Σε πόσους βαθμούς καίγεται η ελευθερία της σκέψης, Θωμά Μοσχόπουλε;
Πως θα ήταν ένας κόσμος χωρίς βιβλία; Και πόσο απέχει από το δικό μας; Ο Θωμάς Μοσχόπουλος ολοκληρώνει την τριλογία της δυστοπίας ανεβάζοντας το εμβληματικό μυθιστόρημα του Ρέι Μπράντμπουρι, «Φαρενάιτ 451» στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και δοκιμάζει να δώσει κάποιες απαντήσεις. Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφιδάς, Ελίνα Γιουνανλή
Αναζητά ένα απόσπασμα στις τυπωμένες σελίδες. Το διαβάζει. Είναι από το «Φαρενάιτ 451»: «Οπότε ας αδειάσουμε τα θέατρα. Να κλείσουν τα σινεμά. Γιατί; Δεν θέλουμε να μαζεύεται ο κόσμος βγαίνοντας από μια παράσταση, από μια ταινία και να πιάνει συζήτηση. Θέλουμε; Οχι. Οπότε οθόνες αντί για τοίχους, τηλετοίχους παντού, ηχοσυστήματα στο ταβάνι. Κρατείστε τον κόσμο απομονωμένο. Θάνατος στον Αμλετ!». Καμία αμφιβολία· ο Θωμάς Μοσχόπουλος συνεχίζει συνειδητά στο πολιτικό θέατρο, εφορμώντας αυτή τη φορά από το προφητικό μυθιστόρημα του Ρέι Μπράντμπουρι, τη δυστοπία που έγινε πραγματικότητα. «Είναι αναγκαία η πολιτική τέχνη, είναι αναγκαίο να τοποθετούμε ευατούς σ’ ένα πλαίσιο σκέψης. Για καιρό ιδιωτεύαμε αλλά τώρα δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να αφηγηθούμε ιστορίες για το κοινωνικό σύνολο, τώρα που η πραγματικότητα έχει εισβάλλει στα σπίτια μας και έχει καταστρέψει κάθε ιδιωτικότητα και κυρίως τις ανθρώπινες σχέσεις. Ασφαλώς και αποστασιοποιούμαι από κάθε ευκολία πολιτικολογίας. Εγώ μιλώ για μια σκέψη με φιλοσοφική τοποθέτηση» επισημαίνει.
Μετά τη «Δίκη του Κ.» του Φραντς Κάφκα και τον «Καντίντ» του Βολταίρου, ο σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του «Πόρτα» επιστρέφει στο Φεστιβάλ Αθηνών ολοκληρώνοντας την τριλογία της δυστοπίας με το «Φαρενάϊτ 451», ένα έργο γραμμένο το 1953 που καταγράφει την επιβολή ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος όπου τα βιβλία διώκονται και ρίχνονται στην πυρά. Ωστόσο, το «Φαρενάιτ» διαφοροποιείται από τα προηγούμενα δύο έργα, προτείνοντας «μιαν ουτοπική λύση. Μας δίνει την ανακουφιστική αίσθηση ότι κάτι επιζεί. Και απηχεί μιαν ανάγκη μου να στραφώ σ’ ένα κείμενο λιγότερο μηδενιστικό, να κοινωνήσω μιαν ελπίδα. Αυτή την ευθύνη έχει το θέατρο» σημειώνει ο Θωμάς Μοσχόπολος.
Θωμάς Μοσχόπουλος.
Πολλά χρόνια πριν, στην εφηβεία του θα έβλεπε την ομώνυμη ταινία του Φρανσουά Τριφώ – βασισμένη στο βιβλίο του αμερικανού συγγραφέα – σοκαρισμένος και παρασυρμένος από το ρομαντισμό και την απολυτοσύνη της νεαρής ηλικίας. Στο μεταξύ, ο Μπράντμπουρι θα διασκεύαζε το μυθιστόρημα για το θέατρο και ο Μοσχόπουλος θα το ξανασυναντούσε και θα το επαναδιαπραγμευόταν μέσα του. Εξάλλου, η διασκευή θα φώτιζε κι άλλες πτυχές του έργου, πέραν από «το μοτίβο του εύκολου επαναστάτη που θα σώσει τον κόσμο». Σήμερα, o σκηνοθέτης αναγνωρίζει τον πυρήνα του «Φαρενάιτ 451» πίσω από το συμβολισμό. «Αισθάνομαι πως δεν είναι τόσο τα βιβλία που υπερασπίζεται ο Μπράντμπουρι, όσο αυτό που φέρουν. Χρειαζόμαστε τη γνώση που υπάρχουν μέσα στα βιβλία. Είναι ένα συμβολικό μέσον το οποίο εξιδανικεύουμε γιατί κινδυνεύουν να χαθούν κι αυτό τα εκπροσωπεί· στην πραγματικότητα δεν είναι το βιβλίο που θα μας σώσει».
