Ο συνθέτης Ανδρέας Κατερινόπουλος μάς μιλά για την μουσική παράσταση “στο θέατρο” που παρουσιάζεται στο Faust
Ο πιανίστας, συνθέτης αλλά και ηθοποιός Ανδρέας Κατερινόπουλος με την παράσταση “Στο θέατρο” που ανεβαίνει στο Faust Theater (στις 25 Απριλίου 2018), μπλέκει τραγούδια και μουσικές που αγάπησε, με τον ποιητικό και θεατρικό λόγο και τα ερμηνευτικά εργαλεία του ηθοποιού. Την προσπάθεια αυτή συμπληρώνουν και σφραγίζουν εμβληματικά τραγούδια μεγάλων συνθετών όπως η “Συννεφιασμένη Κυριακή” και η “Νοσταλγία” του Βασίλη Τσιτσάνη. Με τίτλο που προέρχεται από το ομώνυμο ποίημα του Καβάφη, δημιουργεί μια μουσική παράσταση με κείμενα που, γι αυτόν, αποτελούν τη βάση ολόκληρου του Νεοελληνικού Θεάτρου, κείμενα που πηγάζουν από την Ελλάδα του χθες και του σήμερα και απευθύνονται σε κάθε ηλικιακό ακροατήριο.
Ο τίτλος «Στο θέατρο» προκύπτει από το γεγονός ότι στην έναρξη της παράστασης το ποίημα του Κ.Π. Καβάφη «Στο θέατρο» δίνει το έναυσμα για να ξεκινήσει αυτό το λαϊκό παραμύθι που μιλάει για «τα διεφθαρμένα νιάτα και την παράξενη ομορφιά», όπως ο αιώνιος ποιητής αναφέρει. Αυτά τα διεφθαρμένα νιάτα της ΣΤΕΛΛΑΣ και της ΞΕΝΙΑΣ που φωτίζονται «Στο θέατρο» είναι που με συγκίνησαν και με ενέπνευσαν.
Το «Στο θέατρο» είναι μία μουσική και θεατρική παράσταση μπλεγμένη με «θέατρο», μελοποιημένα ποιήματα και μουσικές. Αποσπάσματα από τα θεατρικά έργα «Η Γειτονιά Των Αγγέλων» και η «Στέλλα Με Τα Κόκκινα Γάντια» του Ιάκωβου Καμπανέλλη αποτελούν τον θεατρικό μας άξονα. Η Στέλλα έχει μείνει χαραγμένη στην μνήμη μας μέσα από την κινηματογραφική επιτυχία «Στέλλα» του Κακογιάννη. Αναπόφευκτα αποτελεί κινηματογραφικό χαρακτήρα και στο πρώτο άκουσμα θεωρώ ότι μας παρασέρνει -θεωρητικά τουλάχιστον- σε κινηματογραφικά μονοπάτια.
Η ιδέα της παράστασης προέκυψε από την ανάγκη να κάνω θέατρο με τα δικά μου πρωτότυπα εργαλεία. Αυτό με ώθησε εκεί κι έτσι γεννήθηκε η ιδέα.
Όσον αφορά στη δομή της παράστασης, «Στο θέατρο», θα παρακολουθήσουμε τις δύο εμβληματικές γυναίκες του Ιάκωβου Καμπανέλλη, την Ξένια και την Στέλλα, με τη δωρικότητα που τις διακρίνει, να διεκδικούν τους έρωτές τους και την ανάγκη τους να αγαπηθούν η κάθε μια με τους δικούς της όρους, σε μια κοινωνία που δεν συγχωρεί… Η ιδέα αυτή προέκυψε από την ανάγκη να κάνω θέατρο με τα δικά μου πρωτότυπα εργαλεία. Αυτό με ώθησε εκεί κι έτσι γεννήθηκε η ιδέα.
Αυτά τα κείμενα (της παράστασης) παίζονται και ξαναπαίζονται… Και κάποιες φορές με πολλή μουσική, πρωτότυπη ή ξαναπαιγμένη. Εγώ συγκεκριμένα τα αγαπώ πολύ. Αν δεν απατώμαι, φέτος ανέβηκε “Η Στέλλα Με Τα Κόκκινα Γάντια” ταυτόχρονα από τον ΘΟΚ στην Κύπρο, και στην Αθήνα σε εναλλακτική σκηνή από ένα θίασο και σκηνοθέτη που παρακολουθώ και θαυμάζω, ενώ “Η Αυλή Των Θαυμάτων”, επίσης του Ιάκωβου Καμπανέλλη, ανέβηκε φέτος το χειμώνα στο ΚΘΒΕ.
Αν θέλετε την γνώμη μου, αυτά τα κείμενα είναι μια θαυμάσια ευκαιρία για να βουτήξει κανείς στην Ελλάδα του σήμερα και του χθες.
Αυτά τα κείμενα αποπνέουν αέρα άλλης εποχής, θεωρώ όμως ότι αποτελούν όλη τη βάση του Νεοελληνικού θεάτρου. Θυμάμαι το 2011 κατεβήκαμε στην Αθήνα οι καθηγητές ενός θεατρικού εργαστηρίου και το εφηβικό δυναμικό του από το Αγρίνιο, με 2 γεμάτα λεωφορεία για να παρακολουθήσουμε την “Αυλή των Θαυμάτων” του Καμπανέλλη στο Εθνικό Θέατρο τότε. Αν θέλετε την γνώμη μου, αυτά τα κείμενα είναι μια θαυμάσια ευκαιρία για να βουτήξει κανείς στην Ελλάδα του σήμερα και του χθες.
Η επιλογή των τραγουδιών και των μουσικών έγινε με σκοπό να εξυπηρετούν τη θεατρική δράση. Η μουσική στο σύνολο αναδεικνύει το γενικότερο αίσθημα, όπως συμβαίνει σε κάθε «μουσικοθεατρική» παράσταση. Όπως συμβαίνει μάλλον σε κάθε παράσταση. Δεν γίνεται αλλιώς, είναι κανόνας. Τα δύο μελοποιημένα ποιήματα, καθώς και τα οργανικά κομμάτια που ακούγονται κατά τη διάρκεια της παράστασης ανήκουν σε ολοκληρωμένα έργα που έχω παρουσιάσει στο παρελθόν.
Η μουσική στο σύνολο αναδεικνύει το γενικότερο αίσθημα, όπως συμβαίνει σε κάθε παράσταση. Νιώθω ευτυχής που σ’ αυτή την παράσταση ακούγονται δυο λατρεμένα από όλους μας τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη. Στην αρχή η Νοσταλγία από το Σκοπευτήριο, και στο φινάλε η Συννεφιασμένη Κυριακή του Τσιτσάνη και της Ελλάδας, για τη συννεφιασμένη καρδιά της “Στέλλας με τα Κόκκινα Γάντια” που, μια μέρα σαν κι αυτή, έχασε τη χαρά της.
Πραγματικά δεν μπορώ να απαντήσω στο ποια ιδιότητά μου φωτίζεται περισσότερο στην παράσταση, αυτή του μουσικού ή αυτή του ηθοποιού… Νομίζω υπάρχει μια ισορροπία με ταπεινότητα και φρόνημα. Θέλω να υπάρχει. Πάντως, ομολογώ πως χαίρομαι που παίζω!