Χρήστος Λούλης: Δεν γινόταν αλλιώς. Έπρεπε να πιστέψω ότι είμαι ο καλύτερος ηθοποιός της γενιάς μου
Όταν ξεκινούσε στο θέατρο, πριν από 20 χρόνια επιθυμούσε να τον αγαπούν όλοι και να αρέσει στους πάντες. Μόλις τώρα έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί τι θέλει να κάνει ως ηθοποιός. Φωτογραφίες Ελίνα Γιουνανλή
Από την μια άκρη του τραπεζιού αχνιστό ρακόμελο, από την άλλη αρωματική σοκολάτα. Μέσα Frank Sinatra, Ella Fitzerald, Nat King Cole και πολύχρωμα λαμπιόνια, έξω, φώτα, κόσμος, ζωηρές συνομιλίες. Πριν πρόβα για το «Ρομπ/Rob» (το νέο έργο του Ευθύμη Φιλίππου σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά) της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, τώρα συνέντευξη με αφορμή το «Ρομπ/Rob» (και τις «Βάκχες» σε σκηνοθεσία Αρη Μπινιάρη που θα ακολουθήσουν επίσης στη Στέγη). Τώρα, μια γυναίκα που αναγνωρίζει το Χρήστο Λούλη να κάθεται σ’ ένα από τα τραπεζάκια του καφέ κοντοστέκεται για να τον χαιρετήσει και να εκφράσει το θαυμασμό της. Μετά η ίδια γυναίκα θα επιστρέψει δριμύτερη για να φωτογραφηθεί μαζί του.
Έχοντας συμπληρώσει είκοσι χρόνια στην πρώτη γραμμή του θεάτρου και με δύο σημαντικούς θεατρικούς ρόλους – αλλά και τη νέα ταινία του Αλέξανδρου Αβρανά «Love me not» – να τον περιμένουν, ο Χρήστος Λούλης περιγράφει τη στιγμή που βρίσκεται τώρα, κοιτάζοντας διαρκώς προς τα πίσω. «Τη χαρά που ένιωθα στα 20-25 χρόνια όπου ήταν όλα καινούργια και όλα μπροστά μου δεν τη βιώνω πια. Τώρα, η χαρά μου περιγράφεται από μια περίεργη εικόνα: Μοιάζουν σαν όλα – μαζί με μένα – να γυρίζουν σε ένα μίξερ, το παρελθόν και το μέλλον μου· και κάποια στιγμή κάθομαι κάτω σαν το βούτυρο στο μείγμα, μέχρι να ξανασηκωθώ και να με πάρει το μηχάνημα να με βάλει ξανά σε κίνηση».
Πριν από λίγες ημέρες ανέφεραν το όνομα σου σ’ ένα τηλεπαιχνίδι και ο παίκτης δεν ήξερε ποιος είσαι. Σε πειράζει που μετά από τόσα χρόνια δουλειάς υπάρχει κόσμος που όχι μόνο δεν ξέρει τη δουλειά σου αλλά δεν ξέρει και ποιος είσαι;
Καταρχάς, κανείς δεν οφείλει να με ξέρει. Κι έπειτα δεν μ’ ενοχλεί καθόλου· απεναντίας μου αρέσει κιόλας. Γιατί έτσι δίνεται η ευκαιρία σε κάποιον που δεν ξέρει τι έχω κάνει στο θέατρο τα τελευταία 20 χρόνια να με μάθει τώρα, στα 41 μου, με λίγο καλύτερους όρους, χωρίς να έχει να διαχειριστεί μια προσδοκία. Εξάλλου, αν ήθελα να με ξέρει όλος ο κόσμος θα έκανα τη δουλειά μου κάπως διαφορετικά: Θα έκανα πιο πολύ τηλεόραση, θα έπαιζα σε άλλου είδους παραστάσεις, θα συμμετείχα αλλιώς στο παιχνίδι – το οποίο δεν είναι και δύσκολο.
Πέρασες ποτέ από την αγωνία να σε ξέρουν οι άλλοι;
Βέβαια. Νομίζω πως τότε ήθελα να με μάθουν για να μου πουν ποιος είμαι. Περνώντας, όμως, τα χρόνια και καταλαβαίνοντας ποιος είμαι – ή καλύτερα ποιος δεν είμαι – δεν το έχω τόσο πολύ ανάγκη. Πλέον, θέλω να με ξέρουν άνθρωποι που θαυμάζω, οι άνθρωποι που πίνουν το καλό κρασί, όχι εκείνοι που πίνουν το κρασί της… παρέας.
