Καθώς το ΥΠΠΟ ανακοίνωνε την εξεύρεση του χώρου ο οποίος μπορεί να στεγάσει τα εκθέματα, τη βιβλιοθήκη και το πολύτιμο αρχείο του, οι εκπρόσωποί του που επρόκειτο να επιβλέψουν τη μεταφορά των υλικών αυτών σε ασφαλή χώρο της ΕΡΤ, με έξοδα του Δημοσίου, προκειμένου να συντηρηθούν και να διαφυλαχθούν, βρέθηκαν μπροστά σε μια δυσάρεστη έκπληξη: Μόλις ο εκπρόσωπος του Θεατρικού Μουσείου άνοιξε την πόρτα της Βιβλιοθήκης, διαπίστωσε διάρρηξη του χώρου. Έτσι η σωτήρια μεταφορά αναβλήθηκε προσωρινά και θα πραγματοποιηθεί μόλις το επιτρέψει η Αστυνομία («ακόμη και αύριο το πρωί», λένε κύκλοι του υπουργείου).
Σύμφωνα με πληροφορίες μας, οι διαρρήκτες φαίνεται πως γνώριζαν τον χώρο και το περιεχόμενο της Βιβλιοθήκης, αλλά και τον χρόνο μεταφοράς τους, αφού έδρασαν έγκαιρα και στοχευμένα, αφαιρώντας σπάνια βιβλία, χειρόγραφα και πίνακες, αλλά και τα κλειδιά των βιβλιοθηκών. Υπενθυμίζεται πως πρόσφατα, ενόψει της μεταφοράς του αρχείου και των βιβλίων στην ΕΡΤ, είχε πραγματοποιηθεί μια πρώτη καταγραφή των υλικών που φυλάσσονταν στο κτίριο της οδού Καραμανλάκη.
Έτσι, εξαιτίας της διάρρηξης και των ερευνών που θα ακολουθήσουν, η σωτήρια μεταφορά του πολύτιμου αρχείου και της βιβλιοθήκης του Κέντρου Μελέτης και Έρευνας Ελληνικού Θεάτρου – Θεατρικό Μουσείο (όπως είναι το πλήρες όνομά του) θα καθυστερήσει για λίγο ακόμη.
Μεταστέγαση σε κτίριο της Εθνικής Πινακοθήκης
Παρά την περίεργη αυτή διάρρηξη, η λύση που επεξεργάστηκε το υπουργείο Πολιτισμού φαίνεται πως θα προχωρήσει. Καταρχάς, χάρη στη συνεργασία με την Εθνική Πινακοθήκη, βρέθηκε ένα κτίριο προκειμένου να στεγαστεί το σύνολο των εκθεμάτων Μουσείου, η Βιβλιοθήκη και το αρχείο του. Στο κτίριο αυτό προβλέπεται να μεταφερθούν τόσο τα υλικά που βρίσκονται στο ισόγειο του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων όσο και εκείνα της οδού Καραμανλάκη.
Πρόκειται για ένα διώροφο νεοκλασικό επί της οδού Σταδίου 47 (απέναντι από την οδό Σανταρόζα), που ανήκε στην οικογένεια Αλεξάνδρου Σούτζου και χρησιμοποιούνταν ως… εξοχικό! Το κτίριο περιήλθε το 1894 στο ομώνυμο κληροδότημα και στη συνέχεια ανήκει στην Εθνική Πινακοθήκη.
Η αποκατάσταση του κτιρίου και η μετατροπή του σε Θεατρικό Μουσείο προβλέπεται να ενταχθεί στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Ενδιάμεσος διαχειριστικός φορέας έχει οριστεί το Εθνικό Θέατρο, στο οποίο έχουν αποδοθεί ήδη 450.000 ευρώ, για να καλυφθούν οι άμεσες ανάγκες του Μουσείου. Για τη διαμόρφωση της τελικής πρότασης είχε προηγηθεί πολύμηνη έρευνα και προετοιμασία από ομάδα εργασίας του ΥΠΠΟ που είχε συστήσει η Λυδία Κονιόρδου, ενώ έχει γίνει αποδεκτή από τα Δ.Σ της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων (η οποία και ίδρυσε το μουσείο, το 1938), του Θεατρικού Μουσείου, της Εθνικής Πινακοθήκης και του Εθνικού Θεάτρου.
Η λύση σωτηρίας στην οποία κατέληξε το υπουργείο Πολιτισμού, η οποία αποτελεί και τη μοναδική ρεαλιστική και συγκεκριμένη λύση που έχει προταθεί έως σήμερα, πρέπει να επικυρωθεί από τη γενική συνέλευση του Θεατρικού Μουσείου, όπως προβλέπει το καταστατικό του. Σε αντίθετη περίπτωση, όλα ξεκινούν και πάλι από το μηδέν…
Άγνωστο το ύψος των χρεών
Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού, «έχει κινηθεί η διαδικασία ούτως ώστε το Θεατρικό Μουσείο να περάσει στο Δημόσιο, αφού πρώτα διευκρινιστεί με ακρίβεια το ύψος των χρεών του».
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ακριβές ύψος των χρεών του Μουσείου δεν είναι, ακόμη και σήμερα, γνωστό, αλλά συνεχίζει να αυξάνεται καθώς, από το 2011 που οι τότε πολιτικές ηγεσίες του ΥΠΠΟ σταμάτησαν να καταβάλλουν την ετήσια επιδότηση του οργανισμού, το Διοικητικό του Συμβούλιο, επικεφαλής του οποίου είναι ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, σήκωσε τα χέρια ψηλά, περιμένοντας τη λύση από το κράτος (κι ας σύρονταν την ίδια στιγμή ο πρόεδρος κι ο αντιπρόεδρός του στα δικαστήρια). Με αυτόν τον τρόπο, τα χρέη (κυρίως τα απλήρωτα ενοίκια, οι εισφορές προς το ΙΚΑ αλλά και οι μισθοί των εργαζομένων, που βρίσκονται σε επίσχεση εργασίας από τότε, αφού δεν μπόρεσαν να απολυθούν νομίμως) αυξάνονταν με γεωμετρική πρόοδο. Έτσι, από περίπου 700.000 που ήταν όταν το Μουσείο ανέστειλε τη λειτουργία του, έχουν πλέον φτάσει σχεδόν τα 2 εκατομμύρια.
Καθώς το δημόσιο καλείται σήμερα να πληρώσει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό για τα χρέη ενός ιδιωτικού φορέα (αφού το Θεατρικό Μουσείο αποτελεί από το 1976 μέχρι και σήμερα ΝΠΙΔ), το λιγότερο που αναμένει κανείς είναι η διενέργεια διαχειριστικού ελέγχου πριν τη μεταφορά του στο κράτος, προκειμένου να διευκρινιστεί αν η διόγκωση του χρέους του δικαιολογείται από την κατάσταση οικονομικής ασφυξίας στην οποία βρέθηκε η χώρα ή αν οφείλεται σε πράξεις ή παραλείψεις του Διοικητικού του Συμβουλίου. Μόνο έτσι, άλλωστε, δεν θα βαραίνει καμία σκιά τους μέχρι σήμερα διαχειριστές του πολύπαθου Θεατρικού Μουσείου.