Συν & Πλην: Λυσσασμένη Γάτα του Τεννεσί Ουίλιαμς στο θέατρο Θησείον
Θετικές και αρνητικές σκέψεις για το έργο «Λυσσασμένη Γάτα» του Τεννεσί Ουίλιαμς, που παρουσιάζεται στο Θέατρο Θησείον, σε σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη.
Στη «Λυσσασμένη Γάτα», ένα από τα κορυφαία έργα της παγκόσμιας δραματουργίας, ο Τεννεσί Ουίλιαμς καταπιάνεται με μια οικογενειακή ιστορία με ευρύτερες όμως προεκτάσεις, καθώς μέσα από τις διαπροσωπικές σχέσεις των μελών της φαμίλιας αναδεικνύονται τα θέματα της αποδοχής της προσωπικότητας του άλλου και της συνύπαρξης.
Το έργο
Τα γενέθλια του εξηνταπεντάχρονου Μπιγκ Ντάντι γίνονται αφορμή για να συγκεντρωθούν στην πατρογονική αγροικία τα μέλη της οικογένειας Πόλιτ: Ο μικρότερος γιος Μπρικ, που έχει βρει καταφύγιο στο ποτό, η όμορφη σύζυγός του Μάγκι, ο μεγαλύτερος γιος Γκούπερ και η γυναίκα του οι οποίοι ετοιμάζονται να υποδεχτούν το έκτο τους παιδί. Στη διάρκεια των εορτασμών, μέσα από ενδοοικογενειακές διαμάχες που θα προκύψουν, θα έρθουν στο φως όλα όσα αποκρύπτονταν επιμελώς: η ασθένεια του πατέρα, ο λόγος για τον οποίο ο Μπρικ και η Μάγκι παραμένουν άκληροι, η εξήγηση του αλκοολισμού του Μπρικ και η υφέρπουσα ομοφυλοφιλία του, οι προσδοκίες του Γκούπερ για την πατρική περιουσία.
Η παράσταση
Πρώτο επίτευγμα είναι ότι η παράσταση χωρίς στοιχεία εντυπωσιασμού αλλά με την καθαρότητά της καταφέρνει να κρατήσει έντονο το ενδιαφέρον. Από τη φασαριόζικη έναρξη της μπαίνει κανείς στην ιστορία μιας οικογενειακής υπόθεσης, σκληρής και πολυεπίπεδης όπως αποδεικνύει η εξέλιξή της. Οι ήρωες εναλλάσσονται στη σκηνή αναδεικνύοντας τη συμβατική ζωή αλλά και τους κώδικες σύνδεσης τριών ζευγαριών που βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού από τη φθορά του χρόνου, τα ψέματα, τις υποκριτικές συμπεριφορές. Υπόθεση έκδηλη, ανάδειξη ρεαλιστική χωρίς τερτίπια, με σύνδεση στρωτή και συνοχή, δίνει ξεκάθαρα τα μηνύματα, καθώς η μια αποκάλυψη μετά την άλλη δημιουργεί ένα ασφυκτικό κλοιό για την “αγία” οικογένεια, αποδεικνύοντας ότι μερικές φορές το να ζούμε -ή να πλάθουμε- ένα ψέμα και να συμβιώνουμε μαζί του είναι μια κάποια λύση για τις αδυναμίες και τα ανομολόγητα πάθη. Τα αντιθετικά ζεύγη -διακριτά- παλεύουν μεταξύ τους: έρωτας-απώλεια, ελπίδα-απελπισία, γονιμότητα-στειρότητα, φιλία-οικογένεια, πόθος (ατελέσφορος εν προκειμένω)-συμβατική ζωή. Η σκηνοθετική γραμμή (Νικορέστης Χανιωτάκης) κινήθηκε σε βήματα ισορροπίας, χωρίς να ξεφύγει σε μελό στιγμές ή σε άλλες με ατυχή κατάληξη διακωμώδησης των όποιων επιλογών και των συναισθημάτων τους.