Το «Φαρενάιτ 451» καταγγέλει τη συρρίκνωση του στοχασμού, την “ποινικοποίηση” της ελεύθερης σκέψης και των αγαθών που αυτή εξασφαλίζει στον άνθρωπο, την επικράτηση μιας πνευματικής κατωτερότητας. «Ας πλάσουμε ένα έθνος όπου ο καθένας δεν γεννιέται απλώς ίσος με τους άλλους αλλά αν χρειαστεί ισοπεδώνεται μέχρι να γίνει ίσος με αυτούς» όπως κυνικά προτρέπει ένας από τους ήρωες του. Ο Θωμάς Μοσχόπουλος πιστεύει πως βρισκόμαστε ήδη εδώ· στη δυστοπία του Μπράντμπουρι και εξηγείται: «Έχουμε χάσει την παρρησία της υποκειμενικής ματιάς, της διαφοροποίησης. Η δημοφιλία είναι ο όρος καταμέτρησης της ποιότητας των πραγμάτων». Τα βιβλία από την άλλη μας εξασφαλίζουν ένα αμυντικό αξίωμα αφού «επιβάλλουν στον αναγνώστη το δικό τους χρόνο· σαν να διαστέλλεται ο χρόνος διαβάζοντας και οδηγούν σ’ έναν προσωπικό χρόνο αφομοίωσης και αντίδρασης στην πραγματικότητα. Τα βιβλία ανοίγουν παράθυρα σε μια διαφορετική οπτική».
Αλέξανδρος Λογοθέτης.
Μιλάμε δηλαδή για μια πραγματικότητα που οδεύει προς τον ολοκληρωτισμό; Ο Μοσχόπουλος δεν διστάζει να απαντήσει καταφατικά. Πιστεύει πως ο καλύτερος τρόπος για να ελέγχονται οι άνθρωποι είναι να τους παρέχεται η δυνατότητα της επιλογής. «Μας παραχωρείται δηλαδή μια σειρά ψευδοεπιλογών για να μεταστρέφεται το ενδιαφέρον μας. Και ξαφνικά το δίλημμά μας είναι Survivor ή Eurovision. Αλλά για να είμαι ειλικρινής δεν νομίζω ότι αυτή η παγίδα είναι τωρινό φαινόμενο. Καμιά κοινωνία δεν είχε τη δυνατότητα της επιλογής. Απλώς κάποτε ίσχυαν αυστηρότεροι κανόνες, σήμερα τα πράγματα είναι εντελώς ρευστά· τόσο ρευστά που αριστεροί και ακροδεξιοί συστρατεύονται σε μια κυβέρνηση».
Ξένια Καλογεροπούλου.
Από τη στιγμή λοιπόν, που το «Φαρενάιτ 451» έπαψε να είναι μέλλον και έχει μετατραπεί σε ασφυκτικό παρόν που σκοπεύει να στρέψει την αισθητική και την όψη της παράστασης; Μήπως σε μια καταγραφή της πραγματικότητας; Ο Θωμάς Μοσχόπουλος – έχοντας ως σταθερές συνεργάτιδες του την Ευαγγελία Θεριανού στα σκηνικά και την Κλαιρ Μπρέισγουελ στα κοστούμια – θα συνεχίσει να πορεύεται σε ένα δρόμο λιτότητας «που θα μπορούσε να λειτουργήσει ακόμα και με τα ρούχα της πρόβας». Εξάλλου η θεατρική διασκευή του έργου προκρίνει το φιλοσοφικό στοχασμό παρά τη δράση και την εικόνα κι έτσι η εικονοποιία της παράστασης αρκείται σε κάποιες μελλοντολογικές υπόνοιες. Τους κεντρικούς ρόλους ερμηνεύουν ο Αλέξανδρος Λογοθέτης και η Αννα Μάσχα ενώ μαζί τους θα δούμε τους Ευδοκία Ρουμελιώτη, Κίττυ Παϊταζόγλου, Χάρη Τσιτσάκη, Μάνο Γαλανή, Θάνο Λέκκα και την ακούραστη Ξένια Καλογεροπούλου.
Κίττυ Παϊταζόγλου.
Μετά το «Φαρενάιτ 451» ο σκηνοθέτης θα επιστρέψει στον Καναδά όπου εργάζεται τα τελευταία χρόνια, εκεί όπου θα διακόψει το νήμα της θεατροποίησης βιβλίων ανεβάζοντας Τσέχωφ και Πίντερ. Αν, και όπως παραδέχεται, «τα βιβλία, τα μυθιστορήματα κουβαλούν ένα μεγαλύτερο κόσμο». Ο Μπράντμπουρι θα συμφωνούσε σίγουρα μαζί του.