Θεατής: “Ρίζες” της Ελίζας Σόρογκα στην Πειραιώς 260 – Φεστιβάλ Αθηνών
Εντυπώσεις από την παράσταση «Ρίζες» που σκηνοθετεί η Ελίζα Σόρογκα και παρουσιάστηκε στην Πειραιώς 260 στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου 2018.
Οι «Ρίζες» της Ελίζας Σόρογκα δεν εντάσσονται στον όρο παράσταση με την κλασική έννοια , αφού είναι μια σύνθεση κινηματογραφικής και σκηνικής αφήγησης που εμπλέκει το ντοκιμαντέρ και το ντοκουμέντο, στήνοντας μια συνολική παρουσίαση με έντονο άρωμα λαογραφικής μνήμης. Αν και χωρισμένη σε δύο αυτόνομα μέρη ο παρανομαστής είναι κοινός: η παράδοση ως διαφύλαξη του τότε αλλά και ως πηγή δημιουργίας στο σήμερα.
Στο πρώτο μέρος παρουσιάζεται ένα ντοκιμαντέρ -οργανώθηκε με τη συνδρομή της Αίγλης Δράκου- με την καθημερινή ζωή υπέργηρων γυναικών που ζουν μόνες σε απομονωμένα χωριά της Ηπείρου. Εικόνες από τις ποιμενικές τους ασχολίες και ενθυμήσεις που χάνονται μέσα στον χρόνο και τον χώρο. Μαρτυρίες και σκέψεις προσωπικές, που μπορεί να ηχούν απλοϊκές, αποτελούν ωστόσο έντιμες καταθέσεις ψυχής, ενώ ενίοτε αξιοποιούνται και ως πηγές για την ευρύτερη ιστορική γνώση.
Το δεύτερο μέρος χαρακτηρίζεται από αμεσότητα καθώς σταδιακά η σκηνή γεμίζει από γυναίκες τριών γενεών με συνδετικό κρίκο το τραγούδι: οι «Κυράδες της Άνω Δερόπολης», που συγκροτούν το πλέον δημοφιλές πολυφωνικό καραβάνι, η «Χαονία», ένα ακόμη πολυφωνικό σύνολο, καθώς και μέλη από τις «Ισοκράτισσες», της πιο νέας πολυφωνικής ομάδας. Με τη βοήθεια του Αλέξανδρου Λαμπρίδη, “κυρατζή” του Πολυφωνικού Καραβανιού, ιστορίες που αποτελούν προσωπικό βίωμα και η παρουσίασή τους ξεκινά ατομικά, αποκτούν σταδιακά διάσταση ομαδική, για να καταλήξουν σε καθάρια -καθότι εκλείπουν τα όργανα- μουσικά ντοκουμέντα. Τα περισσότερα από αυτά τα τραγούδια έχουν διαδοθεί προφορικά, γεγονός αξιοσημείωτο, πέρα από την εκτέλεσή και για τη συγκέντρωσή τους.
Η επίγευση
Στη δουλειά αυτή δεν αναζητά κανείς τις ερμηνείες, ούτε είναι σκόπιμο να εστιάσει στο σύνηθες θεατρικό πλαίσιο. Στέκεται στην αυθεντικότητα των υποκειμένων της, στην αυθόρμητη παρουσία τους, στη συγκίνηση που απορρέει αν αναλογιστούμε ότι είναι φορείς μιας πολιτιστικής κληρονομιάς που σταδιακά εκλείπει. Δίκαια λοιπόν μια τέτοια προσπάθεια αξίζει την προσοχή και εκ του αποτελέσματος και το χειροκρότημα.