Μαρία Καβογιάννη: Δεν με οδήγησε ποτέ η λόξα της αναγνώρισης αλλά το όνειρο της γεμάτης ψυχής
Η καλή ηθοποιός παρέκαμψε την παγίδα της αλαζονείας και δεν την σαγήνευσε ποτέ η ιδιότητα της πρωταγωνίστριας. Κι, όπως λέει, δεν ήταν δύσκολο. Φωτογραφίες Ελίνα Γιουνανλή
Από το ανοιχτό τζάμι φτάνει η φθινοπωρινή δροσιά του απογεύματος και ο, κάπως, μακρινός θόρυβος της πόλης. Ο άνετος καναπές του σαλονιού της κοιτάζει σ’ έναν ήσυχο πεζόδρομο, όπου σπανίως πατάει ρόδα αυτοκινήτου. Νωρίτερα, πριν “δραπετεύσει” στο δρόμο, το βλέμμα του επισκέπτη φιλτράρεται πάνω στα γλυπτά του άνδρα της, σε πίνακες και σε βιβλία, πολλά βιβλία. Η Μαρία Καβογιάννη δεν αποχωρίζεται εύκολα το βασίλειο της· το πατρικό της σπίτι, μια ευήλια κατοικία του ’50 σκαρφαλωμένη κάπου στα ορεινά της Αθήνας. Εκεί κουρνιάζει όταν δεν δουλεύει, αυτός ο χώρος είναι συνδεδεμένος με τους πιο αγαπημένους της ανθρώπους και τις δυνατότερες συγκινήσεις της ζωής της, την πόρτα αυτής της στέγης ανοίγει πρόθυμα και φιλόξενα αν χρειαστεί να υποδεχθεί επισκέπτες “περίεργους” για τα πεπραγμένα της. Αυτή η πρόσκληση στο σπίτι της ωστόσο επιβεβαιώνει μια ιδρυτική αρχή για την προσωπική ζωή όσο και την πορεία της Μαρίας Καβογιάννη στην τέχνη: Πως είναι ένας άνθρωπος ο οποίος απελευθερώνεται σε γνώριμα περιβάλλοντα, σε συνθήκες που η ίδια έχει δημιουργήσει και με πρόσωπα που εκτιμά και εμπιστεύεται. Υπό αυτή την έννοια, η επιστροφή της στην κοιτίδα της, το Θέατρο Τέχνης, άργησε αρκετά χρόνια. Παρόλα αυτά, εκείνη δηλώνει σήμερα, πιο κοντά στον εαυτό της από ποτέ.
Επιστρέφετε στο «Τέχνης». Ανατρέχετε στις ρίζες σας μ’ έναν τρόπο;
Ναι – και όχι μόνο τώρα που βρίσκομαι στο «Τέχνης». Ανατρέχω στις ρίζες μου με την έννοια ότι θέλω υπάρχω σ’ ένα προστατευμένο περιβάλλον, να μυρίζω οικείες μυρωδιές. Έχω αυτή τη συνήθεια από παιδί. Ηταν μεγάλη μου επιθυμία, από την εποχή που ξεκινούσα στο θέατρο να εξελιχθώ ανάμεσα σε πρόσωπα που αγαπώ, που θαυμάζω, που σέβομαι και μαζί να πορευτούμε. Για μένα το θέατρο, δεν ήταν ένα προσωπικό όνειρο, ήθελα πάντα να το ζήσω μαζί με τους άλλους ή, τέλος πάντων, όσους θεωρούσα δικούς μου ανθρώπους. Κι αυτή η συνθήκη μου γεννούσε το αίσθημα μιας ασφάλειας.
Παρότι το θέατρο είναι μια επαγγελματική συνθήκη ανασφάλειας…
Έχω βιώσει την ανασφάλεια του θεάτρου και την έχω αποδεχθεί. Σαφώς ήμουν τυχερή γιατί συμμετείχα σε αξιόλογες δουλειές, γιατί γνώρισα σπουδαίους καλλιτέχνες αλλά αυτά συνέβαιναν παράλληλα με την ανασφαλή φύση του θεάτρου.
