Γιάννης Φέρτης: Μέχρι και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, δεν πιστεύω ότι έχω κάνει κάτι καταπληκτικό
Συμπληρώνει 59 χρόνια επί σκηνής μέσα στα οποία έχει δώσει παράσταση για 11 ανθρώπους, έχει αρνηθεί την, εν λευκώ πρόταση παραγωγού από φόβο να μην τον «βάλει μέσα» κι έχει πει σε θεατές που του έδιναν συχγαρητήρια πως «δεν έχουν δίκιο». Φωτογραφίες Ελίνα Γιουνανλή
Η διαπίστωση αγγίζει σχεδόν τα όρια του ρομαντικού. Γιατί ο Γιάννης Φέρτης είναι ένας γνήσιος εκπρόσωπος της παλαιότερης, εκείνης, γενιάς των ηθοποιών που τους περιγράφει μια ανεπιτήδευτη απλότητα, μια έμφυτη ευγένεια που τελικά μεταφράζεται σε ειλικρινή εγγύτητα. Πρωταγωνιστής επί 59 συναπτά έτη μα ο ίδιος δεν επιχειρεί στιγμή να συντηρήσει το θαυμασμό που διαδέχεται αυτή την γνώση. Εξηγεί πως δεν δίστασε να αλλάξει τον ρου ενός ρόλου χάρη στην υπόδειξη μιας ταξιθέτριας, πως δεν δίστασε να κάνει «μελοδράματα του κερατά» για να κερδίσει τα απαραίτητα και να τα επενδύσει στο θέατρο, να τρέξει στην αγκαλιά κάποιων κοριτσιών ακόμα κι αν στο θέατρο τον περίμεναν κορυφαίοι ρόλοι. «Ποιο είναι το έργο της ζωής σας;» ρωτάς για να απαντήσει «ένα σπιτάκι που έχτισα στην ορεινή Φθιώτιδα στο χωριό του πατέρα μου, σε 1.100 μέτρα υψόμετρο. Ήθελα να τιμήσω όλα τα καλοκαίρια που πέρασα εκεί ως παιδί».
Η αίσθηση του ρομαντισμού τείνει να γίνει βεβαιότητα. Ο Γιάννης Φέρτης εκπροσωπεί το είδος του ηθοποιού που δεν ανέγνωσε το ταλέντο του ως επάρκεια ή αυταξία, που δεν υιοθέτησε την πόζα ακόμα κι όταν συνομίλησε, στην ακμή του, με το μύθο. Το είδος του εκλείπει ολοένα από το θέατρο, είναι σίγουρο. Λιγοστεύουν – πως να το κάνουμε – οι ηθοποιοί κλάσης που παραδέχονται ότι κρυφοκοιτοτάζουν στις πρόβες των νεότερων συναδέλφων τους μη μπορώντας να συγκρατήσουν το θαυμασμό γι’ αυτούς. (Αποκαλύπτει πως το έκανε συστηματικά το καλοκαίρι παίζοντας στην «Άλκηστη»). Ένα μεσημέρι στο Θέατρο Βασιλάκου ήταν αρκετό για να συγκροτήσει αυτές τις σκέψεις. Έναν αποχαιρετισμό αργότερα, ο Γιάννης Φέρτης είχε αρχίσει να μελετά τον καινούργιο ρόλο του.
Στους «Ηρωες» που σκηνοθετεί ο Νικίτα Μιλοβόγιεβιτς ερμηνεύετε ένα βετεράνο στρατιωτικό. Σας… κακοφαίνεται ο τίτλος;
Καθόλου, έχω ήδη παίξει ρόλους μεγάλων, σε ηλικία, ηρώων και στο κάτω – κάτω δικαίως γιατί είμαι μεγάλος πια. Σε μια εβδομάδα, ξέρετε, συμπληρώνω 59 χρόνια στο θέατρο. Δεν έχω πρόβλημα, λοιπόν, να παίξω το ρόλο ενός απόμαχου όπως και δεν έχω πρόβλημα να παίξω ένα μικρότερο σε έκταση ρόλο όπως έκανα το καλοκαίρι στην «Άλκηστη». Δεν με απασχολεί, ούτε με ακολουθεί το πρωταγωνιστιλίκι.
