Τοπία ενοχής: Πρόσωπο με πρόσωπο με τον Ντρις Βερχούφεν στο ΕΜΣΤ
Έχουμε συνηθίσει τη θέση του θεατή. Στο θέατρο ή στον κινηματογράφο, στην τηλεόραση, στην οθόνη του υπολογιστή ή στο κινητό, στη ζωή. Θέση ασφαλής, που προστατεύει όχι μόνο από τον κίνδυνο της έκθεσης που προϋποθέτει η συμμετοχή αλλά και από την ίδια την ενοχή για την αναπαυτική θέση του θεατή που επιλέγουμε. Φωτογραφίες: Πηνελόπη Γερασίμου
Ο αγώνας της τέχνης για τη διάρρηξη των πανίσχυρων ορίων που χωρίζουν τον δρώντα από τον θεατή είναι πολύ παλιά, παίρνοντας τις πιο πολλές φορές διάφορες ουτοπικές μορφές –αυτό άλλωστε ήταν το αίτημα τόσων και τόσων θεατρικών πρωτοποριών, από τη δεκαετία του ’60 κι έπειτα.
Όμως οι ουτοπίες κατέρρευσαν, κι οι καλλιτέχνες το γνωρίζουν καλά. Όλο και περισσότεροι εγκαταλείπουν την ιδέα της κινητοποίησης ολόκληρης της κοινότητας που συγκροτούν οι θεατές, ενός θεατρικού έργου, π.χ., και προσανατολίζονται στην πρόσωπο με πρόσωπο διάδραση με έναν θεατή κάθε φορά, επιδιώκοντας να κινητοποιήσουν τα συναισθήματα και τη συνείδησή του.
Αυτή είναι η οδός που έχει επιλέξει, βοηθούμενος από τις νέες τεχνολογίες, ο ολλανδός Ντρις Βερχούφεν (Dries Verhoeven), που στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών παρουσιάζει στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης τα «Τοπία ενοχής» (Guilty Landscapes).
Ο Βερχούφεν είναι γνωστός στο αθηναϊκό κοινό από την εγκατάσταση «Phobiarama», το «στοιχειωμένο» μαύρο σπίτι που είχε στηθεί στην πλατεία Συντάγματος το 2017, στο πλαίσιο του Fast Forward Festival. Ο καλλιτέχνης εξετάζει διάφορες πτυχές των σύγχρονων κοινωνιών, όπως τη νοοτροπία που διαμορφώνεται στα χρόνια της κρίσης και την επίδραση των νέων τεχνολογιών στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Το έργο που παρουσιάζει στο ΕΜΣΤ είναι το πρώτο από τα τέσσερα επεισόδια μιας μεγάλης κλίμακας βίντεο-εγκατάστασης (2016), που μεταφέρει τον μοναδικό θεατή της στο εσωτερικό ενός θορυβώδους εργοστασίου στην Χανγκτσόου της Κίνας –από το όνομα της πόλης άλλωστε παίρνει και τον τίτλο του το πρώτο επεισόδιο: «Hangzhou».
Το τι μπορεί να συμβεί στο δωμάτιο της εγκατάστασης είναι εν μέρει απρόβλεπτο, καθώς εξαρτάται από τις αντιδράσεις του θεατή –και πάντως είναι προτιμότερο να το ανακαλύψει ο καθένας και η καθεμιά, περνώντας την πόρτα του «εργοστασίου» χωρίς προκατειλημμένες ιδέες, διατηρώντας ακέραιο το «σασπένς». Το μόνο σίγουρο είναι πως θα βγει από το υπόγειο του ΕΜΣΤ με μια γλυκιά (προσοχή: όχι γλυκερή!) αίσθηση ανθρωπιάς. Μην διστάσετε να μπείτε. Τολμήστε!