Το φεγγάρι του Δία
Ο ούγγρος σκηνοθέτης Κορνέλ Μουντρούτσο μετά από το «Λευκό Θεό» επιχειρεί μια τολμηρή πολιτική αλληγορία αλλά χωρίς ικανοποιητικό αποτέλεσμα.
Ενας Σύρος μετανάστης πυροβολείται από την αστυνομία όταν προσπαθεί να διασχίσει τα σύνορα της Ουγγαρίας. Τρομοκρατημένος και σοκαρισμένος, ο τραυματισμένος Αριαν ανακαλύπτει – προς μεγάλη του έκπληξη – ότι έχει πλέον την ικανότητα να αιωρείται. Στο στρατόπεδο όπου κρατείται, οι υπερδυνάμεις του τραβούν την προσοχή ενός διεφθαρμένου γιατρού που τον στέλνει στο νοσοκομείο κι από εκεί τον φυγαδεύει. Στο κατόπι τους, ένας οργισμένος συνοριακός αστυνομικός έχει εξαπολύσει ανθρωποκυνηγητό για να τους συλλάβει.
Πρωτότυπο αλλά όχι και εύστοχο στο σύνολο των στόχων που θέτει, το υπερφιλόδοξο «Φεγγάρι του Δία» διαθέτει τη σκηνοθετική ορμή (η κάμερα στο χέρι δημιουργεί διαρκές ένταση και αγωνία) αλλά όχι και το ανάλογο πολιτικό εκτόπισμα με το οποίο επιχειρεί ο Μουντρούτσο να «ντύσει» τα καλοφτιαγμένα κάδρα του.
Το προσωπικό στοίχημα για τον σκηνοθέτη ήταν να κατασκευάσει μια ρεαλιστική ταινία με ήρωα ένα πρόσφυγα που αποκτά υπεράνθρωπες δυνάμεις που γίνεται όχι ακριβώς πειστική αλλά οπωσδήποτε ικανή να προβληματίσει και να δώσει κάποιες προτάσεις στο ακανθώδες ζήτημα (το προσφυγικό) με το οποίο καταπιάνεται. Η παραδοξότητα αυτή – πως γίνεται ρεαλιστική ταινία με ήρωα έναν υπεράνθρωπο; – δεν είναι απαγορευτική για να ωθήσει τον συμβολισμό του σε άγνωστα λημέρια (το κίνημα του σουρεαλισμού μέχρι να καταρριφθεί έχει τον πρώτο λόγο) που ίσως και να έκαναν τη διαφορά και να προσέδιδαν ιδιαίτερη αξία στο φιλμ. Όμως δεν συνέβη ποτέ κάτι τέτοιο. Ο ταλαντούχος αλλά αδέξιος εδώ Μουντρούτσο δεν διαθέτει ούτε τη σκηνοθετική διαύγεια (η ιστορία από ένα σημείο και μετά μοιάζει με επίδειξη ύφους παρά ήθους) ούτε τη σεναριακή αποτελεσματικότητα για να προσδώσει στην αλληγορία του την αιχμηρότητα που πολιτικού σχολίου που έχει τη βαρύτητα και τη γνώση του θέματος του.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης