Το έργο της Χριστιάνας Σούλου έχει αναγνωριστεί διεθνώς, με πρόσφατες αναδρομικές ατομικές εκθέσεις της στα μουσεία Kölnischer Kunstverein Κολωνία (2016) και BALTIC Centre for Contemporary Art, Gateshead, Αγγλία (2016), καθώς και συμμετοχή στην 55η Μπιενάλε Βενετίας στο Διεθνές Περίπτερο (Giardini) – Il Palazzo Enciclopedico (2013).
Η Χριστιάνα Σούλου με τη δουλειά της τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει επιδείξει μια πρακτική σχεδίου που καθορίζεται από την πυκνότητα, δριμύτητα, βάθος και ακρίβεια, καθώς η γραμμή της αγγίζει λεπτοφυείς ποιότητες. Η δύναμή της έγκειται στον ορισμό της Rosalind Krauss του να είναι εκτός μόδας, καθώς με εμμονική αφοσίωση τα έργα της φαίνονται να είναι διαχρονικά.
Το έργο της Σούλου καταλαμβάνει τον σημαντικό χώρο μεταξύ έμπνευσης και επαναπροσδιορισμού. Αν κάτι το διαπερνά απ’ άκρη σ’ άκρη, είναι η συνεχής διαπραγμάτευση με το αίνιγμα του θανάτου και άρα και του έρωτα (ή έστω της ερωτικής φαντασίωσης) δεδομένης της αλληλεξάρτησής τους. Το έργο αυτό αποτελεί ένα «έντιμο σχέδιο», καθαρό, ψυχολογικό, θεραπευτικό και πάνω απ’ όλα μαγικό που μοιάζει να είναι αντίδοτο στις μέρες μας, καθώς αφήνει την εντύπωση ότι η ίδια η πράξη του σχεδίου μπορεί να είναι μια ευγενική αναζήτηση της ύπαρξης, προς έναν ευρύτερο, καθολικότερο στόχο.
Σε αυτή την έκθεση, η Σούλου παρουσιάζει περίπου 40 σχέδια και ακουαρέλες με φιγούρες, εμπνευσμένες ελεύθερα από την «Ψυχή και Χορός» του Paul Valéry και στο πνεύμα της φιγούρας όπως αυτή εννοείται από τον Roland Barthes: «Φιγούρα που μπορεί να συγκριθεί μόνο με το σχήμαστην αρχαία ελληνική και χορογραφική του έννοια».
Στα έργα της Σούλου, η αναζήτηση της φόρμας, (της εξέλιξης και μεταμόρφωσης) περνάει μέσα από τη δράση του σώματος και τη χειρονομία της κίνησης. Τα έργα της συλλαμβάνουν αυτή τη δράση και επαναπροσδιορίζουν το ρόλο της μάσκας. Σε διαρκή ανάμειξη με τις σχεδιασμένες φιγούρες, η παρουσία της μάσκας σε πολλά από τα έργα της, λειτουργεί άλλοτε ως φορέας διπλής δύναμης: προσομοίωσης και απόκρυψης, άλλοτε σαν αναπλήρωση που δημιουργεί μία νέα όψη και σε κάθε περίπτωση ως εκδήλωση της ανθρώπινης υπόστασης.
Ανοίγει με αυτό τον τρόπο ένα πεδίο συλλογισμού για τη σχέση ανάμεσα στο πραγματικό και το ομοίωμα (simulacre) και καταλήγει με το να θέσει το ερώτημα του πορτραίτου: To πορτραίτο (por-t-trait), όχι μόνο του προσώπου, αλλά εξ’ ίσου της φιγούρας ή και οποιουδήποτε άλλου πράγματος, είναι αυτό που φέρει πάνω του, από τις γραμμές, τα σημάδια και τα χαρακτηριστικά της μορφής, ό,τι αντιστέκεται και παραμένει · αυτό που αποτυπώνεται από τη φυσιογνωμία των πραγμάτων.
Όπως λέει η ίδια: «Αυτό που με ενδιαφέρει δεν είναι η κατασκευή των κοστουμιών, αλλά κυρίως οι δυνατότητες μιας νέας όψης που προκύπτει από ένα κοστούμι το οποίο, ιδωμένο σαν μάσκα, μπορεί να ξεδιπλωθεί σε ολόκληρη τη φιγούρα και να αποτελέσει αναπλήρωση ή αναδιπλασιασμό της. Ένα γυμνό πρόσωπο μπορεί να αποτελεί μάσκα, το ίδιο και ένα χέρι. Η μάσκα ενός προσώπου μπορεί να είναι το αληθινό του πρόσωπο. Ένα παπούτσι είναι το πορτραίτο ενός ποδιού».
Λίγα λόγια για την καλλιτέχνιδα:
Η Χριστιάνα Σούλου γεννήθηκε στην Αθήνα, κατάγεται από την Αλεξάνδρεια, όπου πέρασε μεγάλο μέρος των παιδικών της χρόνων. Σπούδασε στην Ecole National Supérieure des Beaux Arts στο Παρίσι. Πρόσφατες ατομικές εκθέσεις της περιλαμβάνουν: Kölnischer Kunstverein Κολωνία (2016), BALTIC Centre for Contemporary Art, Gateshead, Αγγλία (2016), The book of Imaginary Beings after Borges, Sadie Coles HQ (2016), Les enfants terribles, Jean Cocteau, Galerie de France, Παρίσι (2015), γκαλερί Capitain Petzel, Bερολίνο (2012), Sadie Coles HQ, Λονδίνο (2011), Friedrich Petzel Gallery, Nεα Υόρκη (2010), Bernier/Eliades, Αθήνα (2010). Ομαδικές εκθέσεις: Camden Arts Center, Λονδίνο (2016), Salon du Dessin, Παρίσι (2014), Palais Brogniart-Place de la Bourse, Παρίσι (2014), Il Palazzo Enciclopedico, 55th International Art Exhibition, Μπιενάλε Βενετίας (2013), The System of Objects, Deste Foundation for Contemporayr Art, Αθήνα (2013) και Skin Fruit: Selections from the Dakis Joannou Collection, New Museum, Nεα Υόρκη (2010).