Στο «ποιος είσαι» τι απάντηση έχεις δώσει;
Θεωρώ πως είναι μια ερώτηση που δεν απαντιέται. Κάθε καινούργια μέρα μπορεί να σου δείξει κάτι που δεν ήξερες ότι έχεις. Αυτή τη στιγμή, το πιο τίμιο που μπορώ να πω είναι πως είμαι ο μπαμπάς των παιδιών μου, του Αλέξανδρου και της Σμαράγδας. Όλα τα άλλα είναι τώρα, μα μπορεί να μην είναι αύριο.
Πόσο έχεις αλλάξει στο πέρασμα του χρόνου;
Στα 20 μου νόμιζα ότι μπορώ να παίξω όλους τους ρόλους. Στα 41 μου όχι. Στα 20 μου χρόνια έπαιρνα φόρα κι – αν υποθέσουμε ότι ο ρόλος ήταν ένας τοίχος – χτυπούσα το κεφάλι μου στον τοίχο μέχρι να το σπάσω, να ραγίσω κάπως και τον τοίχο ώστε να πάρω ένα κομμάτι του, τόσο δα μικρό, που στη συνέχεια περιέφερα σαν κατόρθωμα. Στα 41 μου πηγαίνω και αγκαλιάζω τον τοίχο-ρόλο, τον ψηλαφίζω απ’ άκρη σ’ άκρη με τα χέρια μου, τον αγγίζω τρυφερά και σκέφτομαι πως στα επόμενα 30 ή 40 χρόνια θα έχω τη σοφία να περιμένω αυτός ο τοίχος να πέσει πάνω μου. Κάπως έτσι νομίζω ότι έχουν διαμορφωθεί πια τα πράγματα στη ζωή μου.
Φοβάσαι αυτή τη στιγμή; Η ανήκεις σ’ εκείνους που επιζητούν τις συγκρούσεις;
Καταρχάς στη σύγκρουση μ’ ένα τοίχο ξέρουμε ποιος θα νικήσει. Κι έτσι δεν την επιζητώ. Θέλω να ζήσω τη ζωή μου όσο γίνεται πιο ελεύθερα, σφαιρικά, ουσιαστικά και ζουμερά γίνεται μέχρι να έρθει εκείνη η στιγμή. Ακόμα και μεταφορικά μιλώντας – αν δηλαδή δούμε τον τοίχο σαν το τέλος, το θάνατο. Κανείς μας δεν ξέρει τι ξημερώνει οπότε προσπαθώ να σκέφτομαι το τέλος σαν την άκρη της ζωής.
Πλέον, θέλω να με ξέρουν άνθρωποι που θαυμάζω, οι άνθρωποι που πίνουν το καλό κρασί, όχι εκείνοι που πίνουν το κρασί της… παρέας
Τι συμβαίνει και οι άνθρωποι εκεί γύρω στα 40 αρχίζουμε να διαπραγματευόμαστε τη ζωή με λίγο μεγαλύτερη σοφία;
Μπορεί να φταίει ότι στα 40 το σώμα σου, σου δίνει σημάδια για όσα δεν μπορεί να κάνει πια. Από εκεί και πέρα βλέπεις τους νέους από μια απόσταση και σκέφτεσαι τι ωραίοι που είναι· τους παρακολουθείς να ρίχνουν το αθώο τους δέρμα στα αγκάθια και ξέρεις πως η ζωή, η νιότη είναι δικό τους πράγμα. Τις προάλλες, για παράδειγμα, πήγα σ’ ένα μαγαζί όπου δοκίμασα μια φοβερή μπλούζα και δίπλα μου από το άλλο δοκιμαστήριο εμφανίστηκε ένας πιτσιρικάς 18 χρονών φορώντας την ίδια μπλούζα. Τότε κοίταξα τον εαυτό μου στον καθρέφτη και σκέφτηκα «που πας ρε Καραμήτρο;». Νομίζω λοιπόν, πως δεν χρειάζεται να αντιμετωπίζουμε τη ζωή υποκύπτοντας σε μια νεολαγνεία. Δεν είναι υποχρεωτικό οι ωραίοι άνθρωποι να νιώθουν παιδιά. Ωραίος εξάλλου, σημαίνει στην ώρα του.
Τι θα ήταν ωραίο να σου συμβεί;
Δεν ξέρω· ήμουν και τυχερός και μου συνέβησαν όλα όσα που είχα ονειρευτεί. Όλα εκτός από το να γίνω αστέρας του Χόλιγουντ! Να, αυτό θα ήταν ωραίο να συμβεί.
Που βρίσκεις την παιδική σου αθωότητα;
Όταν τρώω ένα φαγητό που μου αρέσει πολύ, όταν παρεκκλίνω του δρόμου μου για πάω ν’ αγοράσω ένα φοβερό γαλακτομπούρεκο… Παραμένω παιδί καμιά φορά στην πρόβα, στην παράσταση, στον έρωτα. Όταν παρατηρώ τον κόσμο, πως λειτουργεί χωρίς εμάς… Αλλά όλα αυτά συμβαίνουν… καμιά φορά.
Προφανώς, γιατί η αθωότητα δεν είναι πια στην ίδια ετοιμότητα.
Μα ναι! Δεν μπορώ, για παράδειγμα, να λέω βλακείες που δεν πιστεύω στις συνεντεύξεις – κάτι που έχω κάνει πολλές φορές στο παρελθόν. Σε κάθε περίπτωση, διανύω μια φάση όπου τα πράγματα δεν θέλω να φαίνονται αλλιώς απ’ ότι είναι.
Στα 20 μου νόμιζα ότι μπορώ να παίξω όλους τους ρόλους. Στα 41 μου όχι
Στις ίδιες – πιθανώς και σε άλλες – συνεντεύξεις σε προλόγιζαν ως τον «πιο ταλαντούχο ηθοποιό της γενιάς του». Πότε βαρέθηκες να το ακούς; Η μήπως τελικά σε κολάκευε κιόλας;
Η κολακεία είναι ένα πράγμα που σε γαργαλάει αλλά αν επιμείνει κανείς να γαργαλά το ίδιο σημείο για ώρα μετά αρχίζεις και εκνευρίζεσαι. Μου αρέσει, λοιπόν, να το ακούω αλλά αυτές οι διατυπώσεις υπερθετικού βαθμού παίρνουν τελικά το ύφος μιας ταμπέλας.
Εσύ, ωστόσο, παραμυθιάστηκες; Πίστεψες ότι ήσουν ο πιο ταλαντούχος της γενιάς σου;
Δεν γινόταν αλλιώς. Έπρεπε να πιστέψω ότι είμαι ο καλύτερος. Φαντάσου να αναθέτουν σ’ έναν ηθοποιό τον Άμλετ κι εκείνος να λέει «εντάξει ρε παιδιά, μην ενοχλείστε, θα κάνω ό,τι μπορώ, θα κάνω τον Αμλετάκο μου». Όχι· πρέπει να πεις «θα τα γ… όλα, θα κάνω κάτι που δεν έχει κάνει κανείς». Η τέχνη θέλει εγωισμό, ο οποίος είναι καλό να εμφανίζεται την ώρα που τον χρειάζεσαι ακόμα κι αν γίνεις δυσάρεστος. Ωστόσο, πρέπει να ξέρεις από πριν πως ο εγωισμός είναι εργαλείο κι όχι μια κατάσταση ύπαρξης.
Φήμες λένε, εδώ και χρόνια, πως είσαι ο πιο “ανοιχτός” ηθοποιός στις οδηγίες των σκηνοθετών σου.
Θεωρώ πως η διαθεσιμότητα είναι το ύψιστο προσόν του ηθοποιού· με αφορά ο ηθοποιός ως εργαλείο. Και γενικότερα έχω μια πολύ μεγάλη περιέργεια. Στους ρόλους που έκανα αυτό που γούσταρα και είχα φανταστεί χωρίς παρέμβαση από το σκηνοθέτη μου – κάπως σαν να ήμουν ροκ σταρ – διαπίστωνα πως άρεσε στον κόσμο· απλώς εμένα δεν μου αρκούσε. Ίσως, τελικά, έπρεπε να έχω γίνει ροκ σταρ αλλά και πάλι δεν νομίζω να ήμουν χαρούμενος γιατί όλο αυτό μου μοιάζει να έχει πολύ μοναξιά.