Το θέατρο είναι μια παράταση ζωής που αφορά αποκλειστικά την ψυχή σου
Τι σημαίνει για εσάς η επάνοδος στο Θέατρο Τέχνης;
Καταρχάς, πολλή συγκίνηση. Μπορεί να έχω τελειώσει τη δραματική σχολή του «Τέχνης» εδώ και πάρα πολλά χρόνια μα εξακολουθώ να αισθάνομαι το χώρο πολύ οικείο. Αυτή την εποχή, συνωστίζονται στο μυαλό μου πολλές αναμνήσεις κι είναι σχεδόν σαν να ξαναζώ τα νιάτα μου από την αρχή, σαν να ξαναβρίσκω την εφηβεία μου.
Τι είδους αναμνήσεις έχετε;
Πολύ γλυκά συμβάντα γιατί, μην ξεχνάτε πως, σας μιλώ για την εποχή της αθωότητας μου. Τότε το θέατρο ήταν ένα υλικό ψυχής, έτσι το προσεγγίζαμε όλοι ξεκινώντας· ήταν μια υπαρξιακή αναζήτηση που δεν είχε σχέση με το επάγγελμα του ηθοποιού όσο με την ανάγκη για παιχνίδι· με την ανάγκη να παρατείνουμε τη ζωή μας. Και τώρα, μέσα στο θέατρο της Φρυνίχου ζωντανεύουν όλα αυτά τα πρώτα, αγνά συναισθήματα.
Σας δικαίωσε το θέατρο για εκείνη την πρώτη αίσθηση;
Απολύτως. Το θέατρο είναι μια παράταση ζωής που αφορά αποκλειστικά την ψυχή σου· μετά ακολουθεί ο βιοπορισμός σου ή οτιδήποτε άλλο. Το θέατρο εξασφαλίζει την χαρά της επικοινωνίας με τους άλλους – εγώ σ’ αυτό στάθηκα τυχερή κάνοντας αληθινούς φίλους – κι αυτό λειτουργεί αντίστροφα. Ακόμα και οι θεατές, οι άνθρωποι που δεν σε γνωρίζουν σε αισθάνονται δικό τους άνθρωπο. Κι έτσι το μόνο που έχω να πω είναι πως στο θέατρο βρήκα μια ανοιχτή αγκαλιά.
Αποδείχθηκε πως η τέχνη ήταν μοίρα για μένα. Καμιά φορά σκέφτομαι πως τα πράγματα υπάρχουν πριν από εμάς
Ο Κάρολος Κουν είναι κι αυτός μια ανάμνηση ή είναι η αφετηρία των πραγμάτων στο θέατρο;
Είναι οπωσδήποτε η αφετηρία. Ο Κουν σαν άνθρωπος εξέπεμπε ένα φως, που διαχεόταν σ’ όλους αυτούς τους χώρους. Ήταν μια σπουδαία φυσιογνωμία – ακόμα και η φιγούρα του σου προκαλούσε ένα δέος. Πλέον, στη Φρυνίχου έχει μείνει μόνο η μεγάλη, ασπρόμαυρη φωτογραφία του που τη βλέπω κι αναπολώ όσα κουβαλούσε στα μάτια μου αυτός ο άνθρωπος όταν τον πρωτογνώρισα.
Τι συνέβη τότε, στο ξεκίνημα σας; Με δύο πανεπιστημιακά πτυχία και στο τέλος επικράτησε η τέχνη…
Αποδείχθηκε πως η τέχνη ήταν μοίρα για μένα. Καμιά φορά σκέφτομαι πως τα πράγματα υπάρχουν πριν από εμάς και μας οδηγούν. Δεν είχα καθόλου σκοπό το θέατρο· και μόνο στη σκέψη του ήμουν πολύ δειλή. Ισως αν δεν είχα γνωρίσει κάποιους ανθρώπους που, στην πορεία, έγιναν σχέσεις ζωής να μην είχα πάρει αυτό το δρόμο. Τότε ήθελα απλώς να παίζω με τους φίλους μου, με μια παιδική θέρμη – όπως όταν γνωρίζεις τα παιδιά της γειτονιάς και βγαίνεις στο δρόμο για να παίξεις μαζί τους. Ακολούθησα λοιπόν τους φίλους μου μέχρι που μαγεύτηκα από το χώρο και, λίγο αργότερα, μπόρεσα να κάνω τα δικά μου βήματα, σε μια αυτόνομη σχέση με την τέχνη.
