Γιατί ο Ανέστης Αζάς και ο Πρόδρομος Τσινικόρης επιμένουν στο θέατρο για τον Ξένο;
Κι όμως οι Γερμανοί θεατές γεμίζουν τα θέατρα με παραστάσεις για τους μετανάστες. Με το βλέμμα στο τρίτο μέρος της τριλογίας τους για το μεταναστευτικό ζήτημα,όπως το παρουσιάζουν στο Φεστιβάλ Αθηνών, οι δύο σκηνοθέτες εξηγούν τους λόγους της σταθερής τους ενασχόλησης και της μεγάλης ανταπόκρισης του ευρωπαϊκού κοινού σε αυτή τη θεματική.
Ξεκίνησαν το 2013 με τον «Τηλέμαχο ή Should i stay or should i go» καταγράφοντας το δίλημμα των Ελλήνων γκασταρμπάιτερ του ’60 και των σύγχρονων Αθηναίων της κρίσης που αναζητούσαν μια πατρίδα. Συνέχισαν το 2016 με την «Καθαρή πόλη» για την εμπειρία της μετανάστευσης ξένων γυναικών που δουλεύουν στην Αθήνα ως καθαρίστριες. Τώρα, ολοκληρώνουν το τρίπτυχο με την «Ελλάς Μονάχου»· συνομιλώντας με τα πρόσωπα του brain drain, τους επιστήμονες που μεταναστεύουν από την Ελλάδα με εργασιακό προορισμό το Μόναχο.
Ο Ανέστης Αζάς και ο Πρόδρομος Τσινικόρης είναι, πιθανότατα, οι σταθερότεροι μελετητές στην ελληνική σκηνή του κοινωνικού φαινομένου της μετανάστευσης που εδώ και δέκα χρόνια μοιάζει να έχει γίνει ρυθμιστής των εξελίξεων στο δυτικό κόσμο. Κι έτσι η καινούργια τους παραστατική δήλωση για το θέμα δεν περιορίζεται στα όρια μιας καλλιτεχνικής εμμονής αλλά στην κατανόηση των παραμέτρων μιας σαρωτικής – και υπό εξέλιξη – κατάστασης. Εχουν άλλωστε βιώσει και οι δύο τι σημαίνει “ξένος”. «Ο Πρόδρομος ανήκει σε μια οικογένεια μεταναστών του Βούπερταλ κι εγώ έχω ζήσει στη Γερμανία αρκετά χρόνια ως φοιτητής και εργαζόμενος» εξηγεί ο Ανέστης Αζάς. «Και παρά το γεγονός ότι η Γερμανία είναι μια ελευθεριακή, ανοιχτή κοινότητα και παρά το γεγονός ότι το θέατρο είναι ένα περιβάλλον όπου κανείς συναντά μορφωμένους ανθρώπους, έχουμε έρθει συχνά αντιμέτωποι με τα στερεότυπα των ντόπιων για τους ξένους. Αυτή είναι μια κοινή και για τους δυο εμπειρία. Από εκεί κι έπειτα η μετανάστευση είναι ένα διαρκές φαινόμενο στην ανθρώπινη ιστορία που στις αρχές του αιώνα μας επανεμφανίζεται με ιδιαίτερη ένταση. Τίποτα το περίεργο λοιπόν δεν υπάρχει στο ενδιαφέρον μας για τη θεματική αυτή».
Πλάνο από την «Ελλάς Μονάχου» με τους Κατερίνα Σόφτση, Βαλάντη Μπεϊνόγλου, Πρόδρομο Τσινικόρη και Αγγελο Γεωργιάδη.
Μετά τις δύο παραγωγές στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, έρχεται το Φεστιβάλ Αθηνών για να οικειοποιηθεί την τρίτη παράσταση ντοκουμέντο που εστιάζει στους νεομετανάστες, στους νέους, δηλαδή, που φεύγουν τώρα από την Ελλάδα. Το «Ελλάς Μονάχου» παρακολουθεί στιγμιότυπα από τη ζωή της Κατερίνας Σόφτση, του Βαλάντη Μπεϊνόγλου και του Αγγελου Γεωργιάδη, εκπροσώπων της πλέον μορφωμένης γενιάς στην Ελλάδα που επιχειρεί μια νέα αρχή στο Μόναχο. Με τον Πρόδρομο Τσινικόρη να αναλαμβάνει ρόλο αφηγητή και… υπονομευτή της διαδικασίας, η παράσταση αναπαράγει, τρόπον τινά, την ελληνική εκπομπή της βαυαρέζικης ραδιοφωνίας που εξεπέμπε από τα 1960 έως το 2006 και για δεκαετίες (στην προ internet εποχή) αποτελούσε τη μοναδική ευκαιρία επαφής με την πατρίδα. «Πρόκειται για τρία νέα παιδιά που, όσο ζούσαν στην Ελλάδα, ανήκαν στη γενιά των working poor. Μια χαμένη και σχεδόν ακυρωμένη γενιά που στην πλειοψηφία της σήμερα πρέπει να μοιράζει φυλλάδια ή να σερβίρει καφέδες αν θέλει να επιβιώσει» παρατηρεί ο Πρόδρομος Τσινικόρης.
Fredalyn Resurreccion, Mabel Mosana, Drita Shehi, Valentina Ursache και Rositsa Pandalieva στην «Καθαρή πόλη».
