Σαν σήμερα, 12 Δεκεμβρίου 1863, γεννιέται ο Εντβαρτ Μουνκ
Ο Έντβαρτ Μουνκ υπήρξε Νορβηγός ζωγράφος και άνηκε στους πρόδρομους του εξπρεσιονισμού.
Γεννήθηκε στις 12 Δεκέμβρη 1863 στο χωριό Άνταλσμπρουκ της Νορβηγίας αλλά μεγάλωσε στο Όσλο. Γονείς του ήταν ο Christian Munch, γιατρός και ιατρικός ανώτερος υπάλληλος, και η Laura Cathrine Bjølstad, ενώ είχε και μια μεγαλύτερη αδελφή την Johanne Sophie αλλά και τρία μικρότερα αδέλφια.
Το 1879 εγγράφηκε σε τεχνικό κολλέγιο για να μελετήσει εφαρμοσμένη μηχανική αλλά διέκοψε τις σπουδές του λόγω ασθενειών. Ένα χρόνο αργότερα παράτησε το κολλέγιο για να ασχοληθεί με την ζωγραφική και το 1881 εγγράφηκε στο βασιλικό σχολείο τέχνης και σχεδίου της Κριστιάνια. Οι δάσκαλοί του ήταν ο γλύπτης Julius Middelthun και ο ζωγράφος Christian Krohg. Ο Μουνκ ενώ είναι βαθιά επηρεασμένος από τους μετα – ιμπρεσσιονιστές προσδίδει στο περιεχόμενο του έργου του ένα συμβολιστικό χαρακτήρα, αφού απεικονίζει μια κατάσταση του μυαλού παρά μια εξωτερική πραγματικότητα. Ο Μουνκ υποστήριξε ότι ο ιδιωματισμός των ιμπρεσσιονιστών δεν ταίριαξε στην τέχνη του. Δεν αποσκοπούσε στην απεικόνιση μιας τυχαίας στιγμής της πραγματικότητας, αλλά σε καταστάσεις που υπάρχει έντονο συναισθηματικό περιεχόμενο και εκφραστική ενέργεια. Υπολόγιζε προσεκτικά τις συνθέσεις του για να δημιουργήσει μια ανήσυχη, τεταμένη ατμόσφαιρα.
“Η Κραυγή” 1893, διαστάσεις 91 × 73.5εκ , λάδι,τέμπερες και παστελ, National Gallery of Norway
Εκφραστικά ο Μουνκ εξελίσσεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Στα 1880, ο ιδιωματισμός του ήταν και φυσιοκρατικός, όπως μπορεί να δει κανείς στο “Πορτρέτο του Ηans Jaeger“, αλλά και ιμπρεσσιονιστικός, όπως φαίνεται στο “Rue Lafayette“. Το 1892, ο Μουνκ διατύπωσε τον χαρακτηριστικό του, πρωτότυπο συνθετο-αισθητισμό, όπως βλέπουμε στη “Mελαγχολία“, στην οποία το χρώμα είναι το “φορτωμένο” στοιχείο. Tο 1893 δημιούργησε την “Κραυγή“, το διασημότερο έργο του.
Το 1892, η ένωση των καλλιτεχνών του Βερολίνου προσκάλεσε τον Μουνκ στην Έκθεση του Νοεμβρίου. Τα έργα του προκάλεσαν πικρή διαμάχη και μετά από μια εβδομάδα η έκθεση έκλεισε. Στο Βερολίνο, τότε κέντρο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, ο Μουνκ ενσωματώθηκε σε έναν διεθνή κύκλο συγγραφέων, καλλιτεχνών και κριτικών, συμπεριλαμβανομένου του Σουηδού δραματουργού Αύγουστου Στρίντμπεργκ. Στην αλλαγή του αιώνα, ο Μουνκ πειραματίστηκε με ποικίλα νέα μέσα (φωτογραφία, λιθογραφία και ξυλογραφία), επαναλαμβάνοντας σε πολλές περιπτώσεις τα παλαιότερα καλολογικά στοιχεία του. Ένας από τους μεγάλους υποστηρικτές του στο Βερολίνο ήταν ο Βάλτερ Ράτεναου, αργότερα υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, ο οποίος συνέβαλε πολύ στην επιτυχία του.
“Μελαγχολία” , 1893, διαστάσεις 86 × 129 εκ , λάδι σε καμβά, Munch Museum
Το 1908 και πιο συγκεκριμένα το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου επιδεινώθηκε η κατάσταση της υγείας του λόγω της αδυναμίας σε συνδυασμό με το αλκοόλ. Έπασχε από μανία καταδιώξης και βασανιζόταν από παραισθήσεις κάτι που τον οδήγησε στην κλινική του Dr. Daniel Jacobson. Για του επόμενους οκτώ μήνες ο Μουνκ υπεβλήθει σε μια θεραπεία που περιλάμβανε δίαιτα και “ηλέκτριση” (μια τότε μοντέρνα θεραπεία για τα νευρικά συμπτώματα, που δεν πρέπει να συγχέεται με το ηλεκτροσόκ). Η παραμονή του στο νοσοκομείο σταθεροποίησε την προσωπικότητά του και μετά την επιστροφή του στη Νορβηγία το 1909 παρουσίασε περισσότερο ενδιαφέρον για τα θέματα φύσης· η εργασία του έγινε πιο ζωηρόχρωμη και λιγότερο απαισιόδοξη.
Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 30′ και του 40′ τα έργα του θεωρήθηκαν έκφυλα από τους Ναζί και αφαιρέθηκαν από όλα τα γερμανικά μουσεία. Έχτισε ένα στούντιο και ένα σπίτι στο κτήμα Ekely στο Skøyen του Όσλο, όπου και πέρασε τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του. Πέθανε εκεί στις 23 Ιανουαρίου 1944, σε ηλικία 80 ετών.