MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Status Update: Μιχάλης Οικονόμου, ηθοποιός

Δεν ασκήθηκε ποτέ στο πρώτο του πτυχίο πάνω στη Διοίκηση Επιχειρήσεων αφού “λοξοδρόμησε” προς τη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Για τη δεύτερη του επαγγελματική εμφάνιση στο «Σφαγείο» τιμήθηκε με το βραβείο Χορν. Έχει σκηνοθετήσει μια και μοναδική φορά τους συμφοιτητές του στο Πανεπιστήμιο στο «Μιστέρο Μπούφο» του Ντάριο Φο. Φωτογραφίες: Δομνίκη Μητροπούλου

author-image Στέλλα Χαραμή

Η συνεργασία με το Γιώργο Παπαγεωργίου με γυρίζει στο ξεκίνημά μου. Μαζί στη σχολή του Εθνικού, μαζί και στις πρώτες μας δουλειές: «Κατσαρίδα» και «Σφαγείο». Τι έχει αλλάξει από τότε; Πολλά και τίποτα! Είμαστε δέκα χρόνια πιο μεγάλοι. Πιο έμπειροι και πιο πλούσιοι μέσα μας. Τότε είχαμε πιο πολύ ελπίδα για το αύριο, ίσως. Και, να, μάλλον για να την ξαναβρούμε ξανασμίξαμε στον «Αρίστο».

Η πιο ισχυρή ανάμνηση που έχω από την εποχή της «Κατσαρίδας» στη Θεσσαλονίκη, είναι να βάζουν κουρτίνα στην πλατεία του θεάτρου Εγνατία για να την μικρύνουν, καθότι το θέατρο ήταν 500 θέσεων, άρα αδύνατο να γέμιζε από μια παράσταση με δύο άγνωστα παιδιά και τελικά να γεμίζει καθημερινά με συνεχείς παρατάσεις και η κουρτίνα να μένει άχρηστη. Ήταν ένα όνειρο, το πιο γλυκό και προστατευμένο ξεκίνημα που θα μπορούσα να φανταστώ. Σημαντική η στιγμή που ήρθε ο Ανδρέας Βουτσινάς και μας είπε, μεταξύ άλλων, πως το λέει η ψυχή μας.

Δεν πιστεύω στην τύχη των πραγμάτων. Πιστεύω πως ανάλογα με τις επιλογές μας έρχονται τα πράγματα είτε καλά, είτε κακά. Έτσι ή αλλιώς, είναι όλα ευκαιρίες να εξελιχθούμε ακόμα και μέσα από τις δυσκολίες. Καμία πόρτα δεν κλείνει χωρίς να ανοίξει κάποια άλλη. Ναι, είμαι τυχερός με αυτή την έννοια, γιατί είχα πάντα πολλές και ποικίλες ευκαιρίες. Ο δρόμος του καθενός εύκολος ή δύσκολος είναι τελικά η δική του ανεπανάληπτη και προσωπική ιστορία. Και είναι στο χέρι μας αν οι δυσκολίες θα μας οδηγούν σε απογοήτευση ή σε πνευματική αφύπνιση.

Oikonomou Mixalis5

Για την ώρα, δεν έχω μέσα μου κάποιο σαράκι να με τρώει για σκηνοθεσία. Θέλω να είμαι ηθοποιός. Τουλάχιστον έτσι έχω την ευθύνη μόνο του εαυτού μου, και όχι μιας παράστασης! Έχω πάντα την αντίληψη του «θεατράνθρωπου» και το μάτι μου πιάνει από φώτα, από σκηνογραφία, μουσική κι από σκηνοθεσία, κι εκεί πρέπει να αντιστέκομαι, να τα ξεχνώ όλα αυτά και να γυρνώ μέσα μου και στην αλήθεια του ρόλου, στο κέντρο μου. Να μη χάνω την επαφή με τη βαθιά αλήθεια μου.