Βεβαίως, από το 2013 μέχρι σήμερα, τα δεδομένα στο μεταναστευτικό έχουν αλλάξει. Οπως διαπιστώνουν και οι ίδιοι μέσα από την έρευνα του θεάτρου πραγματικότητας που παρουσιάζουν τα πράγματα οδηγούνται σε μια δυστοπία. O Ανέστης Αζάς λέει: «Οι πολιτικές των κρατών γίνονται πολύ πιο αυστηρές σε μια προσπάθεια ελέγχου, ειδικά στα εξωτερικά σύνορα που “προστατεύουν” το δικό μας κόσμο από τη ζώνη της φτώχειας και του πολέμου στη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Οι κοινωνίες στην Ευρώπη, προφανώς λόγω της οικονομικής ύφεσης, βιώνουν έντονα το στρες της επιβίωσης και αυτό εκφράζεται με μια έξαρση της ξενοφοβίας. Πλέον, σε όλη την Ευρώπη υπάρχουν δυνάμεις που τοποθετούνται ανοιχτά υπέρ των διακρίσεων εναντίων των ξένων. Ειδικά αυτό ήταν αδιανόητο μέχρι και πριν από δέκα χρόνια. Από την άλλη, μέσα στην ίδια την Ευρώπη υπάρχει μια πρωτοφανής μετακίνηση εργατικού δυναμικού, όπου οι άνθρωποι καλούνται να εργαστούν οπουδήποτε με τίμημα, φυσικά, τις προσωπικές σχέσεις».
Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσονται ξεκάθαρα οι Ελληνες, επιβεβαιώνοντας, σύμφωνα με τον Πρόδρομο Τσινικόρη πως η Ελλάδα ήταν πάντα μια χώρα που έδιωχνε τα παιδιά της. «Τραγική ειρωνεία είναι ότι σήμερα, συναντάς πλέον και περιπτώσεις “Τρανς – Μεταναστών” δηλαδή Ελλήνων που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν, για παράδειγμα, στη Γερμανία, στη συνέχεια πήγαν στην Ελλάδα για να σπουδάσουν και επειδή δεν βρήκαν ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης, υποχρεώθηκαν να γυρίσουν πάλι πίσω· πολλές φορές ακόμα και στο παλιό τους παιδικό δωμάτιο».
Κώστας Καλλιβρετάκης και Σοφία Αναστασιάδου στον «Τηλέμαχο».
Ηλίου φαεινότερο πως η θεατροποίηση ενός καταλυτικού φαινομένου για τον κοινωνικό ιστό της Δύσης άρα κι ενός έντονα συγκρουσιακού πεδίου είναι δύσκολη και απαιτητική. Ωστόσο, όπως έλεγε και ο Χάινερ Μύλερ «θέατρο χωρίς συγκρούσεις δεν υπάρχει». Ο Ανέστης Αζάς υπερθεματίζει: «Το θέατρο ζει από τη σύγκρουση και πραγματεύεται διαρκώς τη σύγκρουση. Το ζητούμενο σε κάθε δραματουργία είναι να βρει κανείς τον τρόπο να αποτυπώσει τις συγκρούσεις και τις αντιφάσεις που διέπουν τη ζωή μας. Η ιδιαιτερότητα σε ζητήματα πολιτικά είναι πως το βλέμμα του θεατή δεν είναι αθώο. Και δεν έχεις παρά να προσπαθείς να μετατοπίσεις ακριβώς αυτό το βλέμμα ώστε ο θεατής να δει μια άλλη όψη της πραγματικότητας που γνωρίζει».
Στιγμιότυπο από την «Ελλάς Μονάχου».
Το σίγουρο είναι πως η ανταπόκριση των θεατών στις νυοκουμέντο παραστάσεις τους τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό είναι μεγάλη. Μετά τη Στέγη ο «Τηλέμαχος» είχε μια πολύ καλή πορεία στο Βερολίνο, στο Ballhaus Naunystrasse αλλά και στο Μόναχο, στη Στουτγάρδη και τη Βέρνη. «Θυμάμαι πως στην πλειοψηφία του το κοινό μας ευχαριστούσε που “δώσαμε φωνή και σώμα στην κρίση” και πως χάρη στην παράσταση είδαν ανθρώπους στη σκηνή με τις ιστορίες τους και όχι αναπαράγωντας τίτλους tabloid εφημερίδων» θυμάται ο Πρόδρομος Τσινικόρης. Η επιτυχία της «Καθαρής πόλης» ήταν καθολικότερη. Εχει ήδη παρουσιαστεί σε 28 πόλεις σε 14 χώρες και θα συνεχίζει τη διεθνή περιοδεία της από το Σεπτέμβριο. Η «Ελλάς Μονάχου» που έχει ήδη ανέβει στο θέατρο Kammerspiele του Μονάχου πριν το Φεστιβάλ Αθηνών έχει σημειώσει επανειλημένα sold out. «Το κοινό στις παραστάσεις μας είναι πάντα μεικτό: Ελληνες, Γερμανοί και άλλες εθνικότητες. Ωστόσο, η επιτυχία οφείλεται καθαρά στο θέμα που τους αφορά άμεσα. Μιλάμε από την οπτική γωνία των ξένων» διαπιστώνει ο Ανέστης Αζάς.
Η εν Αθήναις τριλογία ολοκληρώνεται στην Πειραιώς 260 και για τρεις βραδιές (Τρίτη 10 Ιουλίου – Πέμπτη 10 Ιουλίου).