Ηταν το 1994 στην Μπιενάλε των Νέων Δημιουργών όταν οι νεαροί Ελενα Πέγκα και Κωνσταντίνος Ρήγος γνωρίζονταν για πρώτη φορά σε ξένο έδαφος, στη Λισαβόνα. Πολύ σύντομα και παρά «τους εντελώς διαφορετικούς προσανατολισμούς μας» όπως παρατηρεί ο δεύτερος θα δημιουργούσαν έδαφος κοινό. Μετά τη συνεργασία τους στον «Ικαρο», την «Τρελή ευτυχία» και την «Ωραία Κοιμωμένη» σε εμβληματικές, δηλαδή, παραστάσεις του Χοροθεάτρου «Οκτάνα», αλλά και «Τα ρούχα του αυτοκράτορα» που εισήγαγαν το θέατρο στα club (το ιστορικό Plus Soda είχε γίνει talk fo the town το έτος 1999), και καταξιωμένοι από καιρό στις παρασταστικές τέχνες, βρίσκουν ξανά ο ένας τον άλλο – αυτή τη φορά στην πιο προκλητική τους σύζευξη.
Κωνσταντίνος Ρήγος.
Το «Πορνοστάρ – Η αόρατη βιομηχανία του σεξ» δεν αφήνει καμία αμφιβολία για το περιεχόμενο της πρόκλησης. Το νέο έργο της Ελενας Πέγκα αντλώντας από δύο ιστορίες του Χιλιανού Ρομπέρτο Μπολάνιο με ήρωες δύο βετεράνους πορνοστάρ κοιτάζει τα παρασκήνια της πορνό βιομηχανίας, τη νοοτροπία του “πλαστικού” σεξ, την αντιμετώπιση του σώματος ως εμπορικό προϊόν και την απίστευτη μοναξιά που βασανίζει όλους εκείνους τους ανθρώπους που εξέθεσαν στο κοινό βλέμμα ό,τι πιο προσωπικό είχαν. «Το πορνό εδρεύει τόσο στο συλλογικό όσο και στο φαντασιακό πεδίο, είναι μια κατάσταση τόσο ιδιωτική από τη μια και τόσο μαζική από την άλλη, είναι δηλαδή ένα θέμα που ορίζεται από μεγάλες αντιφάσεις. Το έργο καταπιάνεται με αυτές, όπως και με τη σύγκρουση του ηθικού και του συντηρητικού, φωτίζει το ντεκαντάνς του πορνό και αναδεικνύει πως σε ένα μέσον το οποίο προβάλλει με τον πιο ακραίο τρόπο τον έρωτα, τον καταργεί κιόλας» παρατηρεί η συγγραφέας.
Ελενα Πέγκα.
Θιασώτης κι εκείνη της προβληματικής του σώματος όπως και ο Ρήγος – που σχεδόν σε κάθε του χορογραφία αποθεώνει το σώμα και δη το γυμνό σώμα – συγκλίνουν σε μια θεματική που το επεξεργάζεται στην πιο… εξαντλητική του εκδοχή. «Το σώμα εδώ είναι κυρίαρχο στην, μετά την χρήση του, εποχή. Παρακολουθούμε την αδράνεια στην οποία περιέρχονται τα σώματα των πορνοστάρ» εξηγεί ο Κωνσταντίνος Ρήγος.
Στο επίκεντρο της πλοκής βρίσκεται ο γιος μιας ιέρειας του πορνό των 80s ο οποίος αναζητά τον παρτενέρ της μητέρας του αλλά και τον σκηνοθέτη της προκειμένου να ανακαλύψει το βιολογικό του πατέρα και να απαντήσει στο ερώτημα αν γεννήθηκε ως “ατύχημα” στο περιθώριο μιας ταινίας ή ως προϊόν αγάπης. «Είναι ήρωες ταυτόγχρονα πολύ γεμάτοι και πολύ άδειοι» όπως εύστοχα παρατηρεί ο σκηνοθέτης της παράστασης. Η Πέγκα, δηλαδή, προσεγγίζει τη μελαγχολία του πορνό, την υπαρξιακή όψη της βιομηχανίας του σεξ· όταν εκείνοι που ξεπούλησαν και ξεπουλήθηκαν για την ηδονή καταλήγουν να μην αισθάνονται τίποτα, ψυχικά και σωματικά.
Θεοδώρα Τζήμου, Γιάννης Νιάρρος στις πρόβες του «Πορνοστάρ».
Παρόλα αυτά, το πορνό – μια εδώ και δεκαετίες εγκατεστημένη κουλτούρα μαζικής κατανάλωσης – εξακολουθεί να λειτουργεί ως σοκ. Το διαπιστώνουν και οι δύο· η Ελενα Πέγκα όταν δέχεται σχόλια του τύπου «τώρα γιατί το έγραψες αυτό;» ή αναφορικά με το «ρίσκο να ασχοληθεί με ένα θέμα ταμπού» και ο Κωνσταντίνος Ρήγος όταν δοκιμάζει να εισάγει μια κανονική ροζ ταινία στη διαδικασία της πρόβας. «Στο τέλος δεν μπορέσαμε να την παρακολουθήσουμε από κοινού. Ηρθαμε, κάπως σε δύσκολη θέση. Εκδηλώσαμε όλοι ένα ενοχικό σύνδρομο σε κάτι που ωστόσο δεν μας σοκάρει στην ιδιωτικότητα μας» σημειώνει.
Μήπως άραγε και το κοινό αντιδράσει κατά τον ίδιο τρόπο; «Ισως» απαντά η συγγραφέας. «Ισως να βάλει τους θεατές σε μια ηδονοβλεπτική διάθεση. Ισως από την άλλη να τους προβληματίσει για το πως επιδρά όλο αυτό το σύστημα στη διαχείριση του σώματος. Η δική μας όπως και οι νεότερες γενιές μεγαλώνουν χωρίς να εξερευνούν το σώμα. Καταναλώνουν απλώς εικόνες και βία, εθίζονται σε αυτές και ας μην εκπλαγούμε όταν αυτές οι κουλτούρες κορυφωθούν σε κάτι ανεξέλεγκτο και απειλητικό».
Λαέρτης Μαλκότσης, Γιάννης Νιάρρος.
Σε μια θεματολογία σαν κι αυτή το γυμνό μοιάζει αναπόφευκτο. Ομως, όπως ξεκαθαρίζουν και οι δύο δημιουργοί, δεν τους αφορά ο αυτοσκοπός του γυμνού, ούτε η επιβολή του στο λόγο αλλά η οργανική του ένταξη στο αίσθημα και την εικονοποιία της παράστασης.
Ο Κωνσταντίνος Ρήγος επιχειρεί μια καταγραφή ωμά ρεαλιστική και συγχρόνως μεταφυσική. Η σκηνή Δ της Πειραιώς θα αποτελέσει το φυσικό χώρο του πορνό, ένα πλατό γυρισμάτων, με εκτεθειμένα κορμιά, κάμερες, μεγεθυμένα πλάνα στα πρόσωπα και στα συναισθήματα τους, ένα τοπίο γυμνής αλήθειας και ακυρωμένων φαντασίωσεων.