Κωμωδία ή δράμα, δεν έχει σημασία. Η ζωή δεν είναι χαρμολύπη; Τέτοιους ρόλους αγαπώ, που σου σκάει το χαμόγελο, και με το που πας να γελάσεις, σε περιμένει στη γωνία η συγκίνηση. Δεν ξέρω γιατί, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, που είναι το θεατρικό μου σπίτι, έχω τη χαρά να πέφτω συνεχώς πάνω σε τέτοιους ρόλους, λες και με κυνηγάνε. Νιώθω φροντίδα μέσα σε αυτό το θέατρο, έχω φίλους εκεί μέσα, και σε κάθε δουλειά είμαι χαλαρός, λυμένος, νιώθω πως δεν έχω να αποδείξω τίποτα σε κανέναν και αυτό είναι ένας καθαρός δρόμος προς τη δημιουργία.

Συχνά αναρωτιέμαι: Τι έχω κάνει ως τώρα; Ποια είναι η εικόνα που έχω δημιουργήσει καλλιτεχνικά; Πού ανήκω υποκριτικά; Ακούω από συνεργάτες που εκτιμώ λόγια για μένα αξιοθαύμαστα. Αμέσως, όμως, τα ξεχνώ. Δεν ξέρω, δεν έχω εικόνα. Μια άλλη φωνή μέσα μου γρυλίζει: Μήπως πλέον θα έπρεπε να έχω ξενοιάσει σ’ αυτή την ηλικία με το οικονομικό, μήπως θα έπρεπε να έχω κάνει πιο πολλή τηλεόραση, χιλιάδες ακόλουθους στο instagram, προτάσεις για εξώφυλλα, να συμμετέχω σε ταινίες διεθνών παραγωγών και να αφηγούμαι κάθε χρόνο χριστουγεννιάτικα παραμύθια στο Μέγαρο; Είναι η φωνή της ανασφάλειας, τη χαμηλής αυτοεκτίμησης και της πλεονεξίας. Καθένας την έχει και πρέπει να την αποδεκτώ, να την αφήνω να μιλάει, χωρίς να την παίρνω πολύ στα σοβαρά. Να δω τι έχω σήμερα και να είμαι καθημερινά ευγνώμων για αυτά. Όλα τα άλλα έρχονται.

Oikonomou Mixalis2

Αν με ρωτήσεις αν είμαι αθώος, θα ρωτήσω: Και ποιος είναι αθώος; Αθώα είναι τα παιδιά, τα ζώα κι ο Θεός. Αθώος θεατής, ναι, είμαι ακόμα. Γελάω και συγκινούμαι σα χαζό αν κάτι με αγγίξει. Αλλά αθώος άνθρωπος γενικά, δεν είμαι. Νιώθω ώρες-ώρες υπεύθυνος για την κακία όλου του κόσμου. Ή, χειρότερα, βλέπω τον πόνο δίπλα μου και συχνά τον προσπερνώ. Δεν αυτομαστιγώνομαι όμως, ξέρω ότι τουλάχιστον προσπαθώ να είμαι σ’ έναν πνευματικό δρόμο, να νοιάζομαι για τον άλλον και να βγαίνω όσο γίνεται από την εγωπάθεια μου.

Κάποτε ήμουν ο Σούπερμαν. Διέθετα σούπερ δυνάμεις και μπορούσα να αντιμετωπίσω όλους τους δράκους. Μα τα χρόνια πέρασαν και μαζί με μένα μεγάλωσαν και οι δράκοι που έχω να αντιμετωπίσω. Χωρίς υπερδυνάμεις αυτή τη φορά. Και μεγάλωναν και οι φόβοι μου που με έκαναν να ντρέπομαι, να νιώθω διαφορετικός κι αυτό να μην το θεωρώ καλό. Φοβόμουν να εκφράσω τους φόβους, τις σκέψεις μου μέχρι που πνίγηκα. Και είπα «ποτέ ξανά». Ποτέ ξανά δεν θα φοβηθώ γι’ αυτό που είμαι, ποτέ ξανά δεν θα φοβηθώ να πω πως φοβάμαι. Κι ας μην με ακούσει κανείς. Μου αρκεί που θα ανασάνω. Αυτοί ήταν οι δικοί μου δράκοι.

Την έννοια της διαφορετικότητας την έχω κατά καιρούς προασπιστεί, μ’ έναν πολύ δικό μου τρόπο. Κάθε άνθρωπος είναι ένα τέλειο δημιούργημα, με δυνατότητα να φτάσει στην προσωπική του τελείωση. Αυτό μας κάνει αυτόματα όλους εντελώς διαφορετικούς και εντελώς πολύτιμους. Η διαφορετικότητα είναι το ευτυχές αποτέλεσμα του τρόπου που ο καθένας ζει τη ζωή του. Αρκεί να αγαπήσουμε το σύνολο της ζωής, να μαθαίνουμε να είμαστε αληθινοί, η ζωή να μας δίνει μορφή κι εμείς να δίνουμε μορφή στη ζωή.