Και τώρα σε ποια στιγμή σας συναντάμε;
Στη στιγμή που με ενδιαφέρει να κάνω αυτό που αληθινά με ενδιαφέρει· να παίρνω αποφάσεις, να κινώ τα νήματα, να μην στέκομαι παθητική σε όσα με εκφράζουν. Φυσικά και δεν μπορώ να πω με σιγουριά ότι κάθε χρόνο θα βρίσκομαι σε όποια σκηνή επιθυμώ! Κατανοώ πως οι συμβιβασμοί είναι προϋπόθεση αυτής της δουλειάς.
Αυτό σημαίνει πως, κάποτε, προδώσατε όσα σας ενδιέφεραν;
Όχι, όσο μπορούσα ήμουν συνεπής. Πορεύτηκα με πολλά «όχι» και πολύ λιγότερα «ναι».
Γι’ αυτό και, κατά καιρούς, παίρνετε αποστάσεις από το θέατρο;
Ακριβώς. Δεν μου συμβαίνει συχνά να βρίσκω προτάσεις που με κεντρίζουν.
Πορεύτηκα με πολλά «όχι» και πολύ λιγότερα «ναι»
Έχετε χάσει πράγματα από αυτή την επιλεκτική διάθεση;
Φυσικά, αλλά έχω κερδίσει κιόλας.
Τι έχετε χάσει;
Έχω αρνηθεί προτάσεις για συνεργασίες που, εκ των υστέρων, μετάνιωσα. Μετάνιωσα, ας πούμε, όταν είδα κάποιες παραστάσεις ν’ ανεβαίνουν κι εγώ δεν ήμουν κομμάτι τους.
Ρόλους προσπεράσατε;
Όχι, δεν μου έχουν δημιουργηθεί τέτοια συμπτώματα έλλειψης. Δεν εξαρτώμαι από τους ρόλους που δεν έπαιξα γιατί έχω προσμονή γι’ αυτούς που θα έρθουν. Μου αρέσει να πορεύομαι μέσα στο άγνωστο και στην έκπληξη που αυτό μπορεί να μου δημιουργήσει.
Πάντως, το κλασικό ρεπερτόριο σας έχει διαφύγει.
Ναι, αλλά δεν έχω ούτε το απωθημένο του κλασικού ρόλου. Αν είναι να συμβεί, θα συμβεί. Αφήνομαι στην πορεία των πραγμάτων.
Επομένως, τι σας κάνει να επιστρέφετε κάθε φορά;
Τα πρόσωπα, τα έργα, οι ρόλοι – κι όλα αυτά σε συνάρτηση. Χρειάζομαι μια δυνατή συγκυρία για να δουλέψω.
Νιώθω κάπως σαν μαθήτρια στο πειραματικό θέατρο
Συνεπώς όχι μόνο επιστρέφετε αλλά είστε κι αποφασισμένη.
Ναι. Θέλω πια να ορίζω τα πράγματα στη δουλειά μου μ’ έναν τρόπο· εγώ αλλά και κάποιοι άνθρωποι τους οποίους πιστεύω και θαυμάζω. Θέλω να έχω ένα λόγο στο θέατρο που κάνω. Κουράστηκα να είμαι μόνο αποδέκτης προτάσεων, τώρα με απασχολεί να είμαι και φορέας των προτάσεων αυτών. Σ’ αυτό το πλαίσιο κινείται και η, από κοινού πρόταση, με την Καίτη Κωνσταντίνου πάνω στις «Διαβολογυναίκες» σε σκηνοθεσία του Τάκη Τζαμαργιά που θα έρθει μετά το «Προς Ελευσίνα». Έχουμε σχεδιάσει πολλά γι’ αυτή την παράσταση: Μια πρόταση νουάρ που θα έχει αισθητικλες ποιότητες από αυτές που έχω ζηλέψει παρακολουθώντας θέατρο στο εξωτερικό.
