Δέσποινα Κούρτη: Δεν θέλω να ισχυρίζομαι ότι τα ξέρω όλα
Η σημαντική ηθοποιός των δραματικών ρόλων πιστεύει πως έχει μεγάλη σημασία με ποιους θα φας τα μούτρα σου στο θέατρο – και όχι μόνο. Φωτογραφίες Κική Παπαδοπούλου
Όσες φορές χρειάζεται να μιλήσει για τον εαυτό της, κομπιάζει, σωπαίνει ή αντιστέκεται σθεναρά. Και καταλήγει πως «ίσως να φταίει και η δουλειά που με έχει κάνει να μιλάω για μένα μέσω των έργων και των ρόλων». Ετσι, στη συνομιλία με τη Δέσποινα Κούρτη δεν ήμασταν μόνες. Μαζί μας “καθόταν” η Μόλλυ Σουήνη, μια, σχεδόν εκ γεννετής, τυφλή κοπέλα, που στην ωριμότητα της ξαναβρίσκει την όραση της και συντρίβεται μέσα από τη νέα πραγματικότητα που αντικρίζει. Μαζί μας – αυτή όχι τόσο παρούσα – και η Εύα, η κόρη της Σάρλοτ (από τη «Φθινοπωρινή σονάτα» του Ιγκμαρ Μπέργκμαν) που επίσης επιχειρεί να ανακαλύψει τον εαυτό της μέσα από την τραυματισμένη σχέση με τη μητέρα της. Και οι δύο είναι ηρωίδες που συναντά αυτό το χειμώνα και, κατά σύμπτωση (μπορεί και όχι) καθεμιά βρίσκεται μπροστά στην αποκάλυψη της ταυτότητας της μέσα από τον άλλον. Κι ετσι, τελικά, δεν ήταν περίεργο που η Δέσποινα Κούρτη – αυτή η εύθραυστη ερμηνεύτρια των εσωτερικών εντάσεων – κατέληξε να δίνει την πιο προσωπική της συνέντευξη. Επιτέλους.
Εχεις υποδυθεί πάνω από τρεις φορές – άρα δεν είναι σύμπτωση – ηρωίδες των οποίων οι αισθήσεις πάσχουν. Είσαι, λοιπόν, μια ερμηνεύτρια των αισθήσεων;
Το ακούω πολύ σοβαρά αυτό που λες και, κατά πάσα πιθανότητα, ισχύει. Ισως κάποια από αυτά τα υλικά να είναι δικά μου, πολύ χαρακτηριστικά δικά μου και να μπορούν ν’ απελευθερωθούν ερήμην μου. Ωστόσο, κάθε φορά προσπαθώ να αναγνωρίσω τις πράξεις μιας ηρωίδας, να σχηματίσω το χαρακτήρα της, να διαγράψω μια ψυχική πορεία, να συναντήσω προσωπικά το θέμα ενός έργου χωρίς να το σκέφτομαι περαιτέρω. Δεν θέλω, δηλαδή, να χαρακτηρίζω τη δουλειά μου· μπορεί επίτηδες να θέλω να το αποφύγω για να μπορέσω να πω την ιστορία καθαρά.
Δεν έχεις αποκωδικοποιήσει, δηλαδή, τις υποκριτικές σου δυνατότητες;
Πάλι δεν μπορώ να απαντήσω και δεν ξέρω το γιατί. Η’ μάλλον ξέρω – δεν θέλω να το σκεφτώ. Ξέρω, βεβαίως, ότι με κάποια είδη δεν έχω ασχοληθεί καθόλου κι ίσως δεν θα μπορούσα πραγματικά να ασχοληθώ. Ξέρω ποιοι συγγραφείς είναι αυτοί που αγαπώ οι οποίοι μπορεί να είναι ένας οδηγός. Θα ήθελα, ας πούμε, να ξανακάνω Τσέχωφ και Σαίξπηρ.
Αισθάνεστε πιο κοντά στους δραματικούς ρόλους; Φέτος, ας πούμε, μετά τη «Μόλλυ Σουήνη» έρχεται η «Φθινοπωρινή σονάτα», ένα ακόμα έργο υψηλής δραματικής έντασης.
