Η Συμφωνική Ορχήστρα Τσαϊκόφσκι έρχεται για μια επιπλέον συναυλία στο Ηρώδειο
Οι διάσημες μελωδίες της Λίμνης των Κύκνων, της Ωραίας Κοιμωμένης, του Καρυοθραύστη και άλλα σπουδαία αριστουργήματα του συνθέτη θα παρουσιαστούν από τη μεγάλη Συμφωνική Ορχήστρα της Μόσχας στο Ηρώδειο την Τετάρτη 27 Ιουνίου 2018 και την Τρίτη 26 Ιουνίου 2018, σε μια επιπλέον συναυλία λόγω μεγάλης ζήτησης.
Μια από τις ιστορικότερες ορχήστρες της Ευρώπης, η Συμφωνική Ορχήστρα Τσαϊκόφσκι, έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα! Σε πλήρη σύνθεση, με 120 εξαίρετους μουσικούς, έχοντας στο πόντιουμ έναν ζωντανό μύθο της Ρωσικής μουσικής σχολής, τον Βλαντίμιρ Φεντοσέγιεφ και στο πιάνο την παγκοσμίου φήμης σολίστ, Βαρβάρα Νεπομνύσκαγια, η ορχήστρα που πήρε το όνομά της από το σπουδαίο Ρώσο συνθέτη, Πιότρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι, έρχεται να μας καθηλώσει.
Η Tchaikovsky Symphony Orchestra (TSO) ιδρύθηκε το 1930 ως Grand Symphony Orchestra of All Union Radio and Central Television και ήταν η πρώτη συμφωνική ορχήστρα της Σοβιετικής Ένωσης, καθώς και η πρώτη που ερμήνευσε διεθνές ρεπερτόριο εκτός ΕΣΣΔ. Πολλοί σημαντικοί συνθέτες, όπως οι Νικολάι Γκολοβάνοφ, Ντμίτρι Σοστακόβιτς, Σεργκέι Προκόφιεφ, Αράμ Χατσατουριάν, Γκεόργκι Σβιρίντοφ, εμπιστεύτηκαν την πρώτη εκτέλεση έργων τους στην TSO, που αναγνωρίστηκε γρήγορα ως μία από τις σημαντικότερες ορχήστρες του κόσμου. Το 1993 το Ρώσικο Υπουργείο Πολιτισμού την μετονόμασε σε Tchaikovsky Symphony Orchestra, για τον κεντρικό ρόλο των έργων του Τσαϊκόφσκι στο ρεπερτόριο της.
Στην πρώτη ελληνική της εμφάνιση, την TSO θα διευθύνει ο πολυβραβευμένος Βλαντίμιρ Φεντοσέγιεφ. Έχοντας συνεργαστεί με τους μεγαλύτερους μουσικούς και θεατρικούς οργανισμούς στον κόσμο (Συμφωνική Ορχήστρα της Βιέννης: επικεφαλής μαέστρος 1997 – 2006, Σκάλα του Μιλάνου, Opernhaus της Ζυρίχης κ.ά.), ο Φεντοσέγιεφ παραμένει η ψυχή της TSO, καλλιτεχνικός διευθυντής και αρχιμουσικός της από το 1974. Για αυτό διεκδικεί τον άτυπο τίτλο του μακροβιότερου μαέστρου μεγάλης ορχήστρας, παγκοσμίως.
Η Tchaikovsky Symphony Orchestra έρχεται στο Ηρώδειο με τη φημισμένη Ρωσίδα πιανίστρια Varvara Nepomnyashchaya (Βαρβάρα Νεπομνύσκαγια), μουσικό που έχει συνεργαστεί με μεγάλες διεθνείς ορχήστρες και έχει κερδίσει σημαντικά βραβεία. «Νεπομνύσκαγια» στα ρώσικα σημαίνει, «αυτός που σε κάνει να μην θυμάσαι». Στην περίπτωσή της λοιπόν αυτό ισχύει καθώς, με το που αγγίζει με τα δάκτυλά της τα πλήκτρα του πιάνου, το κοινό αφήνεται να παρασυρθεί από το αιθέριο παίξιμό της. Στο πρώτο μέρος της συναυλίας της TSO στο Ηρώδειο, το κοινό θα απολαύσει το Ιταλικό Καπρίτσιο και το Κονσέρτο για πιάνο Νο. 1 σε σι ύφεση ελάσσονα. Στο δεύτερο μέρος η ορχήστρα θα παίξει μουσικά αποσπάσματα από τα μεγάλα μπαλέτα του Τσαϊκόφσκι.
Πιότρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι
Ο Πιότρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι (1840-1893) έγραψε συμφωνίες, κοντσέρτα, όπερα, μπαλέτα, αποδεικνύοντας πως στην τέχνη δεν ισχύουν δογματισμοί. Ο Μεγάλος καλλιτέχνης είναι αυτός που ανατρέπει τους κανόνες και γεφυρώνει τις αντιθέσεις. Η μουσική του Τσαϊκόφσκι φέρει τις επιδράσεις του δυτικού πνεύματος, χωρίς να χάνει την εθνική της ιδιαιτερότητα. Η σύζευξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός προσωπικού ύφους και μιας ιδιοφυίας. Ένας ανεξάντλητος πλούτος αυθεντικών και εύληπτων ευρημάτων, με έντονη συναισθηματική φόρτιση, επηρεασμένος από μελωδίες της δημοτικής μουσικής της χώρας του, τον οποίο σφραγίζει η προσωπική έμπνευση με «τροπικό χαρακτήρα».
Οι επιδράσεις από τη γαλλική μουσική (γαλλική καταγωγή της μητέρας του και γαλλίδα παιδαγωγός) καθώς και από την ιταλική όπερα που άκουγε σπίτι του, τον οδήγησαν, χωρίς να υποκύψει στο μιμητισμό, στην αξιοποίηση στοιχείων και στον εμπλουτισμό του προσωπικού του ύφους, που στη συνέχεια επηρέασε και άλλους συνθέτες. Η τελείως προσωπική έκφανση των συμφωνικών και οπερατικών μορφών βρήκαν την ευτυχέστερη σύνθεσή τους στη μουσική μπαλέτου, η οποία από πολλούς θεωρείται η κορυφαία συνεισφορά του στην τέχνη.
Όλα τα παιδιά της πατρίδας του – στο παρελθόν αλλά και τώρα – μαζί με τις πρώτες συλλαβές της μητρικής τους γλώσσας μαθαίνουν και τις πρώτες νότες έργων του Τσαϊκόφσκι. Πώς; Όταν αρχίζουν να μαθαίνουν το αλφάβητο, μόλις φτάνουν στο γράμμα «Τσ» (Ч) επειδή προφέρεται πολύ δύσκολα, ακούν από τους γονείς ή τους δασκάλους τους τη φράση: «Τσ, όπως Τσαϊκόφσκι». Η δεύτερη γνωριμία των παιδιών με τον κορυφαίο Ρώσο συνθέτη γίνεται μόλις καθίσουν στο πιάνο. Όπως δεν υπάρχει στη Ρωσία σπίτι χωρίς πιάνο, δεν υπάρχει και μαθητής που να μην ξεκινά τα μαθήματά του στο πιάνο από τις παρτιτούρες του Τσαϊκόφσκι.
Η εξοικείωση των Ρώσων με το έργο του Τσαϊκόφσκι, έχει ως αποτέλεσμα να είναι άριστοι γνώστες και κριτές των εκτελέσεων του συνόλου των έργων του. Για αυτό μπορούν να αναλύουν επί ώρες, λάθη σε κοντσέρτα με έργα του, που σε άλλες χώρες ακόμα και έμπειροι μουσικοκριτικοί, δεν θα είχαν αντιληφθεί. Το πολύ αυστηρό κριτήριο έχει οδηγήσει τις μεγαλύτερες ορχήστρες της χώρας και τους μαέστρους τους, σε έναν άτυπο καλλιτεχνικό πόλεμο για το ποια ορχήστρα θα σεβαστεί και θα εκτελέσει πιστότερα τα έργα του.
Έτσι, το βάρος για μια ορχήστρα, όπως αυτή της Μόσχας, που φέρει το όνομα του μεγάλου Ρώσου συνθέτη, είναι μεγάλο. Η αγάπη των Ρώσων προς τον Τσαϊκόφσκι δεν αφορά μόνο στη μουσική του, αλλά και στον ίδιο τον άνθρωπο, καθώς μέχρι σήμερα οι συνθήκες θανάτου του (6 Νοεμβρίου 1893) παραμένουν μυστηριώδεις (άλλοι τον αποδίδουν σε χολέρα και άλλοι σε αυτοκτονία). Μέχρι σήμερα στην επέτειο του θανάτου του, στο σπίτι που έζησε και πέθανε στην Αγία Πετρούπολη, συγκεντρώνονται χιλιάδες Ρώσοι αφήνοντας ζυγό αριθμό από γαρύφαλλα. Γεννημένος στις 7 Μαΐου του 1840 ο Τσαϊκόφσκι, άφησε πίσω του δεκάδες αριστουργήματα και αναμφίβολα προσέθεσε ένα δικό του ξεχωριστό κεφάλαιο στην ιστορία της παγκόσμιας κλασικής μουσικής.