Είστε έτοιμη λοιπόν να κάνετε ανοίγματα. Ανάμεσα σε αυτά θα κάνατε και πειραματικό θέατρο;
Ομολογώ πως είχα την περιέργεια να δω πως λειτουργεί αυτός ο χώρος. Και το «Προς Ελευσίνα» είναι, σχεδόν, μια τέτοιου ύφους παράσταση. Με αποτέλεσμα τώρα να νιώθω κάπως σαν μαθήτρια.
Στο μεταξύ, τι έχετε καταλάβει για τον εαυτό και τις δυνάμεις σας επί σκηνής;
Δεν ξέρω ποια είμαι στη σκηνή αλλά ξέρω τι νιώθω. Και πάνω στη σκηνή νιώθω μια ζεστασιά. Μπορεί λίγο πριν βγω στα φώτα να διακατέχομαι από ένα φοβερό άγχος – πολλές φορές νιώθω σαν να είμαι καρδιακή, όλες οι αισθήσεις μου είναι σε ένταση και βιώνω το στρες της έκθεσης – αλλά μόλις ξεκινήσει η παράσταση θερμαίνεται όλο μου το σώμα, ηρεμώ κι αυτό είναι κάτι που εισπράττω και αφομοιώνω από τον κόσμο στην πλατεία, από τους συναδέλφους μου στη σκηνή. Καταλαβαίνετε; Ολα πάλι οδηγούν στη συνθήκη μιας παρέας που μου είναι απολύτως αναγκαία.
Θέλω να έχω ένα λόγο στο θέατρο που κάνω. Κουράστηκα να είμαι μόνο αποδέκτης προτάσεων
Μπήκατε στο δίλημμα της προσωπικής σας “ταυτοποίησης”: Αν είστε κωμική ή δραματική ηθοποιός;
Δεν μου αρέσουν οι ετικέτες. Και δεν πιστεύω ότι ο ηθοποιός έχει μόνο μια ζώνη στην οποία μπορεί να εκφραστεί – όχι. Είτε με την κωμωδία, είτε με το δράμα η πρόκληση είναι η μία: Να υπηρετήσεις ένα ρόλο, αυτός σε οδηγεί. Ευτυχώς, μου δόθηκε η ευκαιρία να αποδείξω αυτή μου την πίστη και να παίξω ρόλους δραματικούς. Πάντως, νιώθω πολύ καλά κάτω απ’ όποια συνθήκη κι αν υπάρχω. Απλώς στην κωμωδία έχω περισσότερο την αίσθηση της χαράς του κόσμου, όπως αυτή μεταδίδεται στην πλατεία και στο δράμα έχω την αίσθηση της συγκίνησης. Σε κάθε περίπτωση δεν μου λείπει το συναίσθημα ότι επικοινωνώ με το κοινό.
Στην παλέτα των δραματικών σας ρόλων πάντως, υπάρχει μια σύμπτωση: Παίζετε σε έργα που πραγματεύονται το θάνατο. Πρώτα στη «Φουρκέτα», και τώρα στο «Προς Ελευσίνα».
Μα ό,τι κι αν κάνουμε εμείς οι άνθρωποι στην πραγματικότητα του θανάτου αναφέρεται. Ακόμα και η τέχνη είναι μια τέτοια μάχη μπροστά στο ανεξήγητο και στο τρομακτικό του θανάτου. Πάντως, έχετε δίκιο· είναι σαν να πήρα την ηρωίδα της «Φουρκέτας» και τώρα να την ανεβάζω στον ουρανό.