Δεν επιδιώκετε πρωταγωνιστικούς ρόλους;
Βεβαίως αλλά όχι σαν αυτοσκοπό. Με αφορά να είμαι ευτυχής σε μια παράσταση. Και το ξαναλέω, το καλοκαίρι στην «Άλκηστη» της Κατερίνας Ευαγγελάτου ήμουν ευτυχής.
Αν γυρνούσα το χρόνο πίσω πάλι το θέατρο θα επέλεγα
Δηλώνετε ευτυχής για την πλειονότητα των παραστάσεων που έχετε συμμετέχει;
Σε πολλές ήμουν ευτυχισμένος – σε άλλες όχι. Μάλιστα, μου έχει συμβεί να περνάω άσχημα σε εμπορικές επιτυχίες και να νιώθω πλήρης παίζοντας σε εμπορικές αποτυχίες.
Πιστέψατε ποτέ ότι ήσασταν πλασμένος για μεγάλα πράγματα;
Ο,τι μεγάλο μου συνέβη δεν το περίμενα. Εκείνο που μπορώ να πω είναι πως ήμουν τυχερός από τα πρώτα μου βήματα. Ήταν μεγάλο, ας πούμε, που μετά από ένα χρόνο φοίτησης στη σχολή, ο Κουν μας πέρασε από επιτροπή με πρόεδρο τον Αλέξη Μινωτή – ήμασταν συμφοιτητές με τη Μάγια Λυμπεροπούλου και τη Λήδα Πρωτοψάλτη – ώστε να πάρουμε ειδική άδεια προκειμένου να παίξουμε στο θέατρο χωρίς να φοιτήσουμε άλλο. Κι ήταν, επίσης, μεγάλο πως αμέσως μετά ήρθε η συνάντηση με τη Μελίνα Μερκούρη στο «Γλυκό πουλί της νιότης».
Όσο περνούσαν τα χρόνια αντιμετώπιζα το θέατρο με μεγαλύτερη αφοσίωση. Παλαιότερα δεν είχα την ίδια ζέση, είχα κι ερωτικές ιστορίες που μου αποσπούσαν την προσοχή!
Πως νιώσατε όταν ο Κουν σας έστεψε πρωταγωνιστή σ’ ένα βράδυ;
Πίστευα πως ήμασταν καλοί ως μαθητές στη σχολή. Μιλώ, εκτός από μένα, για τη Μάγια και τη Λήδα. Σκέφτηκα ότι αξίζω για να συμβεί όλο αυτό. Ωστόσο, δεν ψωνίστηκα. Και μέχρι και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια δεν πιστεύω ότι έχω κάνει κάτι καταπληκτικό.
Αλήθεια;
Ναι, σας το λέω έντιμα. Έχω κάνει κάποιες παραστάσεις όπου αναγνωρίζω πως ήμουν καλός· Από την άλλη έχω κάνει και παραστάσεις που δεν έμεινα ικανοποιημένος από τον εαυτό μου. Κι όταν ερχόταν κόσμος στα καμαρίνια για να μου δώσει συγχαρητήρια, εγώ ντρεπόμουν, ένιωθα την ανάγκη να τους πω «μα ήμουν μέτριος». Περιοριζόμουν λέγοντας τους πως «δεν έχετε δίκιο, δεν ήμουν και τόσο καλός».
Θα λέγατε πως ήσασταν γεννημένος ηθοποιός;
Την επαφή μου με το θέατρο την οφείλω στο μεγαλύτερο αδελφό μου. Με πήρε μαζί του, στο «Κοτοπούλη» και είδαμε μια παράσταση με την Αννα Συνοδινού και το Ντίνο Ηλιόπουλο. Ήμουν, τότε, 14 χρονών. Εντυπωσιάστηκα τόσο πολύ ώστε έκτοτε δεν άφηνα παράσταση για παράσταση. Πήγαινα μόνος μου στο Εθνικό και στο Τέχνης αλλά καθόμουν στον εξώστη για να πληρώνω χαμηλότερο εισιτήριο. Αγόραζα θεατρικά έργα – είχα αδυναμία στον Σαίξπηρ – και τα διάβαζα με μανία. Τα μεσημέρια ανέβαινα στο Λυκαβηττό και έκανα απαγγελίες. Δυο χρόνια αργότερα, είχα αποφασίσει οριστικά πως θα γίνω ηθοποιός. Δεν ξέρω, όμως, αν ήμουν πλασμένος γι’ αυτό.
Μετανιώσατε ποτέ που μπλεχτήκατε μ’ αυτή τη δουλειά;
Όχι, ποτέ. Αν γυρνούσα το χρόνο πίσω πάλι το θέατρο θα επέλεγα. Κι αν κάποτε είπα αυτό το περίφημο «τι ήθελα και μπλέχτηκα» ήταν μόνο σε στιγμές αγωνίας. Ξέρετε, δεν έχω πολύ σιγουριά για τον εαυτό μου. Θυμάμαι κάποτε, ενώ ήμουν στο θίασο του Σπύρου Ευαγγελάτου, ένιωσα τρομοκρατημένος λίγο πριν την πρεμιέρα μας στην Επίδαυρο. Μέχρι και σπυριά στο στόμα είχα βγάλει από το άγχος! Τότε, ναι, ήταν μια στιγμή που είπα από μέσα μου «τι ήθελα τώρα εγώ να παίξω στην Επίδαυρο!». Μέχρι εκεί όμως. Για την ιστορία, τα πήγα καλά και το επόμενο καλοκαίρι πάλι εκεί επέστρεψα…
Με το πέρασμα των χρόνων τονώθηκε η αυτοπεποίθηση σας;
Πάντα έχω αμφιβολία και πάντα έχω τρακ. Τώρα μάλιστα που έχω μεγαλώσει έχω και την αγωνία του κειμένου γιατί ομολογουμένως δεν μαθαίνω το ίδιο εύκολα ένα ρόλο. Κι έτσι κλείνομαι στο σπίτι και διαβάζω χωρίς έλεος.
Τι άλλο έχει αλλάξει μέσα σας στο διάστημα των 59 αυτών χρόνων πορείας στο θέατρο;
Όσο περνούσαν τα χρόνια έμπαινα και πιο βαθιά μέσα στο θέατρο· το αντιμετώπιζα με μεγαλύτερη όρεξη και αφοσίωση. Παλαιότερα δεν είχα την ίδια ζέση, ίσως γιατί βγήκα εύκολα στο θέατρο και τότε όλα έμοιαζαν φυσικά στα μάτια μου. Αφήστε που ήμουν νέος κι είχα ιστορίες ερωτικές που μου αποσπούσαν την προσοχή! Κι από την άλλη, έτρεφα μεγάλη αγάπη για τον Παναθηναϊκό κι όλο έτρεχα στο γήπεδο. Τότε ήξερα ότι είχα μέλλον μπροστά μου, τώρα ξέρω ότι δεν έχω και λέω «όσο αντέξω».
Έχετε θέσει ένα χρονικό όριο σκηνικής παρουσίας;
Κατά καιρούς, έχω σκεφτεί να τα παρατήσω. Αλλά αφού κρατιέμαι, ακόμα, από δυνάμεις τελικά λέω «θα δούμε». Αφήνομαι σε αυτό. Δεν ξέρω τι θα γίνει αύριο.
Φοβάστε τη στιγμή του αποχωρισμού από το θέατρο;
Κάποια στιγμή, το ξέρω, θα μείνω στο σπίτι. Θα ήθελα να αντέξω ακόμα αλλά, όχι, δεν φοβάμαι αυτή την εικόνα. Στη ζωή μου, από πολύ νωρίς και για πολλά πράγματα που βίωνα είχα τη συνείδηση ότι κάποια στιγμή θα τελειώσουν. Το θέατρο είναι ένα από αυτά.
