Η Μαρλένε Μοντέιρο Φρέιτας γεννήθηκε στο Πράσινο Ακρωτήρι αλλά σπούδασε χορό στις Βρυξέλλες (P.A.R.T.S.) και στη Λισαβώνα. Έχει δημιουργήσει 11 έργα από το 2005, με μια ιδιαίτερη σκηνική και χορευτική ματιά που επιμένει στο γκροτέσκο. Στην Αθήνα θα δούμε το «of ivory and flesh – statues also suffer» του 2014. Έμπνευση στην χορογράφο έδωσε ο μύθος του Πυγμαλίωνα που ερωτεύτηκε το άγαλμα της γυναίκας που δημιούργησε.
Η ποιητική μεταμόρφωση είναι το θέμα που δούλεψε με τους χορευτές της και μουσικούς. Η χορογραφία και η όψη έχουν και πάλι καρναβαλική διάσταση, με τους τέσσερις ερμηνευτές να μιμούνται τη μηχανική κίνηση ρομπότ ή αγαλμάτων που ζωντάνεψαν. Το σάουντρακ περιλαμβάνει μουσική ποπ, οriental ήχους, απόσπασμα από τον “Καρυοθραύστη” του Τσαϊκόφσκι και κρουστά επί σκηνής. Υποτίθεται ότι οι χειρονομίες και ο λόγος τους επηρεάζονται από ήρωες του Χίτσκοκ, του Μπέργκμαν και του Κοκτό –και λέω «υποτίθεται» γιατί πολλές ιδέες και επιρροές αναφέρουν οι χορογράφοι για κάθε έργο τους, αλλά αυτές συχνά δεν είναι ευδιάκριτες στις παραστάσεις του.
Μία ακόμη επιρροή γι’ αυτήν την παράσταση της Φρέιτας, όπως δείχνει ο υπότιτλος «Statues also suffer» («Kαι τα αγάλματα υποφέρουν»), υπήρξε η ασπρόμαυρη ταινία του Αλαίν Ρενέ και του Κρις Μάρκερ «Les statues meurent aussi» (1953). Μέσα από ένα πλήθος αντικειμένων (μάσκες και γλυπτά με διάφορες ιδιότητες και συνδεδεμένες με τελετουργίες για όλες τις φάσεις της ζωής) από την υποσαχάρια Αφρική, η ταινία (εικόνα και και αφήγηση ροής) εξετάζει πώς η αποικιοκρατία επηρέασε τη σχέση των γηγενών με την παράδοσή τους και προσάρμοσε την αυθεντική αφρικανική τέχνη στα γούστα των καταναλωτών της Γαλλίας, των άλλων αποικιοκρατικών χωρών και της Αμερικής. Λόγω της κριτικής της στην αποικιοκρατία, το δεύτερο μισό της ταινίας είχε λογοκριθεί και μόνο έπειτα από 12 χρόνια, αποκαταστάθηκε. Η ιδέα του νεκρού αγάλματος αφορά τα γλυπτά στα μουσεία, εκεί όπου πια έχει χαθεί η αρχική σημασία της δημιουργίας του, σε σχέση με τη ζωή της κοινότητας από την οποία προήλθε.