Το Σπίτι Δίπλα στη Θάλασσα
Η νέα δημιουργία του Ρομπέρ Γκεντιγκιάν («Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο») είναι μια οικογενειακή δραμεντί εμπνευσμένη από τον «Βυσσινόκηπο» του Τσέχοφ.
Σε μια μικρή παραλιακή κωμόπολη κοντά στη Μασσαλία τρία αδέλφια που έχουν να μιλήσουν χρόνια, ενώνονται και πάλι για να σταθούν στο πλευρό του βαριά άρρωστου ηλικιωμένου πατέρα τους. Κι ενώ ετοιμάζονται για τον κρίσιμο αποχωρισμό ένα απρόσμενο γεγονός θα τους αλλάξει τη ζωή.
Δύο χρόνια μετά από την τελευταία του ταινία, ο Γάλλος σκηνοθέτης Ρομπέρ Γκεντιγκιάν επιστρέφει με μια ταινία οικογενειακής επανένωσης, αρκετά ελεύθερα εμπνευσμένη από τον «Βυσσινόκηπο» του Αντόν Τσέχωφ και δίνει ξανά στους αγαπημένους του ηθοποιούς τους βασικούς ρόλους. Οι Αριάν Ασκαρίντ, Ζαν-Πιέρ Νταρουσέν, Ζεράρ Μεϊλάν όπως και στο φιλμ «Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο» γίνονται πρωταγωνιστές και υποδύονται αντίστοιχα τα τρία αδέλφια: την Άντζελα, μια ηθοποιός που ζει στο Παρίσι, τον Ζοζέφ, που έχει σχέση με πρώην φοιτήτρια του που έχει τα μισά του χρόνια και τον Αρμάν, ο μόνος που έμεινε πίσω για να λειτουργεί το μικρό οικογενειακό εστιατόριο. Ένα απρόσμενο γεγονός θα τους φέρει απέναντι όχι μόνο στις σταθερές αξίες μιας ζωής αλλά και στις κρίσιμες αποφάσεις που καλούνται να πάρουν γύρω όχι μόνο από το δικό τους μέλλον αλλά και για λογαριασμό κάποιων άλλων.
Η ταινία προσπαθεί να μοιάζει με πιστό αντίγραφο του «Κιλιμάντζαρο» αλλά δεν τα καταφέρνει εξίσου καλά αφού σε αρκετές σκηνές η πλοκή «σέρνεται» ενώ τα ηθικά διλήμματα που διατυπώνονται εξελίσσονται σε ανιαρά, παρωχημένα πολιτικά συνθήματα. Επιπλέον οι χαρακτήρες δεν διαθέτουν την πολύπλοκη γοητεία ή το βάθος των πολιτικών συμβόλων που εκπροσωπούν, ενώ σε κρίσιμα σημεία του σεναρίου (ο χωρισμός του Ζοζέφ με τη νεαρή ερωμένη του) επιλέγεται μια προβλέψιμη και βολική λύση. Ευτυχώς που ο ανθρωπισμός του σεναρίου θριαμβεύει και ειδικά το κομμάτι που σχετίζεται άμεσα με το προσφυγικό ζήτημα καταφέρνει να δώσει μια ξεκάθαρη απάντηση γύρω από αυτό, με τη συγκίνηση να έρχεται απρόσμενα αλλά και λυτρωτικά σαν μια ευπρόσδεκτη κάθαρση.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης