Ένας μονόλογος υπέρ αοράτων, ένας μονόλογος – πρόσφορο στους αόρατους της ιστορίας, παρουσιάζεται για πρώτη φορά από την bijoux de kant, σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη.
«Ο Μικελής, ο ήρωας στο μελαγχολικό Λουκούμι του Γιάννη Κωνσταντινίδη επιστρέφει ως άχνη λουκουμιού για να αφηγηθεί την ασήμαντη ζωή του και τον ακόμα πιο ασήμαντο θάνατό του. Από τη Σύρο στο Γκαζοχώρι πρωτευούσης, ολίγον μούτσος, ολίγον εργάτης στο φωταέριο, ολίγον πολύτεκνος και ολίγον τίποτε, μοιράζεται με το αόρατο κοινό την αόρατη παρουσία του.
Ο Μικελής θα ζήσει και μετά θα πεθάνει. Στο ενδιάμεσο θα ξαναζήσει και θα ξαναπεθάνει. Ακόμα κι η “πνευμονοκονίαση μεταλλωρύχου”, η αιτία θανάτου του, (η μόνη λαμπερή ατομικότητα που του χαρίστηκε), θα καταγραφεί ως μαζικός θάνατος εκ λιμού τον μαύρο χειμώνα του ’42.
Ο Μικελής ήρθε, είδε και απήλθε σαν κοσμική λουκουμόσκονη. Αυτή η άχνη της ιστορίας, ο ασήμαντος κόκκος της ιστορικής σκόνης που περνάει και χάνεται είναι η πρόκληση για την bijoux de kant, που η δουλειά της είναι να συνομιλεί με τους αόρατους…» Γιάννης Σκουρλέτης
«Κι αφού σου πέφτει να πλεύσεις Μικελή, θα σου το επαναλάβω.
Αυτή είναι η καλύτερη θέση στο καράβι! Η θέση του μούτσου!
Γιατί, μόνο όταν είσαι μούτσος, οι άλλοι δεν σου κρύβονται.
Γιατί ένας μούτσος Μικελή, -αν έχει τα μάτια του ανοιχτά-, βλέπει καλύτερα απ’ όλους τους άλλους τι κάνει άνθρωπο, τον άνθρωπο.
Κι αυτή είναι η μόνη γνώση που αξίζει!»