Βλαντίμιρ Φεντοσέγιεφ – Συμφωνική Ορχήστρα Τσαϊκόφσκι
Για άλλους δάσκαλος, για άλλους μουσικός, για άλλους μαέστρος και καλλιτεχνικός διευθυντής. Αυτές είναι μερικές από τις ιδιότητες που ακολουθούν τη μοναδική καλλιτεχνική πορεία του Βλαντίμιρ Φεντοσέγιεφ, ο οποίος έχει συνδέσει άρρηκτα το όνομα του με την Μεγάλη Συμφωνική Ορχήστρα Τσαϊκόφσκι της Μόσχας από το 1974 μέχρι και σήμερα. Η πολυετής όμως παρουσία του ως καλλιτεχνικού διευθυντή και μαέστρου είναι αξιοσημείωτη και για έναν επιπλέον λόγο. Ο Φεντοσέγιεφ αποτελεί τη ζωντανή παρακαταθήκη και σύνδεση της κλασικής μουσικής της σοβιετικής περιόδου με την κλασική μουσική της σύγχρονης Ρωσίας.
Η ορχήστρα του ερμηνεύει τις παρτιτούρες, με τρόπο που κατορθώνει να ακροβατεί μουσικά ανάμεσα στο αυστηρό – με την μουσική έννοια του όρου – συμφωνικού σοβιετικού προφίλ με αυτό του σύγχρονου. Γεννημένος στις 5 Αυγούστου του 1932 στο Λένινγκραντ (Αγία Πετρούπολη), ο Φεντοσέγιεφ, από το 1948 έως το 1952 σπουδάζει «Μπαγιάν» (το ρωσικό ακορντεόν μόνο με πλήκτρα) στο Μουσικό Κολλέγιο Μουσόργκσκι του Λένινγκραντ, ενώ θα συνεχίσει τις σπουδές του στο ακορντεόν στο Ινστιτούτο Γκέσιν της Μόσχας. Οι σπουδές του σε ένα λαϊκό και ασυνήθιστο για έναν μαέστρο όργανο, μιας και η πλειοψηφία αυτών ξεκίνησε από το πιάνο ή από το βιολί, έδωσαν στον Φεντοσέγιεφ ένα επιπλέον εφόδιο και στους θεατές της Ορχήστρας Τσαϊκόφσκι της Μόσχας, ένα δώρο. Και αυτό γιατί τόλμησε, όχι μία αλλά πολλές φορές, να εντάξει σε μεγάλα κοντσέρτα, λαϊκά και παραδοσιακά όργανα, πετυχαίνοντας ένα μαγευτικό ηχητικό αποτέλεσμα.
Το 1971 θα συνεχίσει τις μεταπτυχιακές του σπουδές του στο Ωδείο της Μόσχας πάνω στη διεύθυνση ορχήστρας, ενώ τρία χρόνια αργότερα, το 1974, αναλαμβάνει Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Ορχήστρας της Σοβιετικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης. Αποτέλεσμα αυτού ήταν ο Φεντοσέγιεφ και η ορχήστρα του να μπουν, μέσω της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου, σε όλα τα σπίτια της αχανούς Σοβιετικής Ένωσης. Δύο χρόνια μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η ορχήστρα μετονομάζεται σε «Ορχήστρα Τσαϊκόφσκι», όνομα με το οποίο συνεχίζει τη μεγάλη μουσική πορεία της.
Το γεγονός αυτό ενίσχυσε την εξωστρέφεια του Φεντοσέγιεφ, που μαζί με την Ορχήστρα Τσαϊκόφσκι όργωσαν τις πόλεις της Ρωσίας. Πέραν των υπέροχων κοντσέρτων που έδωσαν, ο Φεντοσέγιεφ έκανε κάτι σημαντικότερο. Επέλεξε μουσικούς, από μικρές και απομακρυσμένες πόλεις, χωρίς οικονομική άνεση και τους ενέταξε στην ορχήστρα του, δίνοντας έτσι ευκαιρίες σε νέους μουσικούς. Σήμερα πια, το άστρο της Ορχήστρας Τσαϊκόφσκι, δεν λάμπει μόνο στη Ρωσία, αλλά παγκοσμίως, καθώς επί μισό αιώνα έχει συστηματική παρουσία και συνεργασία με τα μεγαλύτερα μουσικά θέατρα της Δύσης.
