Μουσείο Μπενάκη: Φωτογραφικό ταξίδι στην Αίγυπτο
Στις όχθες του Νείλου, αλλά και στο σκληρό πέτρινο τοπίο της ερήμου του Σινά, των αρχών του 20ού αιώνα, ταξιδεύει νοερά ο επισκέπτης της έκθεσης φωτογραφίας «Ο Fred Boissonnas στην Αίγυπτο», που φιλοξενείται στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς.
Από τους σπουδαιότερους ευρωπαίους φωτογράφους του τέλους του 19ου αιώνα, ο Ελβετός Φρεντερίκ Μπουασονά (1858-1946) υπήρξε παθιασμένος ταξιδευτής, ένας εθνογράφος του φωτογραφικού φακού. Η Ανατολική Μεσόγειος, και ιδιαίτερα η Ελλάδα, τον γοήτευε, καθώς σε αυτούς τους τόπους συναντούσε ένα ιστορικό βάθος που με ευαισθησία και καλλιτεχνική αρτιότητα θέλησε να αποτυπώσει μέσα από τις φωτογραφίες του.
Έχοντας φωτογραφίσει συστηματικά την Ελλάδα και τα Βαλκάνια, τους ανθρώπους και τα τοπία, από τις αρχές του 20ού αιώνα, ιδιαίτερα κατά την κρίσιμη πολεμική δεκαετία 1912-1922 (υπήρξε άλλωστε επίσημος φωτογράφος της εκστρατείας του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία), το 1929 θα βρεθεί στην Αίγυπτο, προσκεκλημένος του βασιλιά Φουάντ Α’.
Περιοδεύοντας τη χώρα από άκρου εις άκρον για έναν ολόκληρο χρόνο, συγκεντρώνει υλικό, φωτογραφίζοντας ασταμάτητα ανθρώπους, τοπία και αρχαιότητες, αλλά και όψεις της σύγχρονης ζωής, σε μια χώρα που μόλις επτά χρόνια νωρίτερα είχε αποκτήσει την ανεξαρτησία της από τους Βρετανούς και επεδίωκε να καταδείξει την είσοδό της στη χορεία των «ανεξάρτητων εθνών». Οι φωτογραφίες του ταξιδιού αυτού θα αποτελέσουν το υλικό μιας πολυτελούς και βαρύτιμης έκδοσης, με τίτλο L’Egypte, που κυκλοφόρησε το 1932 στη Γενεύη, αφιερωμένη στον αιγύπτιο μονάρχη.
Ένα χρόνο αργότερα ο Μπουασονά θα επιστρέψει στη χώρα του Νείλου, αυτή τη φορά ακολουθώντας τη διαδρομή των ισραηλιτών έτσι όπως καταγράφεται στη βιβλική Έξοδο, με προορισμό τη χερσόνησο του Σινά και τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης. Οι φωτογραφίες αυτού του ταξιδιού, περισσότερο στοχαστικές, βγαλμένες μέσα από την ποίηση της ερήμου, επρόκειτο να δώσουν το υλικό για μια νέα έκδοση, η οποία όμως δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Σχεδόν έναν αιώνα μετά, το υλικό αυτό, καταχωνιασμένο σε αρχεία και βιβλιοθήκες, ήρθε στο φως χάρη στην ερευνήτρια στη Βιβλιοθήκη της Μονής της Αγίας Αικατερίνης Oriana Baddeley (επιμελήτρια της έκθεσης μαζί με τους Ewelina Warner και Γιώργη Μαγγίνη), η οποία ανέλαβε την συντήρηση των αρνητικών. Σύντομα γεννήθηκε η ιδέα της συγκέντρωσης όλου του αιγυπτιακού υλικού σε μία έκθεση.
Από ένα σύνολο 1.600 αρνητικών (ανάμεσα στα οποία και 42 αυτοχρωμικές πλάκες, από τις οποίες προέρχονται οι ελάχιστες έγχρωμες φωτογραφίες της έκθεσης, καθώς ο Μπουασονά πειραματιζόταν από πολύ νωρίς με το χρώμα) η Oriana Baddeley επέλεξε («με κριτήρια υποκειμενικά», όπως τόνισε) περίπου 100 φωτογραφίες και των δύο ταξιδιών, που αποτελούν τον κορμό της έκθεσης. Μαζί με αυτές, ο επισκέπτης μπορεί να «ξεφυλλίσει» ψηφιακά, σε φυσικό μέγεθος, το βιβλίο του Μπουασονά για την Αίγυπτο, αλλά και να παρακολουθήσει μια διάλεξη που έδωσε το 1935 στη Γενεύη για την αιγυπτιακή του εμπειρία, έτσι όπως ανασυστάθηκε μέσα από ένα ντοκιμαντέρ. Ακόμη στις προθήκες της μπορεί κανείς να δει και τις σημειώσεις που κρατούσε ο φωτογράφος, σε μια μάλλον ποιητική γλώσσα, για τα όσα συναντούσε στα ταξίδια του.
Μέσα από τις φωτογραφίες αυτών των δύο ταξιδιών, μπορεί κανείς να παρακολουθήσει την εξελικτική πορεία της αισθητικής του Μπουασονά. Οι ζωγραφικές και ατμοσφαιρικές εικόνες του βιβλίου δίνουν τη θέση τους, τέσσερα χρόνια αργότερα, σε φωτογραφικές αναζητήσεις που επικεντρώνονται περισσότερο στη γεωμετρική αφαίρεση, σε λοξές γωνίες λήψης και σε συνθήκες δραματικού φωτισμού. «Συνήθως βλέπουμε τον Μπουασονά μέσα από το πρίσμα του 19ου αιώνα», σημείωσε η Oriana Baddeley, «όμως συμμεριζόταν τις αναζητήσεις του μοντερνισμού των αρχών του 20ού αιώνα. Συνομιλούσε με τον Λε Κορμπυζιέ, γι’ αυτό άλλωστε και αποτύπωσε με τη δική του τέχνη το μοντερνιστικό Maison La Roche που έχτισε ο αρχιτέκτονας στο Παρίσι».