Ενας ηθοποιός αναγνωρίζει τι μπορεί, αφού έχει κάνει κάποια πράγματα. Ναι, είναι η αλήθεια τα έχει φέρει έτσι η ζωή ώστε να κάνω αυτές τις δραματουργίες. Και για να είμαι ειλικρινής, σε αυτή τη φάση, νιώθω τις δραματικές ηρωίδες πιο κοντά μου. Από την άλλη, πολλοί μου λένε πως έχω φοβερή πλάκα ενώ δεν έχω κάνει ποτέ μια κωμωδία του τύπου «πάρε κόσμε, να γελάσεις». Κι έτσι, ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να μου αποκαλυφθεί στη συνέχεια. Θέλω να είμαι ανοιχτή στις εκπλήξεις.
Θυμάσαι μια στιγμή καθοριστική από τα πρώτα σου βήματα στο θέατρο; Τότε που βεβαιώθηκες πως εδώ ανήκεις;
Υπήρξε μια στιγμή στη δραματική σχολή όταν ήρθε να διδάξει στο έτος μας ο Γιώργος Μιχαηλίδης ο οποίος με πέτυχε σε μια φάση που ήμουν μπερδεμένη γιατί αλλιώς περίμενα τα πράγματα στην εκπαιδευτική διαδικασία. Ο ερχομός του με ενέπνευσε και μου απόκαλυψε πολλά για το θέατρο. Δημιούργησε μέσα μου μια συνθήκη ομαδικότητας, ότι αυτό που συμβαίνει στο θέατρο συμβαίνει μόνο με τον άλλο. Αργότερα, βεβαίως, υπήρξαν κι άλλες συναντήσεις που στερέωσαν το θέατρο μέσα μου όπως η ομάδα του Στάθη Λιβαθινού από την πρώτη, κιόλας, δουλειά μας στο «Αμόρε», ο Θωμάς Μοσχόπουλος, ο Νίκος Χατζόπουλος, ο Σωτήρης Χατζάκης. Κάθε φορά, με τον καθένα ξεχωριστά, θέλω να έχω την αίσθηση ότι ξεκινάω από το μηδέν. Αυτός είναι ο τρόπος που δουλεύω.
Τι έχει αλλάξει σε σένα από τότε έως σήμερα;
Δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα· απλώς διαπιστώνω μια μεγαλύτερη ηρεμία – παρότι το θέατρο δεν είναι μια δουλειά ασφάλειας κι ούτε καν είναι το ζητούμενο να αισθανθώ ασφαλής πάνω στη σκηνή. Απεναντίας, πιστεύω πως πρέπει να ακροβατείς πάνω στη σκηνή. Πάντως, σε αυτή την ηρεμία εκτιμώ πως έχουν συμβάλει οι «Πυρ», συνεννοούμαστε πολύ καλά, υπάρχει τρομερή εμπιστοσύνη. Και ναι, λοιπόν, αισθάνομαι πιο ήσυχη και πιο αισιόδοξη.
Πολλοί μου λένε πως έχω φοβερή πλάκα ενώ δεν έχω κάνει ποτέ μια κωμωδία του τύπου «πάρε κόσμε, να γελάσεις»
Η συνεργασία με τον άνδρα σου, τον Αργύρη Ξάφη μοιάζει σχεδόν αδιαπραγμάτευτη και ειδικά μέσα από τους «Πυρ». Πως είναι να δουλεύεις τακτικά μ’ έναν τόσο δικό σου άνθρωπο;
Μου αρέσει πάρα πολύ. Με τον Αργύρη συνεννοούμαστε χωρίς να μιλάμε καν. Μπορεί να ειπωθεί μια λέξη και να ξέρουμε ο ένας τι θέλει να πει ο άλλος. Επίσης έχουμε κοινά ζητούμενα και στο θέατρο και στη ζωή γιατί το βέλος πάει πιο μακριά. Είναι πολύ σημαντικό το ότι υπάρχει κοινός κώδικας, κοινό γούστο, η δυνατότητα να δουλεύεις μέσα από δημιουργικές συγκρούσεις. Γιατί έχει πολύ μεγάλη σημασία με ποιους θα φας τα μούτρα σου. Από την άλλη, πολύ συνειδητά, όλοι μέσα στους «Πυρ» έχουμε τη σοφία και κάνουμε κι άλλα πράγματα. Καταλαβαίνουμε πως ακόμα και με το δικό σου άνθρωπο χρειάζεσαι ανάσες.
