Την ημέρα ακριβώς που ανακοινώνεται ο επιβεβλημένος γάμος του, ο Λεόντιος αποφασίζει να εγκαταλείψει την χώρα και φεύγει για μια περιπλάνηση χωρίς σκοπό. Ταυτόχρονα σε μία κοντινή χώρα η νεαρή Λένα δραπετεύει κι εκείνη προκειμένου να αποφύγει τον επίσης επιβεβλημένο γάμο. Σε μία άγνωστη χώρα όπου βρίσκονται, συναντιούνται τυχαία και ερωτεύονται αυθόρμητα, χωρίς να γνωρίζουν ο ένας ποιός είναι ο άλλος. Αλλά όταν αποκαλυφθούν οι ταυτότητές τους, τους περιμένει μία έκπληξη. Πρόκειται πράγματι για αληθινό, αυθόρμητο έρωτα ή τα πάντα είναι σχεδιασμένα από πριν;
Ο Γκέοργκ Μπύχνερ χαρακτήρισε το «Λεόντιος και Λένα» (1836), το δεύτερο θεατρικό έργο του μετά τον Θάνατο του Δαντόν (1835) και πριν τον ημιτελή Βόυτσεκ (1837) Lustspiel: κωμωδία. Το έργο αυτό, αρχικά προοριζόταν για έναν θεατρικό διαγωνισμό του διάσημου εκδότη Cotta, αλλά τελικά ο Μπύχνερ δεν πρόλαβε τις προθεσμίες του διαγωνισμού. Μεταγενέστεροι μελετητές κάνουν λόγο για “ουτοπικό ή λυπητερό κωμικό παραμύθι”, για ”ονειρικό έργο” ή ”ειρωνική κωμωδία’, αλλά και ”μηδενιστικό δράμα” ή ”τραγικωμωδία της ματαιότητας και της απογοήτευσης”, θέλοντας να τονίσουν όχι μόνο τον παιγνιώδη, αλλά και το σκοτεινό χαρακτήρα του.
Όπως τονίζει ο σκηνοθέτης Παντελής Φλατσούσης: «Η παράσταση του ΚΕΤ, την άνοιξη του 2018 κινείται ανάμεσα στους δύο αυτούς πόλους, θέλοντας να εξερευνήσει την αλληλεξάρτηση εξουσίας και επιθυμίας. Σε αυτήν οι θεατές καλούνται να γίνουν μάρτυρες μιας περίεργης ιστορίας ενηλικίωσης, και να αποφασίσουν πόσο τελικά έχουμε την δυνατότητα να επιλέγουμε εμείς οι ίδιοι την ζωή μας ή αν όλα είναι τυχαία. Είναι κάθε πεδίο ανθρώπινης δραστηριότητας παγιδευμένο από τις εξουσίες ή μπορεί η επιθυμία να αποτελέσει μια δυνατότητα διαφυγής; Μέχρι ποιά όρια μπορούμε να αλλάξουμε τις καταστάσεις μέσα στις οποίες γεννιόμαστε και ζούμε τις ζωές μας; Μήπως εμείς οι ίδιοι είμαστε ένα όριο σε αυτή μας την επιθυμία;»