Δείχνετε πιο νέος από τη βιολογική σας ηλικία. Αισθάνεστε πιο νέος;
Καταρχάς μπορώ να σας αποκαλύψω την ηλικία μου. Δεν θα πω, όμως, ψέματα. Πολλές φορές νιώθω κουρασμένος, έχω και κάποια προβλήματα – παίρνω δηλαδή και τα χάπια μου – καπνίζω ενώ μου το έχουν απαγορεύσει οι γιατροί αλλά την ίδια ώρα ξεγελιέμαι κιόλας.
Ο χρόνος ήταν καλός μαζί σας;
Ναι και εξακολουθεί να είναι. Κρατάω μάλλον από το σόι του πατέρα μου όπου όλοι έζησαν μέχρι τα βαθιά τους γεράματα. Ο πατέρας μου πέθανε στα 97 του και ο αδελφός του στα 104. Δεν σημαίνει φυσικά ότι θα φτάσω στα χρόνια τους αλλά σίγουρα κάτι έχω πάρει από εκεί.
Δεν θα έλεγα ποτέ ότι το θέατρο είναι η ζωή μου, αλλά ότι το θέατρο συνυπήρχε με τη ζωή μου
Βάλατε το θέατρο πιο πάνω από την προσωπική σας ζωή;
Θα έλεγα ότι και τα δύο μοιράζονταν μέσα μου μια ισοτιμία. Δεν θυμάμαι ούτε μια στιγμή να παίζω στο θέατρο και να μην υπάρχει παράλληλα μια κατάσταση προσωπική. Δεν θα έλεγα ποτέ ότι το θέατρο είναι η ζωή μου, αλλά ότι το θέατρο συνυπήρχε με τη ζωή μου. Αφήστε που πολλές φορές παρασυρόμουν από παρέες ακόμα και σε περιόδους που κάναμε πρόβες κι ύστερα εγώ έτρεχα να προλάβω…
Κι όταν λέμε προσωπική ζωή εννοούμε γυναίκες, σωστά;
Οι γυναίκες έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη ζωή μου. Πέρα από τις εφήμερες σχέσεις είχα και σχέσεις ζωής. Και τους χρωστώ πολλά γιατί έχω περάσει καλά και με τις προηγούμενες συζύγους μου αλλά και με τη νυν, τη Μαρίνα Ψάλτη. Κοντά της έσπασα το ρεκόρ συμβίωσης.
Πάντως βιώσατε μια περίοδο όπου τα ανδρικά πρότυπα ασκούσαν μιαν άλλη επιρροή στις γυναίκες. Είχατε θαυμάστριες;
Δεν το ξέρω. Οι γυναίκες μπορεί να με έβρισκαν νόστιμο αλλά μου έλεγαν πως ήμουν παιδί. Πάντως, δεν εκμεταλλεύτηκα τίποτα σε σχέση με την γοητεία που μπορεί να ασκούσα. Κι επίσης, δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι ήρθε κόσμος στο θέατρο για να με δει απλώς επειδή άρεσα. Σας πληροφορώ ότι έχω δώσει παράσταση για 11 θεατές.
Λέτε, δηλαδή, πως δεν είχατε το κοινό σας;
Δεν ασχολήθηκα για ν’ αποκτήσω κοινό. Ήθελα να παίζω κι αυτό ήταν όλο. Όταν ήμουν νέος, πριν μπω στη σχολή ήθελα να γίνω γνωστός, να με μάθει ο κόσμος. Η φιλοδοξία αυτή εξαντλήθηκε πολύ γρήγορα.
