Η τελευταία σημαία
Μια άτυχη στιγμή στην καριέρα του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, από τους πιο σημαντικούς δημιουργούς του μοντέρνου αμερικανικού σινεμά.
Τριάντα χρόνια αφού υπηρέτησαν μαζί στο Βιετνάμ, ο Λάρι αναζητεί τους παλιούς συμπολεμιστές του Σαλ και Ρίτσαρντ για να αποχαιρετήσουν μαζί το γιο του, που σκοτώθηκε στον πόλεμο του Ιράκ.
Μακριά από την απλότητα της απεικόνισης ενός έρωτα που γεννιέται («Πριν το ξημέρωμα»), ισχυροποιείται («Πριν το ηλιοβασίλεμα») και μετά διαλύεται («Πριν τα μεσάνυχτα»), χωρίς κοινό σημείο με την φιλοδοξία ζωής («Μεγαλώνοντας») ή την ελαφρότητα μιας νιότης που ακόμη ψάχνεται («Νεανικά μπερδέματα»), το τελευταίο φιλμ του ξεχωριστού Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ είναι μια εντελώς αχρείαστη ταινία.
Συνδέοντας τον πόλεμο του Βιετνάμ με εκείνο του Ιράκ, ακολουθώντας την αφηγηματική διαδρομή ενός road movie και σκαλίζοντας τις ανοιχτές (ακόμη) πληγές της Αμερικής από τους τραυματικούς αυτούς πολέμους, ο σκηνοθέτης μιλάει με τετριμμένη γλώσσα, αναμασώντας πατριωτικά τσιτάτα και δουλεύει το προσωπικό δράμα του ήρωα του (μια σεμνή ερμηνεία από τον Καρέλ) με ανώδυνο τρόπο. Έχει κάποιες ιδιαίτερες στιγμές η ταινία (η σκηνή που ο πατέρας επιμένει να δει το διαλυμένο πρόσωπο του νεκρού γιου) που ενισχύονται από το δίπολο αντίθεσης των δύο συμπολεμιστών – ο Φίσμπερν έχει γίνει ιερέας ενώ ο Κράνστον είναι ο αλητάμπουρας που αρνήθηκε να μεγαλώσει- ακόμη κι όταν οι συμπεριφορές των χαρακτήρων αυτών είναι εξαιρετικά προβλέψιμες και μονοδιάστατες.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης