Την έκθεση επιμελείται ο ιστορικός Τέχνης κι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνος Βαφειάδης, ενώ για το concept, την οργάνωση και την επικοινωνία της έκθεσης την ευθύνη έχει ο Δημήτρης Λαζάρου.
69 σύγχρονοι εικαστικοί παρουσιάζουν έργα (μικρών διαστάσεων) ζωγραφικής, γλυπτικής και φωτογραφίας, έχοντας σαν έμπνευση τα λόγια του Γάλλου λυρικού ποιητή Paul Verlaine: «Τέχνη είναι να είσαι απολύτως ο εαυτός σου».
Ο Paul Verlaine (Πολ Βερλαιν) χαρακτηρίζεται ως ένας καθαρά λυρικός ποιητής που σημάδεψε μια μετάβαση από το ρομαντισμό στο κίνημα του συμβολισμού, και διακρίνεται για τo μουσικό αποτέλεσμα της γραφής του, μέσα από τη χρήση αρκετών μυστικών της γαλλικής προσωδίας, όπως τις παρηχήσεις, τις συνηχήσεις και τους ανισοσύλλαβους στίχους.
Ο Δρ. Ιστορίας της Τέχνης και επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνος Βαφειάδης, στο κείμενο του «Σχόλιο στον αφορισμό του Paul Verlaine: Τέχνη είναι να είσαι απολύτως ο εαυτός σου» σημειώνει:
«Είναι πλέον αποδεκτό, ότι κάθε προσπάθεια ορισμού τῆς Τέχνης έμελλε νὰ καταλήξει σε αποτυχία, σε τεχνοκριτικό φιάσκο, εφόσον η Τέχνη συνιστά φαινόμενο άμεσα εξαρτημένο από τον εκάστοτε τρόπο όρασης και ερμηνείας της «πραγματικότητας». Εάν αυτὸ που ονομάζουμε πραγματικότητα, με ό,τι αυτή περιλαμβάνει (Φύση, Οικονομία, Θρησκεία, Τεχνολογία κ.ά.), δεν είναι άλλο από μια ρητορική κατασκευή, από ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο σύστημα αξιολόγησης, ταξινόμησης, σημασιοδότησης, θεμελιωμένο στα όρια της ανθρώπινης συνειδητότητας, και όχι έξω από αυτήν, τότε η Τέχνη δεν μπορεί να ορισθεὶ ως ουσία, αλλά ώς προϊόν των απαιτήσεων των ιστορικά διαμορφωμένων (ηγετικών) συλλογικοτήτων. Άλλωστε, στην περίπτωση της Τέχνης, η ουσιοκρατική της αντικειμενικότητα δεν συνδέθηκε ποτέ με την υλικότητα, εγγενή στὸ καλλιτεχνικό έργο.
Είναι προφανές ότι η εν λόγω αντίληψη εμπίπτει στο χώρο της Φαινομενολογίας (τοῦ Maurice Merleau-Ponty), της νεομαρξιστικής Αποδόμησης (Σχολὴ της Φρανκφούρτης) και στο χώρο της Πολιτισμικής Κριτικής (Marcus-Fischer). Ωστόσο, η αμφισβήτηση της ουσιοκρατικής προσέγγισης της Τέχνης, ως υλικής έκφρασης κάποιας αντικειμενικής πραγματικότητας, η οποία υφίσταται ανεξάρτητα από την βούλησή μας και εξω από τα όρια της συνείδησής μας, αποτελεί πράξη αμφίσημη.
Τούτο διότι αν η Τέχνη, είναι παράγωγο των διαρκώς μεταβαλλόμενων αιτημάτων (ιδεολογικών, σημασιολογικών κ.ά.) μιας ιστορικά διαμορφωμένης συλλογικότητας – ή μάλλον του κυρίαρχου Λόγου της εξουσίας που διέπει την συλλογικότητα – τότε η υπόστασή της αντικειμενοποιείται με το συνδετικό υλικό των «δι-υποκειμενικών» αυτών αιτημάτων. Έτσι, η ύπαρξή της, το γεγονὸς της, συγκροτείται από τον εκάστοτε εξουσιαστικό τρόπο όρασης και σημασιοδότησης του κόσμου και των φαινομένων, χωρὶς αυτὸ, εννοείτε, να της προσδίδει ουσιοκρατική σταθερότητα. Είναι το συλλογικὸ προς τι που, στην περίπτωση αυτή, δίνει στην Τέχνη το αντικειμενικό της νόημα. Υπάρχει επειδή εκφράζει, Υπάρχει επειδή ερμηνεύει. Υπάρχει επειδή προπαγανδίζει. Αν τώρα η Τέχνη είναι προϊόν μιας ατομικότητας, περιχαρακωμένης στα δικά της αβέβαια νοηματοδοτικά όρια, ασύνδετης (θεωρητικά πάντα) μὲ τις κυρίαρχες συλλογικὲς ανάγκες, όπως απαιτεί η σύγχρονη, άκριτα φορμαλιστική, τεχνοκριτική, τότε το έργο τέχνης «στερείται» αντικειμενικής (βλ. δι-υποκειμενικής) υπόστασης και μετατρέπεται σε υλική έκφραση μιας συνείδησης αδιάστατης καὶ αχρονικής, εντέλει ανυπόστατης.
Είναι προφανές ότι και στις δύο περιπτώσεις αμφισβητείται το γεγονὸς του έργου Τέχνης ως ανεξάρτητου από την συνείδηση, συλλογική και μή. Κατά συνέπεια ο αφορισμὸς του λυρικού ποιητὴ Paul Verlaine (1844-1896), τέχνη είναι να είσαι απολύτως ο εαυτός σου, φαίνεται να υιοθετεί ομοίου λόγου θεώρηση. Εντούτοις, μαρτυρεί αμφιλογία, καθώς παραπέμπει σε δύο αρχαίες αντιλήψεις περί Αναπαράστασης, διόλου σύμφωνες μεταξύ τους. Σύμφωνα με την πρώτη αντίληψη, η Τέχνη θεωρείται πραγματωμένη στην ύλη αναφορά του Εαυτού, ως υλικὴ προβολή στην εξωτερικότητα μιας μη ορατής ουσίας, εντέλει ως (δι)έξοδος από τα τείχη της ατομικής συνειδητότητας. Σε αυτήν την περίπτωση, το καλλιτεχνικό έργο συνιστά συμβολικό παράλληλο του Εαυτού με σχέση αναφοράς, ένα σημείο χωρίς αντικειμενική αλλά σχετική υπόσταση. Σύμφωνα με την δεύτερη – και αρχαιότερη – αντίληψη, η Τέχνη είναι ο Εαυτὸς, και δη απολύτως. Σε αυτήν την περίπτωση, το καλλιτεχνικό έργο συνιστά παρουσία, δεν αναφέρεται στον Εαυτό, είναι ο Εαυτός. Κατά συνέπεια, το καλλιτεχνικό έργο αποβάλλει την αυθαιρεσία που είναι εγγενής στὴν σχέση σημαίνοντος και σημαινομένου και συνάμα καθίσταται αντικειμενικό.
Με αυτά ως δεδομένο, και στο πλαίσιο της συμβολιστικής σκέψης του Paul Verlaine, ο τελευταίος φαίνεται να συντάσσεται με την δεύτερη έννοια της καλλιτεχνικής αναπαράστασης ως δηλωτικής της αλήθειας του έργου Τέχνης. Προχωρεί όμως περαιτέρω, ταυτίζοντας το έργο Τέχνης με τον Εαυτό, ή μάλλον υποκαθιστώντας και μετατρέποντας τον Εαυτό ως το απόλυτο έργο Τέχνης, πλήρως ανεξάρτητου από την εκάστοτε χειραγωγούμενη συλλογικότητα. Και υπ’ αυτή την έννοια ο Γάλλος ποιητής φαίνεται να προλειαίνει τον δρόμο που έμελλε να οδηγήσει στον «Θάνατο της Τέχνης» και εν συνεχεία στην μεταμοντέρνα Κατάσταση – εγγενή στις παραλλαγές της Εννοιολογικής τέχνης – όχι όμως και στην χειραγώγηση της καλλιτεχνικής παραγωγής από τον «Κόσμο της Τέχνης», εφόσον ο τελευταίος δεν πράττει άλλο από το να παροχετεύει διαρκώς τον κυρίαρχο Λόγο εξουσίας.»
Εγκαίνια: Τρίτη 27 Μαρτίου 2018 | 20:00 – 23:30