Hommage ή όταν ο Λευτέρης Βογιατζής περπάτησε ξανά στο «Κυκλάδων»
Ο σκηνοθέτης της multimedia αφιερωματικής παράστασης «Hommage» Σπύρος Αλιδάκης και οι ηθοποιοί Αμαλία Μουτούση, Μαρία Σκουλά, Στεφανία Γουλιώτη και Αργύρης Πανταζάρας μοιράζονται στιγμές και αισθήσεις από τη συνύπαρξη τους με το Λευτέρη Βογιατζή. Εικονογράφηση εξωφύλλου: Σάκης Στριτσίδης
Η μακέτα της Μαγιού Τρικεριώτη από το «Λαχταρώ». Το ρολόϊ από το «Ρίττερ, Ντένε, Φος». Οι τοιχογραφίες της «Αντιγόνης». Ο Λευτέρης Βογιατζής σε πλάνα του Νίκου Παναγιωτόπουλου. Και στον πίσω κήπο το τραπέζι των προβών. Ο κινηματογραφιστής Σπύρος Αλιδάκης, στενός συνεργάτης του Βογιατζή από το 2009, ιχνηλατεί το Θέατρο της Οδού Κυκλάδων βήμα το βήμα. Μέσα από τη μνήμη του χώρου, των αντικειμένων, των ανθρώπων. Ο ίδιος ονομάζει αυτήν την προσπάθεια «Hommage» – δηλαδή φόρο τιμής. Οι υπόλοιποι – ή όσοι τέλος πάντων θέλουμε να τακτοποιούμε τις έννοιες – το ονομάζουμε εικαστική περφόρμανς. Ομως, τίποτα που να ανήκει στο Λευτέρη Βογιατζή, ακόμα και η ανάμνηση που τον συνοδεύει, δεν μπαίνει σε κουτάκια. Και μάλλον, αυτός είναι ο λόγος που γίνεται ετούτη η παράσταση.
«Εβλεπα κάποιον που δεν αντιγράφεται. Ο Λευτέρης είχε το τεράστιο χάρισμα να ξεγυμνώνει τον άνθρωπο που είχε απέναντι του και σε στιγμές να του αποκαλύπτει τις αλήθειες του. Αν και ο ίδιος διαρκώς βρισκόταν σε διαδικασία αμφισβήτησης της αλήθειας» λέει ο αυτουργός του «Hommage».
Ο Σπύρος Αλιδάκης είδε, πριν από εννιά χρόνια, την ευχή του να γίνεται πραγματικότητα. Η επιθυμία να εργαστεί στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων – παρότι κινηματογραφιστής – εισακούστηκε. Θα γνώριζε το Βογιατζή στην τελευταία ταινία που συμμετείχε, στα «Οπωροφόρα της Αθήνας» σε σκηνοθεσία του Νίκου Παναγιωτόπουλου και λίγο αργότερα θα γινόταν βοηθός του στο «Υστατο σήμερα» για να μείνει μαζί του ως την τελευταία του σκηνοθεσία στο «Θερμοκήπιο». «Ο ίδιος δεν πίστευε καθόλου στην έννοια της μαθητείας. Ωστόσο, είχε την ευφυϊα, κατά τη διάρκεια της πρόβας, να βλέπει μπροστά από τους άλλους, μπροστά κι από τον ηθοποιό. Θυμάμαι κάθε φορά πως η δουλειά στο τραπέζι της πρόβας θα μπορούσε να τραβήξει μιαν αιωνιότητα. Πάνω σε αυτό το τραπέζι συσσωρευόταν ο πόνος και η διάθεση για δημιουργία, ήταν σαν να ζούσαμε τις αποκαλυπτικές σκηνές μιας γέννας» θυμάται ο σκηνοθέτης.
Στην πρόβα με το Λευτέρη Βογιατζή.
Τα ίδια χαρακτηριστικά μοιάζει να φέρει και για εκείνον η δημιουργία του «Hommage». Βρισκόμενος στη δίνη διαχείρισης ενός πλούσιου αρχειακού υλικού συγκεντρώνει αντικείμενα από θεατρικές παραστάσεις, οπτικο-ακουστικό υλικό έργων, ήχους, φωτογραφίες, προβολές και κομμάτια περφόρμανς – αφού ηθοποιοί θα υποδύονται τους υπαλλήλους του θεάτρου – για να παρουσιάσει μιαν αφήγηση μύησης στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων και στον ιδρυτή της. «Δεν ισχυρίζομαι ότι θα αποκαλύψω την αλήθεια του Λευτέρη και σίγουρα δεν πρόκειται να στήσω μια διάλεξη ή ακόμα χειρότερα μιαν αγιογραφία. Δεν είμαι εγώ αυτός που θα πει ποιος ήταν ο Λευτέρης και πολύ περισσότερο δεν είμαι εγώ αυτός που θα εκμεταλλευτεί τη μνήμη του. Ομολογώ πως ο τελευταίος είναι ο μεγαλύτερος φόβος μου».
Μοιραία, σωπαίνει όταν έρχεται η στιγμή να μιλήσει για στιγμές στο πλευρό του Βογιατζή. Μετά από πολλή σκέψη λέει: «Στις πρόβες, όταν κάτι έφτανε στα άκρα, όταν ο Λευτέρης γινόταν έξαλλος κι εσύ όρθωνες το ανάστημα σου σε μια κατά μέτωπον σύγκρουση μαζί του επιχειρηματολογώντας, ξαφνικά η εξαλλοσύνη του μεταρφωνόταν σε αγκαλιά. Τόσο διψούσε να του αποκαλυφθεί κάτι άλλο μέσα από την οπτική ενός τρίτου».
Σπύρος Αλιδάκης.
Σ’ αυτόν τον προσωπικό αποχαιρετισμό λοιπόν που στόχο έχει να καταστήσει τον Λευτέρη Βογιατζή όχι ανάμνηση μα “ενεργή” παρουσία στο χώρο και στο χρόνο θα συμβάλλουν, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, ηθοποιοί και σταθεροί συνεγάτες του. Τέσσερις από αυτούς που συναντήθηκαν με το Βογιατζή σε διαφορετικές στιγμές της ζωής και του έργου του – η Αμαλία Μουτούση, η Μαρία Σκουλά, η Στεφανία Γουλιώτη και ο Αργύρης Πανταζάρας – ανακαλούν μια στιγμή, ένα συμβάν ή μια αίσθηση από τη σχέση τους· εν είδει φόρου τιμής.
Αμαλία Μουτούση: Η ένωση
«Η επιρροή και το ίχνος του Λευτέρη δεν έρχεται μόνο από το παρελθόν αλλά αποκαλύπτεται τώρα, στο παρόν μας, τη στιγμή που μιλάμε, μέσα από τους ανθρώπους. Δείτε τι συμβαίνει αυτόν τον καιρό: Στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων ανεβαίνει μια παράσταση εμπνευσμένη από το Λευτέρη. Λίγο πιο κάτω, στο κτήριο του Αριστομένη Προβελέγγιου διοργανώνουμε με τη συμμετοχή 20 επιλεγμένων παιδιών εργαστήρια όπου ανιχνεύουμε τον τρόπο του Λευτέρη. Δεν έχει να κάνει με το αν είναι παρών στη ζωή ή όχι. Ο Λευτέρης Βογιατζής λειτούργησε και λειτουργεί ανάμεσα σε όλους όσοι εργάστηκαν συστηματικά μαζί του σαν συγκολλητική ουσία. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που βρεθήκαμε γύρω του όχι μόνο αποκτήσαμε ιδιαίτερους δεσμούς μεταξύ μας αλλά διαπιστώνουμε τώρα πως οι δεσμοί αυτοί αποδίδουν καρπούς. Είμαστε μαζί για να κάνουμε κάτι για το Λευτέρη. Αυτή η ικανότητα, να μπορεί κανείς να ενώνει τους ανθρώπους είναι πολύ… Λευτέρης και σίγουρα δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να πετύχει ο καθένας. Να ένα ακόμα χάρισμα που δεν γνώριζε πως διέθετε».
ΥΓ. Στο στιγμιότυπο η Αμαλία Μουτούση στο «Με δύναμη από την Κηφισιά».
Μαρία Σκουλά: Η επιθυμία
«Βρισκόμασταν 14 χρόνια μετά την τελευταία μας συνεργασία στη «Νύχτα της Κουκουβάγιας» , όταν το 2013 με κάλεσε να συμμετέχω στο «Θερμοκήπιο». Τι χαρά ήταν αυτή! Πόσο με τροφοδότησε εκείνη η περίοδος κοντά του. Μα περισσότερο δεν μπορώ να αποκοπώ από μια στιγμή, στη διάρκεια των προβών, όταν κάθισα δίπλα του κι αφουγκράστηκα την απίστευτη ηρεμία του· ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που ένιωσα τι σημαίνει να έχεις ροή στο σώμα σου. Αναρωτήθηκα γιατί αυτό άργησε να μου συμβεί τόσο πολύ. Είχα δουλέψει μαζί του στο «Με δύναμη από την Κηφισιά» το 1995, ένα χρόνο μετά στο «Μισάνθρωπο» και τέλος στη «Νύχτα της κουκουβάγιας» το 1999 και, παρόλα αυτά, σαν να μην είχα συνειδητοποιήσει τι μου έδινε αυτός ο άνθρωπος. Όταν όμως επέστρεφα στο ίδιο μέρος, 14 χρόνια μετά, ήμουν μια άλλη, είχα ωριμάσει. Εκείνη ήταν η στιγμή που συναντούσα πραγματικά το Λευτέρη, η στιγμή που ένιωθα πως, καθώς βρισκόμουν δίπλα του, βρισκόμουν ακριβώς στο κέντρο του θεάτρου.
Πέρυσι, δουλεύοντας στην «Πλατεία Ηρώων», γύρισα ξανά στο ίδιο μέρος για να συνειδητοποιήσω κάτι ακόμα: Πως το «Κυκλάδων» είναι το κέντρο όπου έχω ανάγκη να επιστρέφω, ένας τόπος που χωράει σαν δοχείο όλο το ελληνικό θέατρο. Ήταν κι αυτή μια στιγμή καθαρής ενέργειας όπου συντονίστηκα με κάτι μεγάλο.
Σκέφτομαι πια πως το πιο σπουδαίο απ’ όλα ήταν ότι ο Λευτέρης εμφύσησε μέσα μου την επιθυμία: Να βρίσκω τον τρόπο να καταφέρνω κάτι, όσο δύσκολο κι αν είναι. Κι αυτό δεν καλύπτει μόνο την επιθυμία για το θέατρο αλλά και για την ίδια τη ζωή».
ΥΓ. Στο στιγμιότυπο η Μαρία Σκουλά στο «Θερμοκήπιο».
Στεφανία Γουλιώτη: Η γενναιοδωρία
«Επίδαυρος, καλοκαίρι του 2007 και παίζω στην «Ηλέκτρα» του Πίτερ Στάιν. Δεν χρειάζεται φυσικά να μιλήσω για το πόσο αγχωμένη ήμουν – αν και είχα ένα ακόμα, ειδικό άγχος αφού ο Λευτέρης Βογιατζής με είχε ενημερώσει πως θα έρθει να δει την παράσταση. Κι έτσι δεν ζούσα απλώς την αγωνία του ρόλου και του χώρου, αλλά και την αγωνία του Λευτέρη που θα βρίσκεται κάπου εκεί κάτω και θα με κοιτάζει. Λίγες ώρες αργότερα, ήρθε στα καμαρίνια να με βρει. Ο Λευτέρης έβρισκε πάντα έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο, χωρίς να χάνει τη γενναιοδωρία του απέναντι στην προσπάθεια, να σχολιάσει αυτό που είχες κάνει, επισημαίνοντας κι αυτό που δεν είχες (κάνει). Μια γενναιοδωρία που, ωστόσο, δεν έτρεφε απέναντι στην προσωπική του δουλειά. Γι’ αυτό και ήταν έκπληξη όταν δύο μήνες αργότερα κι αφού είχαμε επιστρέψει από τη διεθνή περιοδεία της «Ηλέκτρας» στην Αθήνα, ο Λευτέρης μου τηλεφώνησε για να δει την παράσταση στο Βύρωνα. Ξανά. Παριστάνοντας ότι δεν την είχε δει μέχρι τότε. «Μα γιατί πάλι;» τον ρώτησα. «Γιατί να κάνεις αυτό το κακό στον εαυτό σου;». «Θέλω να έρθω ξανά για να καταλάβω τι έκανες» μου απάντησε. Φέρω ακόμα μέσα μου αυτή του τη φράση. Δεν θα μου έλεγε «μπράβο», δεν θα μου έλεγε «συγχαρητήρια» αλλά είχε βρει ένα τρόπο για να με επιβραβεύσει· κι αυτό ήταν σπουδαίο, τεράστιο. Μετά την παράσταση, πήγαμε οι δυο μας σε μια ταβέρνα και για δύο ώρες μου εξηγούσε, πράγματι, τι είχα κάνει».