Το έργο στηρίζεται πρωτίστως στους τρεις χαρακτήρες, τον πατέρα Big Daddy, τον γιο Μπρικ και τη γυναίκα του Μάγκι, στις μεταξύ τους σχέσεις και στο πώς αυτές διασταυρώνονται. Και οι τρεις ρόλοι αποδόθηκαν άψογα: ο Νικήτας Τσακίρογλου, με την τιμητική του παρουσία -όχι συμβολική αλλά ουσιαστική- και την εμφανή του εμπειρία χτίζει το πορτρέτο του κυρίαρχου πατέρα: με ένταση και πυγμή επιζητά την κάθαρση ακόμα και αν αυτή αφορά στην οικογένεια-δημιούργημά του, άλλοτε νηφάλιος εκφράζει την κατανόηση του στην υποκρισία της κοινωνίας κάνοντας εμμέσως και μια δική του αυτοκριτική. Ο Ορέστης Τζιόβας, λιτός και μετρημένος, ως άσωτος Μπρικ, βρίσκεται σε μια από τις πιο καλές στιγμές της καριέρας του: μονίμως στα όρια της μέθης, στον δικό του γριφώδη κόσμο, αναζητά ενδόμυχα -και πείθει σε αυτό- την “απελευθέρωση” από το περιβάλλον της ματαιότητας που ζει μετά την απώλεια του κολλητού του φίλου. Η Μαρία Κίτσιου, επιδέξια και αυτή χειρίστηκε τη Μάγκι, μια γυναίκα δυναμική που βιώνει την εσωτερική μοναξιά, την απόρριψη, τη θλίψη και κάνει τα πάντα για να σώσει τον γάμο της, ενεργώντας δυναμικά, σχεδόν χειριστικά, μέχρι να πετύχει τον στόχο της, ακονίζοντας τα νύχια της ως λυσσασμένη γάτα στην οποιαδήποτε απειλή. Και οι υπόλοιπες ερμηνείες στάθηκαν -και με το παραπάνω- στο ύψος των περιστάσεων, επιτυγχάνοντας το δέσιμο και τη χημεία ως συνολικό αποτέλεσμα.
Τα σκηνικά (Έλλη Λιδωρικιώτη), προσαρμοσμένα στην αγροικία περασμένων εποχών και με το ωραίο τέχνασμα της κουρτίνας που εξυπηρετούσε την ιδιωτικότητα κάποιων στιγμών συμπλήρωσαν εύστοχα την παράσταση, όπως και τα κοστούμια (Βασιλική Σύρμα) ήταν εντός του κλίματός της. Ωραίες και οι πινελιές της ζωντανής μουσικής επί σκηνής.
Τα συν (+)
- Η λιτή και ρεαλιστική σκηνοθετική γραμμή δημιουργεί ρέουσα ατμόσφαιρα που κερδίζει εξ αρχής την προσοχή του κοινού.
- Οι βασικές ερμηνείες είναι αξιοπρόσεχτες και καταφέρνουν να ξεγυμνώσουν τους ήρωες και τα συναισθήματά τους, αντίστοιχα και οι δεύτεροι ρόλοι αποδόθηκαν με επιτυχία και προσαρμογή στο ομαδικό παίξιμο
- Η μετάφραση και η δραματολογική επεξεργασία παρουσίασαν ένα κείμενο σαφές, που αναδεικνύει την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων, τη δύναμη της αγάπης, τα συναισθήματα που δημιουργεί η απώλειά της
Τα πλήν (-)
- Πιο δυνατό το πρώτο μέρος, καθώς μετά τις αποκαλύψεις των βασικών μυστικών υπάρχουν σκηνές πλατειασμού, ενδεικτικά το κλίμα αλληλοεξόντωσης των αδερφών ως προς τον μοίρασμα της περιουσίας μπορούσε να αποδοθεί πιο ευσύνοπτα.
- Είναι γεγονός ότι η ιστορία αφορά “ταραγμένους” ήρωες, γίνεται αντιληπτό και χωρίς το τόσο κάπνισμα -επί συνόλου σχεδόν των ερμηνευτών και της διάρκειας- επί σκηνής.
- Οι δυνατές φωνές σε μια συνεχή εκδοχή τους κουράζουν χωρίς να εξυπηρετούν τη δραματική ένταση.
Σύνολο (=)
Έντιμη δουλειά που αν και βασίζεται σε ένα κλασικό έργο έχει ανοιχτό ορίζοντα και προσανατολισμό, χωρίς παρωπίδες στο παρελθόν αλλά και υπερβολές σύγχρονου εκμοντερνισμού. Ανέβασμα ρεαλιστικό που ισορροπεί ανάμεσα στο δράμα και το μαύρο χιούμορ, αξίζει της προσοχής. Καλό θα ήταν αν συναντήσετε τη “γάτα” αυτή μην την προσπεράσετε, καθώς θα σας οδηγήσει σε μια από τις ενδιαφέρουσες παραστάσεις της σεζόν.