Κάνατε πολλά από αυτά που ονειρευόσασταν;
Ναι, είμαι γεμάτος και γενικώς μου έχουν μείνει τα καλά. Έχω κέφι μέσα μου για όσα έχω κάνει. Πρέπει να σας πω, όμως, πως καμιά φορά τα όνειρα πρέπει να παραμένουν όνειρα. Θυμάμαι χαρακτηριστικά πως όταν έπαιξα τον Αμλετ – κι ενώ πολλοί με επαινούσαν – σκεφτόμουν πως θα ήταν καλύτερα να μην είχα παίξει καθόλου το ρόλο. Γιατί μετά βασανιζόμουν από όσα πράγματα δεν έκανα πάνω σε αυτόν κι ένιωθα πως πρόδιδα το όνειρο μου. Καλύτερα, δηλαδή, ο Αμλετ να είχε μείνει ένα όνειρο μέσα στο οποίο εγώ θα ήμουν πάρα πολύ καλός.
Επικρίνετε τον εαυτό σας γι’ αυτά που δεν πετύχατε;
Όχι. Όλοι οι ηθοποιοί δεν έχουμε κάνει κάτι.
Διακρίνετε τις σημαντικές σας στιγμές;
Ναι αλλά δεν τις προβάλλω μέσα μου.
Τις δυσκολίες που περάσατε τις απωθείτε; Το ρωτώ γιατί υπήρξατε θιασάρχης και παραγωγός που σημαίνει μεγάλο ρίσκο.
Ως θιασάρχης και παραγωγός λειτουργούσα χωρίς έλεγχο· όλοι οι συντελεστές ξόδευαν όσα χρειάζονταν για τη δημιουργία της παράστασης, δεν τσιγκουνευόμουν τίποτα. Βεβαίως και δημιούργησα χρέη αλλά πάντα φρόντιζα να έχω χρήματα στην άκρη για να πληρώνεται ο κόσμος. Επίσης, ακόμα κι αν μια παράσταση δεν πήγαινε καλά εισπρακτικά, φρόντιζα να περνάμε καλά με τους συνεργάτες μου. Σιχαινόμουν αυτό που συνέβαινε συνήθως όπου πολλοί θιασάρχες, σε περίπτωση αποτυχίας, κατηγορούσαν την ομάδα τους. Εν ολίγοις, κρατούσα τις στενοχώριες για το σπίτι μου. Κι επίσης δεν άφησα δραχμή από τα χρέη μου, όσο χρόνο κι αν μου πήρε. Οπότε, όλα καλά.
Μπαίνετε σε διαδικασία απολογισμού;
Όχι, γιατί να μπω; Δεν μετράω τα βήματα μου. Αρκεί να σας πω ότι από τότε που σταμάτησα να δραστηριοποιούμαι ως παραγωγός δεν κατέθεσα ούτε μια πρόταση σε άλλον παραγωγό για παράσταση ή έργο. Δεχόμουν, απλώς, κάποιες προτάσεις κι ανάμεσα τους επέλεγα. Κι όχι μόνο αυτό αλλά τις περισσότερες φορές, όταν έφτανε η συζήτηση στα οικονομικά, έλεγα «ότι μου πείτε, ότι μου δώσετε».
Για να καταλάβω, δεν καταθέτατε προτάσεις από υπερηφάνεια;
Δεν ήθελα να επιβαρύνω τους άλλους με μια δική μου ιδέα. Όταν δε, μου πρότεινε ένας παραγωγός να δουλέψω εν λευκώ σε θέατρο του, αρνήθηκα. Τι θα γινόταν αν αποτυγχάναμε; Έτρεμα στην ιδέα ότι μπορεί να “μπει μέσα” εξαιτίας μου.
Οι γυναίκες μπορεί να με έβρισκαν νόστιμο αλλά μου έλεγαν πως ήμουν παιδί
Μήπως αδικήσατε τον εαυτό σας;
Όχι. Αλλά σίγουρα δεν αδίκησα τους άλλους.
Εν ολίγοις από το θέατρο δεν βγάλατε λεφτά.
