Το δαχτυλίδι της μάνας του Γιάννη Καμπύση στο Tempus Verum – Εν Αθήναις
Με αφορμή ένα ελληνικό έργο του 1898 για το θάνατο ενός ποιητή ή καλύτερα για τις τελευταίες του στιγμές, οι C. for Circus παρουσιάζουν «Το δαχτυλίδι της μάνας» του Γιάννη Καμπύση, σε σκηνοθεσία Παύλου Παυλίδη, από την 1η έως τις 10 Ιουνίου 2018 στο Tempus Verum – Εν Αθήναις.
Με όχημα τη μουσική, την ποίηση και τη φαντασία, οι C. for Circus στήνουν μια ολοζώντανη τελετή αποχαιρετισμού, ξαναγράφουν για χάρη του ποιητή τις τελευταίες του σελίδες και γιορτάζουν τα 10 χρόνια της κοινής τους πορείας με την πιο αισιόδοξη παράστασή τους μέχρι σήμερα.
Παραμονή Χριστουγέννων. Σε μία καλύβα κοντά στο δάσος ζει μία φτωχή οικογένεια: η μάνα και οι δυο της γιοι. Ο μεγάλος γιος της οικογένειας, ο Ποιητής, βαριά άρρωστος, γνωρίζοντας πως έχει πλέον λίγη ζωή μέσα του, νοσταλγεί τα απάτητα βουνά του τόπου του, τους θρύλους της οικογένειάς του, τις Νεράιδες του Βουνού. Ταξιδεύει με τη φαντασία του κοντά τους, για να τον συντροφεύσουν τις τελευταίες του στιγμές και καρτερά να “σβήσει” στην ποδιά της αγαπημένης του. H μητέρα του, για να τον σώσει, αποφασίζει να πουλήσει τη μόνη περιουσία της οικογένειας, το δαχτυλίδι που κάποτε έδωσαν οι μοίρες στους προγόνους της, αν και γνωρίζει ότι μια τέτοια κίνηση είναι καταραμένη. Kάπου, κάποτε, σε μια Ελλάδα.
«Το δαχτυλίδι της μάνας» του Γιάννη Καμπύση είναι θεατρικό έργο, γραμμένο σε ντοπιολαλιά, κι εμπνέεται απ’ τη ζωή του ποιητή και πεζογράφου Κώστα Κρυστάλλη. Έχει χαρακτηριστεί ως μουσικό δράμα αλλά και ως χριστουγεννιάτικο ονειρόδραμα. Το 1917 ο Μανώλης Καλομοίρης το συνέθεσε σε μορφή όπερας, ενώ 51 χρόνια αργότερα, το 1968, το έργο εκφωνήθηκε στο “θέατρο της Τετάρτης” στην Ε.Ρ.Α.
Ενεργοποιώντας τις αισθήσεις της λαϊκής παράδοσης, που τόσο έντονα διατρέχουν την ιστορία του Γιάννη Καμπύση, η ομάδα C. for Circus φέτος “ενηλικιώνεται” με μια ελάχιστα ειπωμένη ιστορία αποχαιρετισμού.
Σημείωμα του σκηνοθέτη
«Το δαχτυλίδι της μάνας», έργο γραμμένο σε μια μπασταρδεμένη ντοπιολαλιά, μιλά για μια Ελλάδα στην οποία συνυπάρχουν η πίστη στον Θεό και τις Νεράιδες. Η ποίηση, η αγριότητα και η ομορφιά της φύσης μα κι η απλότητα των ανθρώπων απ’ τη μια μεριά, και η φτώχεια και το αναπόφευκτο του θανάτου απ’ την άλλη. Δεν υπάρχει κανένα “κακό” σ’ αυτήν την ιστορία και κανένας “κακός” σ’ αυτούς τους ήρωες. Μόνο η ανάγκη των ανθρώπων για ζωή. Αυτό που μου κέντρισε το ενδιαφέρον, είναι η πανανθρώπινη τάση όλων μας, τη στιγμή που η πραγματικότητα είναι τόσο σκληρή, να στρεφόμαστε στη φαντασία. Κάτι που για μένα έχει διττή σημασία κι ερμηνεία. Είτε την παράδοση στο Θάνατο, είτε την επιμήκυνση της Ζωής, αφού τι άλλο είναι η φαντασία πέρα από τη συνέχεια της πραγματικότητας σ’ ένα άλλο περιβάλλον με ακόμα περισσότερες διαστάσεις; Τι άλλο είναι ο Θάνατος πέρα από την συνέχεια της Ζωής; Μπορεί κάποιος διαβάζοντας το έργο να το δει ως μία ανάμνηση, ως κάτι που έγινε κάποτε κάπου στην Ελλάδα. Εγώ, λοιπόν, διαφωνώ. Για μένα δεν πρόκειται για ανάμνηση, αλλά για κάτι που δυστυχώς έχουμε ξεχάσει κι επιβάλλεται να θυμηθούμε. Να εμπνευστούμε και να επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να κοιτάξουμε τη ζωή μ’ αυτήν τη λησμονημένη απλότητα. Παύλος Παυλίδης