Κάθε ρόλος είναι μια ακόμα “ευκαιρία” να φας τα μούτρα σου;
Φυσικά και σε κάποιες περιπτώσεις συνειδητά επιλέγω τέτοιους ρόλους. Πρέπει να φάω τα μούτρα μου για να κερδίσω κάτι. Το ρίσκο είναι ανασπόσπαστο κομμάτι της δουλειάς μας, είναι μέρος μιας πορείας και πολύ αυθεντικό πράγμα. Φυσικά και δεν υποστηρίζω τις ακραίες επιλογές για να προκαλέσουμε – όχι το ρίσκο δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά είναι απολύτως αναγκαίο.
Κάθε φορά θέλω να έχω την αίσθηση ότι ξεκινάω από το μηδέν
Τι σε έλκει κάθε φορά σε ένα ρόλο;
Καταρχήν, πρέπει να είναι καλός ο συγγραφέας. Δεν έχω σκεφτεί ποτέ μεμονωμένα ένα ρόλο. Ο συγγραφέας σου ανοίγει έναν κόσμο, σε εξοικειώνει με μια θεματολογία και είναι αυτός που αφηγείται. Αυτός είναι το δόλωμα για να μπω σ’ ένα ρόλο. Διαβάζω ένα έργο και λέω «αυτό με αφορά». Από εκεί και πέρα, ο ρόλος είναι ο τρόπος για να πεις μια ιστορία.
Τι σε αφορά στη Μόλλυ Σουήνη;
Την καταλαβαίνω πολύ αυτή την ηρωίδα. Την έχω αγαπήσει πάρα πολύ, τη θαυμάζω, θα μπορούσε να είναι φίλη μου. Συμβαίνει μια πολύ συγκινητική μάχη μέσα σε αυτή τη γυναίκα όταν αποφασίζει να κάνει μια επέμβαση για να δει – μολονότι δεν ήταν ποτέ στις προσδοκίες της ούτε καν ως παράφορη ελπίδα. Οταν, όμως, αποκτά την όραση της συνειδητοποιεί πως είναι πολύ δύσκολο να αποκτήσει έναν οπτικό ευατό. Πρέπει να απαρνηθεί, να σκοτώσει τον παλιό της ευατό που βασιζόταν στην ακοή, στην όσφρηση, στην αφή και ν’ αναγνωρίσει μιαν άλλη ταυτότητα. Ο κόσμος της κλονίζεται θεμελιωδώς και δεν τα καταφέρνει. Υπάρχει, ωστόσο, μια τρομερά γενναία και φωτεινή κίνηση προς της ζωή – κι αυτό με συγκινεί.
Ποια είναι τα πιο κεντρικά στοιχεία που περιγράφουν την ταυτότητα σου ως ανθρώπου;
Πάλι θα βρεθώ στη δύσκολη θέση να μη μπορέσω να μιλήσω για τον εαυτό μου. Μου φαίνεται σαν να περιαυτολογώ. Εξάλλου, μόλις αρχίζω να με χαρακτηρίζω την επόμενη στιγμή αλλάζω γνώμη, λέγοντας πως αυτό δεν είναι ακριβώς έτσι. Κάθε φορά που σκέφτομαι ένα χαρακτηρισμό για τον εαυτό μου αμέσως μπορώ να σκεφτώ και το αντίθετο του.
Ωστε, δεν είσαι για τίποτα σίγουρη;
Για ένα πράγμα είμαι σίγουρη: Πως αυτά που θεωρούμε χαρακτηριστικά μας ή νομίζουμε πως ξέρουμε για τον εαυτό μας, τα όπλα μας, τις αδυναμίες μας, τον τρόπο μας να τα καταφέρουμε στη ζωή, τα διαπραγματευόμαστε καθημερινά. Είναι αντικείμενο καθημερινού αγώνα καθημερινού. Η περίφημη καθημερινότητα, όπως λέει και ο Τσέχωφ, δεν σταματάει να είναι μια αναμέτρηση.