Ξεχωριστά από τις περιοδείες της Ορχήστρας Τσαϊκόφσκι, ο Φεντοσέγιεφ συνεργάστηκε και εξακολουθεί να συνεργάζεται με πολλές όπερες του εξωτερικού. Από το 1997 έως το 2005 υπήρξε ο κύριος μαέστρος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βιέννης ενώ από το 1997 είναι μόνιμος προσκεκλημένος μαέστρος στην Όπερα της Ζυρίχης. Υπήρξε, επίσης, ο Πρώτος Μόνιμος Φιλοξενούμενος Μαέστρος της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Τόκιο. Ως καλλιτεχνικός διευθυντής της Σκάλας του Μιλάνου έβαλε τη σφραγίδα του στο ανέβασμα πολύ σημαντικών παραστάσεων όπερας.
Το 2015 ανέβασε στο Μπολσόι την όπερα «Γιολάντα» του Τσαϊκόφσκι. Θα έπρεπε να αφιερώσουμε, όχι μια σελίδα, αλλά έναν τόμο εγκυκλοπαίδειας για να αναφέρουμε τις διακρίσεις και τα μετάλλια που του έχουν απονεμηθεί, για το λόγο αυτό θα σταθούμε σε δύο: είναι μόνιμο μέλος της Ακαδημίας Επιστημόνων της Μόσχας, ενώ από το 2004 διδάσκει στη Ρωσική Ακαδημία Μουσικής στο τμήμα Όπερας και Μουσικής Συμπεριφοράς. Και είναι ο αγαπημένος μαέστρος του Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσιών, Κυρίλλου, και από το 2010 μόνιμο μέλος του Πατριαρχικού Συμβουλίου για τον πολιτισμό. Ο Βλαντιμίρ Φεντοσέγιεφ έχει λάβει πολλά διεθνή βραβεία, ανάμεσα σε άλλα, το Μεγάλο Αργυρό Μετάλλιο Τιμής της Δημοκρατίας της Αυστρίας. Η σοβαρότητα, ο σεβασμός και ο μη μουσικός εφησυχασμός με τον όποιον λειτουργεί ο Φεντοσέγιεφ και οι μουσικοί του, έχουν κάνει την Ορχήστρα Τσαϊκόφσκι της Μόσχας, να συγκαταλέγεται επάξια ανάμεσα στις καλύτερες ορχήστρες του κόσμου.
Βαρβάρα Νεπομνύσκαγια, σολίστ
Μπορεί η Βαρβάρα Νεπομνύσκαγια να έχει επιλέξει το μικρό της όνομα ως το καλλιτεχνικό της και να είναι αυτό με το οποίο κάνει καριέρα στη Δύση, ωστόσο το επώνυμο της, που ακόμα και στα ρωσικά κάθε άλλο παρά εύηχο είναι, έμελλε στην περίπτωση της να είναι άκρως προφητικό του ταλέντου της. Γεννήθηκε το 1983 στη Μόσχα. Επί 11 χρόνια σπούδασε πιάνο στο Μουσικό Σχολείο της Μόσχας δίπλα στη Λυδία Γκριγκόριεβα ενώ συνέχισε τις σπουδές της στο Ωδείο Τσαϊκόφσκι της Ρωσικής πρωτεύουσας. Από το 2011 έως το 2013 θα σπουδάσει στο Αμβούργο, στην Ανώτατη Σχολή Μουσικής και Θεάτρου με καθηγητή τον Γιεβγκένι Καραλιόφ. Έχει αποσπάσει πολυάριθμα βραβεία σε διεθνείς διαγωνισμούς. Το πιο ξεχωριστό ίσως βραβείο της, ήταν αυτό από το Φεστιβάλ της Ζυρίχης για την καλύτερη απόδοση του Κοντσέρτου για πιάνο του Μότσαρτ και του τρίτου κοντσέρτου για πιάνο του Μπετόβεν. Είναι μόνιμη σολίστ του θεάτρου Μαριίνσκι της Αγίας Πετρούπολης, ενώ έχει δώσει δεκάδες κοντσέρτα στην Γερμανία, την Αυστρία, την Ιταλία, την Ελβετία, την Ιαπωνία και την Πολωνία. Από το 2011 είναι καθηγήτρια πιάνου στο Αμβούργο. Έχει κυκλοφορήσει πολλά άλμπουμ με ηχογραφήσεις σε έργα Μπετόβεν, Σούμαν και Χέντελ.
Πρόγραμμα της μουσικής παράστασης
Στο πρώτο μέρος θα παρουσιαστούν τα έργα: P. I. Tchaikovsky, «Ιταλικό Καπρίτσιο», Κονσέρτο για πιάνο Νο. 1 σε σι ύφεση ελάσσονα
Στο δεύτερο μέρος θα παρουσιαστούν: P. I. Tchaikovsky, Σουίτες από τον «Καρυοθραύστη», Αποσπάσματα από το μπαλέτο «Η ωραία κοιμωμένη», Αποσπάσματα από μπαλέτο «Η Λίμνη των Κύκνων»