Τι βάζει μπροστά τη δημιουργικότητα σου;
Με ρωτάς δηλαδή, τι βάζει μπροστά τη χαρά… Μπορεί να τη βάζει και η θλίψη. Οποιαδήποτε κατάσταση πέραν του μετρίου, της κατάστασης του «καλά είμαστε» με βάζει σε τροχιά δημιουργικότητας. Νιώθω πιο δημιουργικός όταν δεν είμαι καλά ή όταν είμαι πάρα πολύ καλά. Όταν, πάλι, είμαι απλώς ok βιώνω μια κατάσταση συντήρησης. Ευτυχώς, δεν κινούμαι σχεδόν ποτέ στη μέση κατάσταση, νιώθω ή πολύ χαρούμενος ή λυπημένος.
Από το νέο ελληνικό κείμενο του Ευθύμη Φιλίππου θα περάσεις στην αρχαία τραγωδία του Ευριπίδη. Επιδιώκεις να διανύεις μεγάλες αποστάσεις στα έργα και στους ρόλους;
Βαριέμαι πολύ εύκολα. Χαρακτηριστικά πέρυσι, στους «ΤρειςΕυτυχισμένους» όπου οι παραστάσεις διήρκεσαν έξι μήνες υπήρξαν στιγμές που δεινοπάθησα. Έτσι με τις δύο φετινές συνεργασίες, το έργο του Φιλίππου το οποίο έχω λατρέψει και τον Αρη Μπινιάρη που εκτιμώ αφάνταστα ήξερα ότι δεν θα κινηθώ σε μια ασφαλή περιοχή. Κι αυτό το χρειάζομαι πολύ. Συνήθως απωθώ τις περιπτώσεις που χρειάζεται να δουλέψω βάσει κλισέ ή τουλάχιστον το αναφέρω. Βαριέμαι να κάνω τη δουλίτσα μου. Χρειάζεται κι αυτή, χρειάζεται μια safe παράσταση που θα περιοδεύσει και πρέπει να βγάλει τα λεφτά της – απλώς βαριέμαι.
Ίσως, τελικά, έπρεπε να έχω γίνει ροκ σταρ αλλά και πάλι δεν νομίζω να ήμουν χαρούμενος γιατί όλο αυτό μου μοιάζει να έχει πολύ μοναξιά
Αν χρειαζόσουν τα χρήματα θα έπαιζες σε μια safe παράσταση;
Μα το έχω κάνει, έχω παίξει, για παράδειγμα, στα «Παντρολογήματα» με το Γιάννη Μπέζο. Ήταν μια παράσταση που ήξερα πως θα ήταν από πριν, παρότι μου άρεσε ως αποτέλεσμα. Υπάρχουν λοιπόν οι στιγμές που θέλω να κάνω κάτι που ξέρω κι άλλες που όχι.
Ανέφερες νωρίτερα πως έχεις κάνει όσα ονειρεύτηκες. Μήπως, όμως, δεν ήσουν διεκδικητικός αναφορικά με τις δικές σου επιθυμίες;
Όταν ξεκινούσα στο θέατρο, επιθυμούσα να με αγαπούν όλοι και αρέσω στους πάντες. Συνεπώς, δεν είχα κάτσει να σκεφτώ τι θέλω μέσα σε αυτή τη δουλειά – κάτι που τα τελευταία χρόνια έχω αρχίσει να οσμίζομαι. Τώρα μόλις, ας πούμε, πρότεινα σ’ ένα σκηνοθέτη να κάνουμε μαζί ένα έργο κι εγώ να παίξω ένα συγκεκριμένο ρόλο. Συμφώνησε. Βεβαίως, δεν ξέρω αν θα τον ενοχλήσω ξανά. Γιατί είμαι και λίγο ντίβα, λίγο γκόμενα. Λειτουργώ καλύτερα όταν η πρόταση φτάνει σε μένα. Θέλω να νιώθω ότι με σκέφτονται και με προτιμούν. Καταλήγοντας ναι, φαίνεται πως έχεις δίκιο· δεν έχω κυνηγήσει τις επιθυμίες μου, έχω αφεθεί σε όλα όσα μου ήρθαν. Ωστόσο, δούλεψα σαν σκυλί πάνω σε ότι μου ήρθε, το τίμησα.
Έχεις τοποθετήσει κάπου τον εαυτό σου;
Τον έχω τοποθετήσει σε παρέες.Με την έννοια πως έχω φίλους που τους αγαπάω και με αγαπάνε κι επίσης μπορούμε να συνεργαζόμαστε καλά μαζί. Αυτός είναι ο τρόπος που καταλαβαίνω την έννοια της «κλίκας». Από εκεί και πέρα δεν μπορώ να με κατηγοριοποιήσω. Δεν είμαι του έντεχνου, ούτε και του μπουζουκιού και συνάμα μου αρέσει να κάνω κάτι που έχει μέσα όλη μου την τέχνη κι όλη μου την ψυχή και ο κόσμος θα το γουστάρει πολύ. Την ίδια ώρα, δεν θέλω το μεγάλο κοινό χωρίς να έχω κάνει πράγματι κάτι καλό ή απλώς επειδή κατέβασα το βρακί μου και έδειξα τον κώλο μου. Προφανώς και δεν βρίσκεται εύκολα αυτή η ισορροπία – ειδικά στο θέατρο που είναι αέρας και νερό που κυλάει.
