Wonder Wheel
Ο Γούντι Άλεν επιστρέφει σε αυτά που γνωρίζει καλά: η ανθρώπινη τραγωδία ειδωμένη σαν φάρσα.
Η Τζίνι μία συναισθηματικά ασταθής πρώην ηθοποιός που εργάζεται ως σερβιτόρα σε εστιατόριο θαλασσινών μιζεριάζει σε ένα γάμο που δεν της παρέχει τίποτε άλλο εκτός από ασφάλεια. Ο Χάμπτι είναι ο άξεστος χειριστής του καρουζέλ του πάρκου και σύζυγος της Τζίνι που είναι απόλυτα ικανοποιημένος από τη ζωή του. Ο Μίκι είναι ένας όμορφος, νεαρός ναυαγοσώστης, που ονειρεύεται να γίνει θεατρικός συγγραφέας. Η Καρολίνα είναι η αποξενωμένη κόρη του Χάμπτι, η οποία κρύβεται από τους γκάνγκστερ, στο σπίτι του πατέρα της. Η ζωή όλων αυτών θα γίνει άνω κάτω όταν η Τζίνι τα φτιάξει με τον Μίκι.
Η αφηγηματική άνεση του Γούντι Άλεν όταν ξεδιπλώνει ανθρώπινες ιστορίες «δαρμένες» από τα πάθη και τα τερτίπια της μοίρας είναι παροιμιώδης. Ακόμη και στα 82 του ο νευρικός σκηνοθέτης ξέρει για τι πράγμα μιλάει όταν αναφέρεται στα ερωτικά πάθη και ελάχιστοι σκηνοθέτες μπορούν να φτάσουν στο ψαχνό μιας ερωτικής ιστορίας όπως αυτός.
Ο τόπος είναι οικείος, το Κόνι Άιλαντ του ’50. Αυθεντικά παραμυθένιο φυσικό ντεκόρ, το παραθαλάσσιο προάστιο της Νέας Υόρκης έχει κοσμίσει κι άλλες ταινίες του Άλεν. Εδώ η φαντασία και ο ρομαντισμός είναι εφικτά, εδώ η Τζίνι- και η κάθε απογοητευμένη Τζίνι που νιώθει ότι τα όνειρα που είχε κάποτε αρχίζουν να απομακρύνονται – ξέρει ότι μια δεύτερη ευκαιρία μπορεί να συμβεί στη ζωή της από τη μια στιγμή στην άλλη. Στην περίπτωση της πρώην ηθοποιού και νυν νοικοκυράς, ο έρωτας είναι εκείνος που της δίνει την αφορμή για να ξαναπιάσει από την αρχή τη ζωή της. Ο Μίκι, που φαίρεται ν’ αγαπά η ηρωίδα – το θέατρο, η νιότη, η ομορφιά, ο έρωτας- θα αλλάξει τα πάντα. Όμως η ανυπόμονη, παρορμητική και επιπόλαια σαραντάρα δεν ξέρει πως να διαχειριστεί τη νέα κατάσταση.
Ο σκηνοθέτης προσπαθεί να την κατανοήσει αλλά όχι και να τη βοηθήσει. Την αφήνει θύμα του πάθους της. Τη συμπαθεί αλλά και τη λυπάται κιόλας για την αγωνία που περνά. Η σχέση Τζίνι- Μίκι δεν μπορεί να έχει μέλλον (ειδικά από τη στιγμή που μπαίνει στη ζωή τους το τρίτο πρόσωπο που δεν είναι άλλο από τη γοητευτική Καρολίνα) και ο Γούντι Άλεν κάνει ότι μπορεί για να της προσδώσει την τραγική διάσταση που της αναλογεί. Όμως δεν αφήνει την ιστορία του να γίνει ποτέ μελό. Τα περάσματα ανάμεσα στο χιούμορ και το δράμα είναι συνεχή και καταιγιστικά, αφού ο σκηνοθέτης φαίνεται να βρίσκεται σε μεγάλα κέφια.
Νευρώσεις, συναισθηματικές αναταραχές, κωμικά ενσταντανέ, απρόοπτες καρμικές συναντήσεις, σκηνοθετικά δεκανίκια – εξαίσια η φωτογραφία του Στοράρο που ντύνει με τα χρώματα του μπλε και του κόκκινου, της μελαγχολίας και του πάθους δηλαδή, το φωτισμένο σαν κουκλόσπιτο σπιτικό της Τζίνι από τα φώτα της τεράστιας ρόδας του Κόνι Άιλαντ- παντρεύονται ιδανικά με το πνεύμα της κλασικής αμερικανικής δραματουργίας. Είναι γνωστό πόσο αγαπά ο Άλεν τον Τένεσι Γουίλιαμς και τον Γιουτζίν Ο ‘Νιλ. Εδώ φαίνεται ότι βρήκε τον τρόπο για να τους εντάξει αρμονικά στην ίδια ιστορία. Η Τζίνι ως άλλη Μπλανς Ντιμπουά, αφήνεται στη μεθυστική επίδραση του αλκοόλ, του έρωτα και της ανάμνησης του χαμένου ονείρου. Αναλογίζεται γιατί δεν μπορεί να κάνει αυτό που πραγματικά επιθυμεί. Ο βετεράνος σκηνοθέτης φαίνεται ότι πλησιάζει στην λύση ενός από τα μεγάλα μυστήρια της ζωής. Και αυτό τον μελαγχολεί αφάνταστα όπως δείχνει και το απόλυτα πεσιμιστικό φινάλε…
Κωνσταντίνος Καϊμάκης