Oikonomou Mixalis4

Η ιστορία του δράκου του Σέιχ-Σου έχει μια τρομερή γοητεία από μόνη της. Διαβάζοντας το πώς καταδικάστηκε ο Παγκρατίδης, σε πιάνει ένας βαθύς λυγμός, για τον δόλιο τρόπο που ένας αθώος (κατά τη επικρατέστερη γνώμη), οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα. Αυτή η ιστορία με στοιχειώνει. Διαβάζοντας το βιβλίο του Θωμά Κοροβίνη, «Ο Γύρος του Θανάτου» μέσα από το οποίο γεννήθηκε ο «Αρίστος», γοητεύτηκα από τον λούμπεν κόσμο μέσα στον οποίο μεγάλωσε ο Παγκρατίδης. Είναι ένα χαστούκι, μια ιστορία- ξεμυάλισμα αυτή που διηγούμαστε στην παράσταση, που αποτελεί πολιτικό statement το να παίζεται στην Αθήνα και είμαι πολύ περήφανος που βρίσκομαι μέσα σ’ αυτό.

Αν έγραφα ένα σημείωμα προς τον Αριστείδη Παγκρατίδη θα του έλεγα:
«Αγαπημένε Αρίστο,
Δεν σε ήξερα, τώρα σε έμαθα. Ήρθες και με βρήκες μαζί μ’ αυτή τη παράσταση. Σε πόνεσα, σ’ αγάπησα, έκλαψα για σένα. Χθες ήταν Ψυχοσάββατο και πήγα κι έδωσα το όνομα σου Υπέρ Αναπαύσεως. Άκουσα τον παπά να το διαβάζει και χαμογέλασα. Ακριβώς 50 χρόνια μετά. Είμαι βέβαιος πως, αφού τόσο πολύ αδικήθηκες, θα βρήκες εκεί που είσαι τώρα και ανάλογη παρηγοριά. Νιώθω την παρουσία σου στις πρόβες του “Αρίστου”, σαν μια αόρατη φροντίδα ώστε να πάνε όλα καλά. Έστω και τώρα, το πιστεύω, θα δικαιωθεί η μνήμη σου.
Καλή αντάμωση!»

Η μεγαλύτερη καταδίκη αυτής της χώρας είναι η αδυναμία των Ελλήνων να μονιάσουν. Ζούμε το Οιδιπόδειο σύμπλεγμα με τους προγόνους και το παρελθόν μας. Αντί όλα αυτά να μας εμπνεύσουν να προχωρήσουμε στο αύριο, καταλήγουμε πάντα στο τέλος της μέρας να μετράμε σαν εγωπαθείς ομφαλοσκόποι, ποιος την έχει μεγαλύτερη, εγώ ή ο γείτονας, ο ξένος, ο διαφορετικός από μένα. Από φόβο, στοχοποιούμε ανθρώπους διαφορετικούς από εμάς, για να πετάξουμε από πάνω μας την ενοχή ότι, ίσως να είμαστε κι εμείς λίγο όπως αυτοί. Και έτσι ψάχνουμε ευκαιρίες να αλληλοτρωγόμαστε, να ζηλεύουμε ο ένας τον άλλον, να ζούμε με ένα εθνικό σαράκι που μας τρώει από μέσα προς τα έξω. Έτσι δεν έγινε και με τον Αρίστο; Έτσι δε γίνεται και ως σήμερα; Και ο ελληνικός ήλιος, που σαν κι αυτόν δεν έχει πουθενά, να μας ελέγχει και να μας κατακαίει, γιατί εμείς δεν αντέχουμε τόση ευλογία. Είμαστε ανίκανοι να τη λειτουργήσουμε στο σήμερα. Να ακούμε έστω, γίνεται; Δεν ακούμε. Θέλουμε να τρίψουμε στον άλλον τη γνώμη μας πριν καν τελειώσει να μας λέει τη δική του. Αν ακούγαμε και σωπαίναμε για λίγο, όλα θα άλλαζαν.

Περισσότερα από Πρόσωπα