπει, όλα αυτά τα χρόνια, σε λειτουργία ένας μηχανισμός άμυνας».
Γιος ενός οδηγού ταξί, γεννημένος σε μια λαϊκή συνοικία του Κεμπέκ διέσχιζε κάθε μέρα μια γειτονιά πλουσίων για να φτάσει στο σχολείο του – αναγνωρίζοντας κατ’ επανάληψη τον ταξικό διαχωρισμό της καναδικής κοινωνίας. Την ίδια ώρα, ο πατέρας του, έμπειρος ταξιτζής κι άριστος γνώστης Γαλλικών και Αγγλικών, λειτουργούσε για χρόνια σαν ένας σιωπηρός ενδιάμεσος στη μένουσα σύγκρουση μεταξύ των δύο κοινοτήτων μα και σε αυτή των διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων. Σχεδόν πέντε δεκαετίες αργότερα, ο Ρομπέρ Λεπάζ επιστρέφει στην περιοχή των προσωπικών και οικογενειακών βιωμάτων για να φωτίσει μια μεγαλύτερη πραγματικότητα. «Αν θέλεις να διακρίνεις τη μεγαλύτερη εικόνα τότε δεν έχεις παρά να κατανοήσεις τη μικρή. Αν θέλεις να προχωρήσεις στη ζωή, δεν έχεις παρά να συμβιβαστείς με το παρελθόν σου. Αν δεν κάνεις αυτή την “άσκηση”, τότε δεν υπάρχει μέλλον. Γιατί όλοι επιχειρούμε να πάμε παρακάτω αγνοώντας αλήθειες που έχουν γράψει ιστορία».
Αν θέλεις να προχωρήσεις στη ζωή, δεν έχεις παρά να συμβιβαστείς με το παρελθόν σου
Παρότι, δεν είναι η πρώτη φορά που ο διεθνής δημιουργός δοκιμάζει μια αυτοβιογραφική περφόρμανς, δεν ήταν εύκολο ν’ αγγίξει μια τόσο προσωπική συχνότητα. «Ναι, είναι δύσκολο να μιλάς για τον εαυτό σου. Γι’ αυτό και υποκρίνομαι πως δεν κάνω θέατρο. Η παράσταση αυτή έχει μια ευελιξία. Στην αρχή της, στα δέκα πρώτα λεπτά, μοιάζει με διάλεξη κι όσο περνάει η ώρα χτίζω την αυτοπεποίθηση μου, την εμπιστοσύνη με το κοινό, συστήνω στους θεατές τους κανόνες αυτής της συνάντησης και μόλις αισθανθώ έτοιμος, κάπως προστατευμένος, ξεγυμνώνομαι. Δεν είναι από την αρχή μια θεατρική κατασκευή, εξελίσσεται σε τέτοια» διευκρινίζει.
Ακόμα και με θεατρικούς όρους, ο Λεπάζ βρίσκει καθαρτική την εμπειρία του auto-fiction θεάτρου – όχι με την έννοια της “θεραπευτικής” οδού αλλά χάρη στη δυνατότητα να μιλήσει πιο αληθινά, πιο γενναιόδωρα. «Η αλήθεια μας οδηγεί συχνά σ’ ένα καλύτερο θέατρο, σε περισσότερη ποίηση. Είναι πιο εύκολο να μεταβολίσει κανείς ένα θέατρο που στηρίζεται στην αλήθεια. Όπως έλεγε και ο Πικάσο “η τέχνη είναι ένα μεγάλο ψέμα που σου επιτρέπει να εκφράσεις καλύτερα την αλήθεια”».
Το «887» είναι για τον Ρομπέρ Λεπάζ μια επιστροφή όχι μόνο στο παρελθόν του αλλά και στη σκηνή, αφού η πλειονότητα των δραστηριοτήτων του εντοπίζεται στη σκηνοθεσία. Φροντίζει, λοιπόν, ανά δεκαετία να επανακάμπτει ερμηνευτικά έχοντας την ανάγκη «να παίξω σαν ηθοποιός και να κάνω κάτι μόνος. Συνήθως οι πολυπρόσωπες παραστάσεις απαιτούν συμβιβασμούς κι εγώ αισθανόμουν πως είχα προσωπικά πράγματα να διατυπώσω».
Θα σταθεί, πλάι σ’ ένα κουκλόσπιτο που αναπαριστά την πολυκατοικία όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια, ενθυμούμενος τα παιχνίδια που έπαιζε μικρός, όταν ο πλανήτης χωρούσε σ’ ένα κουτί. «Αυτό είναι και το παιχνίδι του θεάτρου» υπενθυμίζει. «Χωράει όλον τον κόσμο σ’ ένα κουτί».
Και μολονότι ο Ρομπέρ Λεπάζ καταπιάνεται με υλικά μνήμης, τα αναδεύει με κάτι από μέλλον, με σύγχρονα τεχνολογικά εργαλεία που του προσφέρουν καινούργιους τρόπους για ν’ αφηγηθεί μια ιστορία. Δηλώνει εξάλλου θιασώτης της πεποίθησης πως η θεατρική φόρμα είναι εξίσου σημαντική με το περιεχόμενο μιας παράστασης. «Το σημερινό κοινό είναι εκτεθειμένο στην τέχνη της αφήγησης με 1000 τρόπους. Και πιθανώς όταν ανεβαίνεις στη σκηνή χρησιμοποιώντας ένα παραδοσιακό λεξιλόγιο, αυτό το κοινό φτάνει στο τέλος της ιστορίας πριν από σένα. Γι’ αυτό χρησιμοποιώ τη νέα τεχνολογία, για να κινούμαι παράλληλα με τη σκέψη, την ευφυΐα, τη γνώση του κοινού σήμερα».
Μόνος, με τη βοήθεια τεχνολογικών μέσων ή χωρίς, ο Ρομπέρ Λεπάζ εξακολουθεί να είναι το ντροπαλό, ονειροπόλο αγόρι της Murray Avenue, εκείνο που πίστευε ότι οι συλλογικότητες μπορούν να φέρουν την αλλαγή. Γι’ αυτό, εξάλλου, και αφιερώθηκε στο θέατρο. Εκεί ένιωσε την ασφάλεια της «συμμορίας». «Τη δύναμη να είμαστε πολλοί μαζί, με όρεξη να φτιάξουμε ή να αλλάξουμε κάτι. Ακόμα και τον κόσμο».