Νεότερη μου ήταν πιο εύκολο να βασίζω τη σχέση μου με τους άλλους σε μια αντιπαράθεση. Τώρα πάλι, βρίσκω τον εαυτό μου πιο κοντά τους
Τι θα ήθελες να ξαναβρείς που έχεις χάσει από παιδί;
Θα ήθελα να ξαναζήσω τα καλοκαίρια της εφηβείας μου στο Λόγγο όπου πηγαίναμε μόλις έκλειναν τα σχολεία και επιστρέφαμε λίγο πριν ανοίξουν. Κι επειδή ξέρω πως δεν μπορώ να ξαναγυρίσω εκεί, τουλάχιστον θέλω να θυμάμαι τι κάναμε με τις παρέες τότε, τι ωραία παιχνίδια. Ηταν ασύλληπτα εκείνα τα καλοκαίρια μου.
Τι σου λείπει αυτόν τον καιρό;
Λίγη ξεκούραση, λίγος χρόνος – αλλά δεν πειράζει. Θα ήθελα να βλέπω τον ανηψιό μου πιο συχνά. Μου λείπει που βλέπω τ’ αδέλφια μου και τους κοντινούς μου φίλους που έχουν ελεύθερα Σαββατοκύριακα ενώ εγώ ποτέ δεν είχα. Μου λείπουν απλά πράγματα, μια πιο κανονική ζωή.
Εχεις μπει στη διαδικασία αποκατάστασης μιας αλήθειας που για πολλά χρόνια αγνοούσες;
Θέλω να πιστεύω ότι μεγαλώνωντας είμαι πιο γαλήνια. Πάντα ήμουν αγχώδης και είμαι ακόμα. Το άγχος είναι εχθρός μου, το ξέρω. Ελπίζω λοιπόν, ότι ανακαλύπτω μια ζωή πιο μαλακή. Νεότερη μου ήταν πιο εύκολο να είμαι απέναντι στον άλλο, να βασίζω τη σχέση μου με τους άλλους σε μια αντιπαράθεση που δεν ξεπερνιέται. Τώρα πάλι, βρίσκω τον εαυτό μου πιο κοντά στους άλλους.
Σκέψου μια εικόνα που δεν θέλεις ποτέ να φύγει από τα μάτια σου.
Η εικόνα των αγαπημένων μου. Αυθόρμητα σκέφτομαι τους γονείς μου και φυσικά τον αγαπημένο μου, Αργύρη.
Πως καταλαβαίνεις τον κόσμο;
Πολλές φορές εμπιστεύομαι το ένστικτο μου και πλέον το ακούω πολύ. Λέω στον εαυτό μου «αυτό που νιώθεις είναι κάτι, ακολουθήσε το». Και το κάνω όσο πιο παιδικά μπορώ. Απολαμβάνω ένα είδος παιδικότητας απέναντι στον κόσμο και δεν το λέω αναφορικά με το πέρασμα του χρόνου, επειδή μεγαλώνω και γερνάω. Οχι. Υπάρχει κάτι που δυναμώνει μέσα μου κι έχει να κάνει με την όρεξη απέναντι στα πράγματα. Κι επίσης με το ότι θέλω να είμαι πιο απλή, μου αρέσει αυτή η ανοιχτή αντιμετώπιση των πραγμάτων, δεν θέλω να ισχυρίζομαι ότι τα ξέρω όλα.
Η ζωή είναι τόσο ωραία που, δεν πειράζει, ας αφήσουμε το χρόνο να κάνει τη δουλειά του
Πως αντιμετωπίζεις τον χρόνο που περνάει;
Εύχομαι μεγαλώνοντας να έχουμε όλοι καλή υγεία. Αυτό είναι το πιο σημαντικό σε σχέση με το χρόνο που περνάει. Από εκεί και πέρα, όπως όλες οι γυναίκες, θέλω να διατηρήσω τη φρεσκάδα μου, θέλω να είμαι όμορφη. Αλλά πάντα θα γυρίζω στην ανάγκη να μου φερθεί καλά ο χρόνος που περνάει από πλευράς υγείας. Η ζωή είναι τόσο ωραία που, δεν πειράζει, ας αφήσουμε το χρόνο να κάνει τη δουλειά του.
Μέχρι τώρα η ζωή σου έχει φερθεί καλά;
Ναι, της είμαι ευγνώμων.