Θέλει θάρρος να συναντηθείτε με τέτοιους ρόλους τη στιγμή που έχετε βιώσει και την απώλεια στη ζωή;
Το βίωμα της απώλειας με βοήθησε να δω κατάματα αυτούς τους ρόλους. Πολλές φορές δηλαδή κουβαλάω την απώλεια μέσα στο ρόλο. Στο «Προς Ελευσίνα» κουβαλάω την απώλεια της δικής μου μητέρας. Παίρνω το ρόλο του απολεσθέντος και μιλάω εκ μέρους του. Κι έτσι δεν θέλω θάρρος για να μπω πιο βαθιά σε αυτές τις διαδικασίες – απεναντίας, καμιά φορά, νιώθω ανακούφιση.
Δεν αναμετριέστε δηλαδή με την ίδια την απώλεια;
Αναβιώνω το πένθος αλλά όχι με την ένταση της πραγματικής στιγμής του χαμού. Τώρα προσπαθώ να το ξορκίσω.
Είστε άλλος άνθρωπος μετά την απώλεια αγαπημένων σας προσώπων;
Ναι, ήταν κομβικό σημείο της ζωής μου. Αλλά δεν ξεχνώ πως κομβικό σημείο της ζωής μου είναι και η γέννηση – η γέννηση της κόρης μου για παράδειγμα. Και τα δύο συμβάντα εγγράφησαν στην ψυχή μου με το πρόσημο μιας κάθαρσης.
Τι άλλο σας έχει καθορίσει ως άνθρωπο;
Ο τρόπος που μεγάλωσα. Ηταν η προσφορά των γονιών μου καθοριστική· και φυσικά το ότι οι γονείς μου ήταν καλλιτέχνες όρισε το βλέμμα μου στη ζωή και αργότερα στο θέατρο.
Βγήκατε, ποτέ, από αυτές τις ράγες; Φερθήκατε με έπαρση ή με αλαζονεία;
Δεν απαλλάχθηκα ποτέ από την ταπεινότητα που χαρακτήριζε την οικογένεια μου. Με περιέγραφε πάντα μια ντροπή προς τον περίγυρο. Ο,τι κατάφερα, το κατάφερα όπως και οι γονείς μου, με μια συστολή. Και δεν με οδήγησε ποτέ η λόξα της αναγνώρισης αλλά το όνειρο της γεμάτης ψυχής, το εσωτερικό παίδεμα.
Αρα δεν πέσατε στην παγίδα και στην αγωνία της πρωταγωνίστριας;
Ποτέ. Οχι, μόνο δεν έχω μπει στο τριπ της πρωταγωνίστριας αλλά και, εδώ που τα λέμε, δεν μου αρέσει καν ο όρος. Οποιος ανεβαίνει στη σκηνή πρωταγωνιστεί. Ακόμα κι αν ο δικός μου ρόλος είναι πιο προβεβλημένος, θέλω να διέπει τα πράγματα μια ισοτιμία.
Δεν απαλλάχθηκα ποτέ από την ταπεινότητα που χαρακτήριζε την οικογένεια μου
Σας ενοχλεί που ο κόσμος σας αναγνωρίζει από την τηλεόραση κι όχι από τον θεατρικό σας κόπο;
Οχι, καθόλου. Φυσικά και ευχαριστιέμαι πολύ όταν βρίσκονται θεατές που μου μιλούν για τη συμμετοχή μου σε μια παράσταση αλλά την ίδια ώρα καταλαβαίνω τη δύναμη ενός μέσου σαν την τηλεόραση.
Απωθήσατε την αναγνωρισιμότητα της τηλεόρασης;
Μετά τα «Εγκλήματα» ταρακουνήθηκα λίγο και αναζήτησα μιαν απόσταση από τα πράγματα. Δεν κοίταξα να εκμεταλλευτώ τις προτάσεις που μου γίνονταν τότε – και μου γίνονταν πολλές. Στη συνέχεια προσπάθησα να κάνω λίγα πράγματα στην τηλεόραση όπως κι έγινε. Παρόλα αυτά, δεν παρακάμπτω τίποτα απ’ όσα έκανα· ήταν όλες καλές και αξιοπρεπείς δουλειές.