Βαριέμαι να κάνω τη δουλίτσα μου
Παίζοντας έχεις βρει τον εαυτό σου;
Αντίθετα τον έχω χάσει. Κι ενώ αυτό μπορεί για λίγο να σε αφήσει σ’ έναν άδειο χώρο μη ξέροντας ποια κατεύθυνση να πάρεις, την ίδια ώρα μπορεί να βρεις όλους τους εαυτούς που μπορεί να έχεις, να καταλάβεις τους άλλους και ταυτόγχρονα να μην καταλαβαίνεις τίποτα. Ίσως το πιο κοντινό που έχω καταφέρει σε αυτό που περιγράφεις είναι πως πλέον νιώθω ότι μιλάω με τη φωνή μου.
Έχεις καταλήξεις τι είδους πράξη είναι το θέατρο σε σχέση με τη ζωή;
Οι ηθοποιοί υποδυόμαστε ότι ζούμε. Υπάρχουν γύρω μας άνθρωποι που ζουν με πολύ μεγαλύτερο βάθος και μανία. Ακόμα κι αν συνδιαλεγόμαστε με τα μεγάλα το κάνουμε με ένα οργανωμένο τρόπο, οπότε όχι, δεν νομίζω ότι είμαστε ένα άλλο “είδος” απέναντι στη ζωή. Αν σε κάτι υπάρχει μια μεγαλύτερη ενσυναίσθηση είναι γιατί οι ηθοποιοί – κρίνοντας από το δικό μου κύκλο – είμαστε πιο υποψιασμένοι· “κόβουμε δρόμο” στο πως καταλαβαίνουμε τους ανθρώπους και τη ζωή.
Τελικά είναι δύσκολο να είσαι ηθοποιός;
Κάθε μέρα θέλω να θυμάμαι πως ο ηθοποιός δεν είναι απλή δουλειά. Πηγαίνω στην πρόβα, το παίζω ok, κάνω πλάκες, προσπαθώ να το δω σαν μια ακόμα δουλειά. Αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Η υποκριτική θέλει μια συγκεκριμένη ψυχική και σωματική αφοσίωση κι αυτό πρέπει αυτό να το συμβιβάσω με την καθημερινότητα ενός ανθρώπου που θέλει να ζει ως πατέρας, σύζυγος, ως κανονικός άνθρωπος. Επομένως, η πιο μεγάλη δυσκολία είναι να συνδυάσω την ψυχραιμία μου με την απόλυτη εμπλοκή.
Δεν θέλω το μεγάλο κοινό χωρίς να έχω κάνει κάτι πράγματι καλό ή απλώς επειδή κατέβασα το βρακί μου κι έδειξα τον κώλο μου
Από τη δημόσια θέση του ηθοποιού δεν έχεις διστάσει να εκθέσεις την πολιτική σου άποψη, εν μέσω της δύσκολης περιόδου που διανύουμε. Γιατί;
Γιατί και στη δουλειά μου δεν έκανα κάτι για να είμαι αρεστός. Σε όλα μου τα βήματα δεν μου πέρασε ποτέ από το μυαλό να κάνω κάτι που δεν μου αρέσει, με τρόπο που δεν μου αρέσει απλώς για να είμαι πιο συμπαθής. Οπότε γιατί να το κάνω στον τρόπο που εκφράζω την άποψη μου; Δεν θα μπορούσα να μείνω σιωπηλός σε σχέση με αυτό το κοσμογονικό που συμβαίνει στην πατρίδα μας για να μην δυσαρεστήσω κάποιους. Αν ήμουν ο Πέτρος Φιλιππίδης έξω από το θέατρο του οποίου σχηματίζονται ουρές ίσως να το σκεφτόμουν δεύτερη φορά. Αλλά επειδή δεν είμαι ο Φιλιππίδης, μου είναι πολύ πιο εύκολο.
