Θεατής: Μπολιβάρ του Νίκου Εγγονόπουλου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου
Εντυπώσεις από το έργο Μπολιβάρ του Νίκου Εγγονόπουλου που παρουσιάζεται από την bijoux de kant στον Κάτω Χώρο του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία του Γιάννη Σκουρλέτη.
Ο Μπολιβάρ του Εγγονόπουλου, ποίημα γραμμένο κατά τη γερμανική κατοχή, δίνει την εντύπωση ενός επαναστατικού κειμένου και για αυτό, όχι τυχαία, διαβάστηκε σε συγκεντρώσεις αντιστασιακού χαρακτήρα. Πρωταγωνιστής του είναι ο Σίμων Μπολιβάρ (1783-1830), ηγέτης σε πολλούς απελευθερωτικούς αγώνες των λαών της Νότιας Αμερικής (1810-1830) ενάντια στους Ισπανούς κατακτητές.
Παρά την πρώτη αίσθηση που στη χρονική συγκυρία ταυτίζεται με τη δοκιμασία του ελληνικού λαού, το μήνυμα του είναι ευρύτερο, καθώς ο ποιητής οραματίζεται έναν κόσμο χωρίς τα στεγανά του εθνικού προσδιορισμού και αναζητά ανθρώπους απελευθερωμένους από κάθε είδους “κατοχή”.
O ήρωας του ποιητή δεν είναι εκείνος που αντιστέκεται μόνο στην στρατιωτική κατοχή αλλά αυτός που έρχεται αντιμέτωπος με ό,τι υπομονεύει τη ζωή του, μακριά από εσωτερικούς ανασταλτικούς παράγοντες. Αυτή η “ευρύτητα” στον νου και τις επιδιώξεις εντοπίστηκε και αναγνώστηκε έξοχα από την ομάδα bijoux de kant σε μια παράσταση που θυμίζει πίνακα ζωγραφικής με τους ήρωες-μαριονέτες να ξεπηδούν από το κάδρο, να στήνουν την ιστορία και να επιστρέφουν σε αυτό, αφήνοντας την αίσθηση ονείρου.
Σε κλίμα μυσταγωγίας τρία κείμενα («Μπολιβάρ», «Ενοικιάζεται» του Νίκου Εγγονόπουλου & «Ο Λευτέρης στο Αμήν», της Γλυκερίας Μπασδέκη, η ιστορία ενός νεαρού που ταυτίζεται με τον υπερήρωα της παιδικής του ηλικίας και αγωνίζεται να απελευθερωθεί στη συνέχεια από τα “δεσμά” του) μπλέκονται, αλληλοσυμπληρώνονται, σε μια διαδικασία ανοιχτού διαλόγου μεταξύ τους κατά την οποία τα όρια διάκρισής τους αρκετές φορές δεν είναι εύκολα, ωστόσο είναι το τελευταίο που ενδιαφέρει καθώς δεν απασχολεί το εν αρχή είναι ο λόγος αλλά το αισθητικό αποτέλεσμα ως σύνολο.
Το χτίσιμο του πορτρέτου ενός εθνικού ήρωα αποτελεί την αφορμή να αναζητηθούν τα όρια της ελευθερίας και αν η απόλυτη πραγμάτωσή της αποτελεί προϊόν μόνο της φαντασίας. Δύο άνθρωποι ο καθένας από άλλο κόσμο και στον δικό του κόσμο συνυπάρχουν, αφηγούνται κοινές εμπειρίες που σχετίζονται κυρίως με την απώλεια και την επιθυμία για ελευθερία, λιγότερο συμπράττουν, αφήνοντας ανοιχτές τις ερμηνείες για τη μεταξύ τους σχέση, πιθανότατα συνδετικής.
Εξαιρετικός ο Αντώνης Γκρίτσης, ως συνέχεια του προηγούμενου πιο αισθαντικού και νηφάλιου Ν. Λαπαθιώτη τώρα αποδομεί και εξωτερικεύει το εσωτερικό πάθος του Μπολιβάρ. Εντυπωσιακός ο Γιάννης Κουκουράκης -δεν τον γνώριζα- στάθηκε και με το παραπάνω στο ύψος των περιστάσεων δίνοντας σάρκα και οστά στον σπαρακτικό μονόλογο της Μπασδέκη, με τον άτυπο επιθανάτιο ρόγχο αρχικά, ως μαινόμενο θεριό στη συνέχεια, βάζοντας παρακαταθήκη και δημιουργώντας προσδοκίες για το μέλλον. Τα λιτά σκηνικά του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη προσδίδουν και αυτά στο κλίμα μυσταγωγίας χωρίς να αποπροσανατολίζουν. Οι μουσικές πινελιές δοσμένες με απλότητα από την Χαρούλα Τσαλπαρά και το ακορντεόν της σπάνε τη σκληράδα των κειμένων, αποφορτίζουν από την ένταση, λειτουργούν ως διάλειμμα από την κάθε φορά πιο ηχηρή συνέχεια.
Η δουλειά αυτή αποτελεί μια από τις μεγάλες στιγμές του Γιάννη Σκουρλέτη και της ομάδας του. Είναι μια πρόταση ανάγνωσης του ποιητικού λόγου με μαεστρία, ιδέα με αισθητική, σύγχρονη δραματουργία που δίνει αφορμή για εσωτερική περιπλάνηση. Ποίηση ως άκουσμα, ως σύλληψη, ως θέαμα και συνολικό αποτέλεσμα, από εκείνα που -αθόρυβα- ξεχωρίζουν στη φετινή σεζόν.
«Μετά τον Ναπολέοντα (Λαπαθιώτη) ήξερα πως ο επόμενος εθνικός (μου/μας)ήρωας θα ήταν ο Μπολιβάρ, ένα δικό μας παιδί, ένα Ελληνόπουλο από τις ζούγκλες του Αμαζονίου. Τα μεγάλα του χέρια, σαν κουπιά της ιστορίας, θα οδηγήσουν τη λέμβο στα στεγνά των αιώνων. Το συγκλονιστικό μανιφέστο του Νίκου Εγγονόπουλου (κι ένας μονόλογος σπαραγμός της Γλυκερία Μπασδέκη) οδήγησαν τα βήματά μου σ’ αυτό το ταξίδι από το Περού στη Λάρισα και πάλι πίσω, στο Αμήν…» Γιάννης Σκουρλέτης.