Φάνης Μουρατίδης- Σπύρος Παπαδόπουλος: Η «Τζαμάικα» προέρχεται από μια αληθινή ιστορία και τον Βλάσση Μπονάτσο
Η «Τζαμάικα» του Ανδρέα Μορφονιού είναι μια δραματική κωμωδία που ξεκίνησε από μια ιδέα του πρωταγωνιστή Φάνη Μουρατίδη και ξετυλίχτηκε σε μια τυπική buddy movie με δύο αδέλφια να καλούνται να καλύψουν το χαμένο έδαφος – έχουν να μιλήσουν πολλά χρόνια λόγω παρεξήγησης – με τελικό προορισμό την παιδική τους ηλικία και τα όμορφα καλοκαίρια που περνούσαν στην… Τζαμάικα!
Αν θελήσουμε να κατηγοριοποιήσουμε την ταινία τι θα λέγατε ότι είναι; Περισσότερο κωμωδία ή δράμα;
Φάνης Μουρατίδης: Νομίζω και τα δύο. Γελάς και κλαις ταυτόχρονα!
Σπύρος Παπαδόπουλος: Εγώ πάντως ξεκίνησα ψύχραιμος, την πρώτη φορά που την είδα αλλά τη δεύτερη φορά άρχισα να γελάω περισσότερο. Την τρίτη φορά πάντως που την είδα στην επίσημη πρεμιέρα πλάνταξα στο κλάμα.
Οι δύο χαρακτήρες που υποδύεστε δεν είναι και τόσο συμπαθείς- ο οδηγός ταξί με τις εμμονές και ο σελέμπριτι τηλεπαρουσιαστής- αλλά στο τέλος μας κάνετε να του συμπαθήσουμε…
Σ.Π.: Καταρχάς εγώ διαφωνώ. Ο ένας είναι άνθρωπος του μόχθου που παλεύει για την επιβίωση του κι άλλος ένας άνθρωπος που ζει με όρεξη την κάθε μέρα σαν να είναι η τελευταία στη ζωή του.
Φ.Μ.: Όντως είναι δύο χαρακτήρες θετικοί. Δεν θέμαλε να δημιουργήσουμε δύο αρνητικούς χαρακτήρες. Ο ένας τα έχει όλα κι ο άλλος σχεδόν τίποτα. Ο καθένας με τον τρόπο του προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με τις δυσκολίες της ζωής του.
Το σενάριο είναι εμπνευσμένο σε μια ιδέα σας κύριε Μουρατίδη. Πως οδηγηθήκατε σε αυτήν;
Φ.Μ.: Είναι κάτι που ήθελα να κάνω εδώ και καιρό. Τα δύο αδέλφια υπήρξαν, τα ήξερα. Όμως κυρίως θέλαμε να κάνουμε μια ταινία ύμνο στη ζωή που μέσα από τη σχέση των δύο αδελφών να μιλάει έμμεσα για τη σημερινή κρίση αλλά και για μια ανθρώπινη περιπέτεια που παλεύεται με αξιοπρέπεια από τους ήρωες.
Αλήθεια, έχετε καταλήξει ως προς το ποιες είναι οι βαθιές αιτίες για τη σημερινή κρίση;
Σ.Π.: Είμαι βέβαιος πλέον ότι ισχύει αυτό που λένε. Ότι δηλαδή ότι σε παγκόσμια κλίμακα δέκα οικογένειες κάνουν κομάντο στις τύχες και τις πλάτες λαών και κρατών.
Είπατε πριν για τους χαρακτήρες του φιλμ ότι ήταν αληθινοί. Φαντάζομαι όμως τους προσθέσατε και μυθοπλαστικά στοιχεία…
Φ.Μ.: Είναι μια μίξη αληθινών περιστατικών και χαρακτήρων που εμπλουτίστηκαν από εμπειρίες δικές μας και των σεναριογράφων. Ο δε χαρακτήρας του παρουσιαστή είναι βασισμένος στον Βλάση Μπονάτσο. Δεν τον έζησα αλλά από αφηγήσεις άλλων θεωρώ ότι ήταν ένα πλάσμα πέρα από κάθε φαντασία.
Σ.Π.: Ο Βλάσσης πάντα σε έκανε να απορείς με το που βρίσκει τόση ενέργεια, φαντασία και όρεξη ζωή. Αληθινά το λέω δεν έχω συναντήσει άλλον άνθρωπο σαν εκείνον.
Ποιοι κωμικοί σας αρέσουν;
Σ.Π.: Δεν μου αρέσει το χοντροκομμένο χιούμορ. Προτιμώ το φλεγματικό, το υπόγειο, το βρετανικό. Ο Πίτερ Σέλερς είναι ένας κωμικός που λατρεύω. Στο «Πάρτυ» είναι ανεπανάληπτος. Χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα- δεν μιλάει, είναι διστακτικός- φέρνει την καταστροφή. Ελλειπτικός, περιεκτικός, λιτός. Με το ίσα-ίσα τα γαμάει όλα!
Φ.Μ.: Κι εγώ το βαριέμαι το κραυγαλέο. Το βαριέμαι πολύ. Δεν με αφορά καθόλου. Θέλω να βλέπω κάτι πιο ψαγμένο από το προφανές αστείο.
Ποια είναι η φύση της κωμωδίας;
Σ.Π.: Ένας άνθρωπος του θεάτρου είπε κάποτε: σε μια κωμική σκηνή έχουμε έναν που κλωτσάει έναν άλλον. Το κωμικό ενδιαφέρον όμως δεν έχει σχέση με εκείνον που δίνει την κλωτσιά αλλά με εκείνον που την τρώει. Η φύση της κωμωδίας δραματουργικά έχει να κάνει με το να είσαι πάσχων πρόσωπο.
Η χημεία σας είναι το ατού του φιλμ.
Σ.Π.: Η χημεία δεν δουλεύεται. Βρεθήκαμε δύο-τρεις φορές μιλήσαμε και τα καταλάβαμε όλα
Φ.Μ.: Μοιάζουμε πολύ με τον Σπύρο. Έχουμε πολλά κοινά με τη διαφορά ότι εκείνος τα έχει σε πολύ πιο έντονο βαθμό από μένα.
Σ.Π.: Να σας πω και κάτι σημαντικό που δούλεψε ανάμεσα μας. Δεν είμαστε ανταγωνιστικοί χαρακτήρες.
Φ.Μ.: Ναι είχαμε μόνο την ταινία να μας απασχολεί. Θα μπορούσαμε να κάνουμε τρικ που λειτουργούν πολύ στη δουλειά μας. Αλλά τότε θα είχαμε φτιάξει κάτι κάλπικο.
Σ.Π.: Ναι, ακόμη και παρατηρήσεις αν κάναμε ο ένας στον άλλον είχαν ένα μόνο σκοπό. Το καλό της ταινίας. Και για να γίνει καλή μια ταινία πρέπει να είναι αυθεντική, να σέβεται το θεατή κι όχι να είναι μια αρπαχτή.