Λεφτά έβγαλα από διαφημίσεις, από σίριαλ – από το θέατρο όχι. Κι από αυτά που έχω κερδίσει έχω ξοδέψει αρκετά, μα έχω βοηθήσει κιόλας. Δεν έχω περάσει δύσκολα αλλά κομπόδεμα δεν έκανα.
Σας άρεσε η καλή ζωή;
Με μια προσωπική έννοια. Δεν αναζήτησα τα μεγαλεία. Καλή ζωή για μένα ήταν οι φίλοι μου, ο Σταμάτης Φασουλής, ο Νίκος Κούρκουλος, η Ελένη Κούρκουλα και ο Διαγόρας Χρονόπουλος. Μαζί ξενυχτούσαμε τα βράδια, παίζαμε μπιρίμπα, γελούσαμε. Ήμουν και φοβερός ξενύχτης, ξέρετε. Μπορεί να έφευγα από ένα κάλεσμα στις 04.00 το πρωί και να πήγαινα σε ένα άλλο σπίτι όπου ήξερα ότι μια παρέα ξαγρυπνούσε. Έτσι κοιμόμουν το πρωί στις 09.00 και ξυπνούσα λίγο πριν την παράσταση.
Σας έχει λείψει κάτι;
Μπορεί και να μου έχει λείψει αλλά δεν το σκέφτομαι πια.
Παιδιά σας έλειψαν ας πούμε;
Ναι, μου έλειψαν, είναι αλήθεια. Αλλά έχουμε τώρα δυο γατιά για παιδιά, ένα αρσενικό κι ένα θηλυκό. Εγώ βεβαίως δεν ήθελα γατιά αλλά η Μαρίνα ήταν εξοικειωμένη και τ’ αγαπούσε πάντα. Τελικά, της δώρισε ένα, ένας μαθητής της και κάπως πείστηκα κι εγώ. Μέχρι που πήραμε και δεύτερο, μια ολόλευκη θηλυκή γατούλα. Αυτή έχει αδυναμία σε μένα.
Τις περισσότερες φορές όταν έφτανε η συζήτηση στα οικονομικά έλεγα «ότι μου πείτε, ότι μου δώσετε»
Τι έχετε αγαπήσει πιο πολύ στη ζωή σας;
Τους δικούς μου ανθρώπους, τη μάνα μου, τους φίλους μου – έχω λυπηθεί πάρα πολύ για φίλους που έφυγαν – έχω αγαπήσει με πάθος τον Παναθηναϊκό (μέχρι που έχω κλάψει μέσα στο γήπεδο δύο φορές) αγαπάω τα λουλούδια, τη γυναίκα μου τη Μαρίνα. Και τις προηγούμενες συντρόφους μου τις αγάπησα. Φυσικά αγαπώ και το θέατρο.
Έχετε πάρει αγάπη;
Γενικά, νομίζω πως είμαι αγαπητός. Και όχι μόνο ερωτικά αλλά σε κάθε έκφανση της ζωής μου. Με συμπαθούν.
Τι θέλετε να λέει ο καλλιτεχνικός χώρος για εσάς;
Τίποτα.
Δεν σας ενδιαφέρει η υστεροφημία σας;
Καθόλου. Θαύμαζα απεριόριστα τη Βάσω Μανωλίδου, μια σπουδαία ηθοποιό που δεν έκανε ποτέ τηλεόραση ή σινεμά, δεν την ήξερε κανείς παρά μόνο όσοι την είχαν δει στο θέατρο. Με φυσική συνέπεια τώρα κανείς να μην τη θυμάται. Αυτό σημαίνει πως ήταν λιγότερο άξια; Όχι.
Ωστόσο εσείς έχετε απευθυνθεί σε ευρύ κοινό.
Το οποίο θα με ξεχάσει. Έτσι γίνεται συνήθως κι έτσι πρέπει να γίνεται. Ο,τι καλό χρειάζεται να ειπωθεί για μένα ας ειπωθεί τώρα που μπορώ να το ακούσω. Και τέλος πάντων ας μιλήσουν για τους νεότερους πια· είναι η σειρά τους.