Σου έχει κοστίσει αυτή η τακτική; Ειδικά σε μια εποχή που ο διαδικτυακός κανιβαλισμός σε περιμένει στη γωνία;
Μα έχει συμβεί αυτό που περιγράφεις. Το καλοκαίρι του δημοψηφίσματος δέχθηκα μηνύματα ανθρώπων που με έβριζαν επειδή ήμουν «ΜένουμεΕυρωπαίος» χαρακτηρίζοντας με δειλό και απειλώντας με δεν θα με να δουν ξανά στο θέατρο. Κάποιος άλλος πάλι μου είχε γράψει ότι βρίσκω δουλειά στο θέατρο επειδή το καλλιτεχνικό κύκλωμα είναι συντηρητικοκρατούμενο κι όχι αριστερόστροφο! Γενικά, κυκλοφορεί ένας φανατισμός που λίγο απέχει από το φασισμό.
Η πολιτική σου άποψη υπήρξε ποτέ κριτήριο για να μην σε επιλέξουν να παίξεις κάπου;
Πιστεύω σ’ αυτό που λένε πως «αν αξίζεις δεν θα χαθείς». Θα ήταν επικίνδυνο αν κάποιος με έκανε στην άκρη επειδή ανήκω σ’ ένα πολιτικό χώρο. Πάντα υπήρχαν ηθοποιοί που έβρισκαν δουλειά επειδή ήταν αρεστοί, αλλά δεν ξέρω παραδείγματα ηθοποιών που αποκλείστηκαν παρά τις ικανότητες τους επειδή δεν τα είχαν καλά με μια εξουσία.
Που ανήκεις σε επίπεδο πολιτικής σκέψης;
Είμαι φιλελεύθερος. Με εκφράζει η αρχή πως ο κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος για την αυτοδιάθεση του, σε προσωπικό ή επαγγελματικό επίπεδο.
Ισως επιλέξω τον Κυριάκο· όχι γιατί πιστεύω πως έχει τις απαντήσεις αλλά γιατί ο ίδιος είναι πιο προοδευτικός από το ίδιο του το κόμμα
Δηλώνεις φιλελεύθερος σε μια εποχή που ακόμα και ως όρος δεν χρησιμοποιείται κολακευτικά…
Νομίζω ότι όσοι διαχειρίζονται έτσι την έννοια είναι γιατί δεν ξέρουν τι σημαίνει φιλελευθερισμός.
Σε μια ενδεχόμενη πρόταση να πολιτευτείς τι θα απαντούσες;
Δεν έχω κανένα ταλέντο να γίνω πολιτικός. Δεν μπορώ να υποβιβάσω τον εαυτό μου τόσο πολύ με μόνο στόχο να αρέσω σε κάποιους. Αντίθετα, οι πολιτικοί είναι απολύτως διατεθειμένοι να το κάνουν. Δυστυχώς, οι άνθρωποι ψηφίζουμε αυτόν που συμπαθούμε παρά εκείνον που είναι ικανότερος να λύσει τα προβλήματα μας. Ψηφίζουμε κάποιον που έχει ωραίο λέγειν με απώτερο στόχο να μας κάνει αντιπλημμυρικά έργα και να εξορθολογίσει τις συντάξεις. «Ωραία γυναίκα η Εφη Αχτσιόγλου· ας την ψηφίσω για να ρίξει την ανεργία». Κάπως έτσι σκεφτόμαστε.
Κι ενώ με αυτά τα δεδομένα, ακούγεσαι σαν να μην έχεις επιλογές ψήφου, πρόσφατα στήριξες το Σταύρο Θεοδωράκη.
Ψήφισα το Σταύρο Θεοδωράκη για το νέο φορέα της Κεντροαριστεράς γιατί τον πιστεύω,γιατί έχει έναν ελάχιστο κοινό παρονομαστή σε αυτό που ονομάζουμε «κοινή λογική», γιατί έχει ταλέντο να συγκεντρώνει γύρω του αξιόλογους ανθρώπους και δεν είναι κομματόσκυλο, δεν έχει βγει από κανένα σωλήνα. Ωστόσο, από τη στιγμή που δεν εξελέγην δεν είμαι διατεθειμένος θα ψηφίσω Λαλιώτη. ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να ψηφίσω, δεν το συζητάω. Επομένως, ίσως επιλέξω τον Κυριάκο· όχι γιατί πιστεύω πως έχει τις απαντήσεις αλλά γιατί ο ίδιος είναι πιο προοδευτικός από το ίδιο του το κόμμα.