ΥΓ. Στο στιγμιότυπο η Στεφανία Γουλιώτη στην «Αντιγόνη».
Αργύρης Πανταζάρας: Το χαμόγελο
«Στο σπίτι του με έβαζε να διαβάζω το ρόλο του. Συχνά παίζαμε μαζί όλες τις σκηνές και τους ρόλους του “Θερμοκηπίου”: Γυναίκες, υπαλλήλους, ανώτερους, κατώτερους, όλους.Και δεν είναι και το πιο εύκολο να μιλάς πριν ή μετά το Λευτέρη, όμως δε με διέκοπτε συχνά και προχωρούσαμε. Ώσπου μια μέρα στο θέατρο Κυκλάδων έκανα όλη τη σκηνή που είχα με τον Δημήτρη Ημελλο με κάτι τεράστιους μονολόγους, χωρίς να με διακόψει καθόλου! Έριξα μια κλέφτη ματιά προς το μέρος του, τον είδα που μας παρακολουθούσε μαζί με τον ποιητή Νίκο Παναγιωτοπούλο, απορροφημένος και χαμογέλασε! Μετά μου είπε: “Εχεις ταλέντο….κρίμα”. Τι κρίμα βρε άνθρωπε; Που κολλάει το κρίμα εδώ; Μετά κατάλαβα ότι εννοούσε “πεθαίνω…δεν θα προλάβουμε”.
Αργότερα, το ίδιο βράδυ με ξύπνησε και μου είπε να μη κλείσω τίποτα για τα επόμενα δυο χρόνια· είπε “θα κανείς κάτι που δεν έχει ξανακάνει κανείς στην ηλικία σου, ετοιμάσου για σκληρή δουλειά, θα σε πατήσω”! Του είπα “είμαι έτοιμος!”. Την επομένη, ο Μάνος Λαμπράκης μου έδωσε το κείμενο του “Οιδίποδα”. Τον έμαθα απέξω σαν προσευχή – ο καθένας έχει τη προσευχή του, εγώ έχω το “να είσαι ευτυχισμένος και ο φύλακας Άγγελος του δρόμου σου να σε φρουρήσει καλύτερα από μένα…”.
Για ένα διάστημα πήγαινα στο νοσοκομείο όπου κάναμε πρόβα στη σκηνή μας. Μας έβλεπε η Ειρήνη Λεβίδη να συζητάμε για ώρα πως θα προφέρουμε ένα “μπα” και γελούσαμε. Μετά τον έπαιρνε ο ύπνος. Οι γιατροί τον κυνηγούσαν. Έβγαινε όλη την ώρα έξω – ήθελε να κάνει πρόβα. Και νοσηλευόταν ξανά την επομένη, επειδή “ξεροκατάπιε” όπως μας έλεγε. Μια μέρα ζήτησε να πάμε όλοι σπίτι του μετά τη πρόβα. Κοιμόταν στον καναπέ, περιμέναμε στο δίπλα δωμάτιο. Ξύπνησε, ανασηκώθηκε, δε μιλούσε. Με κοίταξε, με πρόσωπο φοβισμένο, σαν παιδιού κι εγώ του χαμογέλασα. “Με το χαμόγελο”, μου είχε πει “μπορείς ν’ αλλάξεις τον κόσμο”».
ΥΓ. Στο στιγμιότυπο ο Αργύρης Πανταζάρας και ο Δημήτρης Ημελλος στο «Θερμοκήπιο».