Συν & Πλην: “Αντιγόνη” του Κωνσταντίνου Ντέλλα στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου
Θετικές και αρνητικές σκέψεις για την «Αντιγόνη», που παρουσιάστηκε στις 20 & 21 Ιουλίου 2018 στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ντέλλα.
To ανέβασμα της «Αντιγόνης» έχει τη δική του ιστορία στο πέρασμα των χρόνων, καθώς αποτελεί τη δημοφιλέστερη -μαζί με τον «Οιδίποδα»- τραγωδία του Σοφοκλή. Στην πορεία έχουμε δει πολλές και διαφορετικές προσεγγίσεις στις οποίες το κοινό υπήρξε δεκτικό ή μη. Τρία χρόνια μετά την «Ηλέκτρα, το τελευταίο αίμα», πάλι για το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, ο Κωνσταντίνος Ντέλλας επιχείρησε μια νέα απόπειρα στον χώρο της τραγωδίας, καταθέτοντας τη δική του οπτική στο σοφόκλειο κείμενο.
Υπόθεση
Η «Αντιγόνη», η δεύτερη αρχαιότερη σωζόμενη τραγωδία του Σοφοκλή, μετά τον «Αίαντα», προέρχεται από τον Θηβαϊκό Κύκλο, από όπου ο ποιητής άντλησε ιδέες για τη σύνθεση του «Οιδίποδα Τύραννου» και του «Οιδίποδα επί Κολωνώ». Διδάχτηκε πιθανότατα το 442 π.Χ., χαρίζοντας την πρώτη νίκη σε δραματικό αγώνα για τον δημιουργό της.
Η σύγκρουση μεταξύ των δύο γιων του Οιδίποδα, Πολυνείκη και Ετεοκλή, για τον θρόνο της Θήβας, έχει τελειώσει. Τα δύο αδέλφια βρίσκονται νεκρά στο πεδίο της μάχης. Ο Κρέων, νέος άρχοντας της πόλης, εκδίδει διαταγή να ταφεί ο Ετεοκλής με τιμές, ενώ το σώμα του Πολυνείκη να μείνει άταφο, βορά στα σκυλιά και τα όρνια, καθώς θέλησε να προδώσει την πατρίδα του. Από το σημείο αυτό αρχίζει η υπόθεση της τραγωδίας. Η αδελφή του νεκρού, η Αντιγόνη, ακολουθώντας τον ηθικό νόμο, αποφασίζει να τον τιμήσει με την πρέπουσα ταφή, παραβαίνοντας την εντολή του βασιλιά. Συλλαμβάνεται και οδηγείται ενώπιον του και λίγο αργότερα καταδικάζεται σε θάνατο. Ο Κρέων παραμένει αμετάπειστος, παρά τις νουθεσίες του μάντη Τειρεσία, αλλά και την παρέμβαση του γιου του, του Αίμονα, αγαπημένου της Αντιγόνης, διατάζοντας να την κλείσουν ζωντανή σε μια σπηλιά. Ωστόσο, τα δεινά που έχει προβλέψει ο μάντης δεν θα αργήσουν να επιβεβαιωθούν. Η καθυστερημένη υπαναχώρηση του βασιλιά δεν θα προλάβει την καταστροφή: η Αντιγόνη έχει απαγχονιστεί μέσα στη φυλακή της, ο Αίμονας έχει αυτοκτονήσει πλάι της και η Ευρυδίκη, γυναίκα του Κρέοντα, μόλις πληροφορείται την απώλεια του γιου της δίνει τέλος και στη δική της ζωή.
Παράσταση
Ήταν μια ακόμα δουλειά του Κωνσταντίνου Ντέλλα με ενδιάθετη ποικιλία, τουλάχιστον ως προς την πρωτοτυπία της. Θα μπορούσε να της αποδοθεί ο συμπληρωματικός τίτλος «Αντιγόνη της φύσης», ή ακόμα και «Αντιγόνη της κοινότητας» καθώς οριοθετείται στο φυσικό περιβάλλον του αγρού, εντασσόμενη ταυτόχρονα σε μια εν εξελίξει λαογραφική καταγραφή στοιχείων και συνηθειών. Ιδέα σύννομη με τον κόσμο του Ντέλλα αν προστρέξουμε τόσο στη δική του μαθητεία (γνώσεις παραδοσιακών οργάνων και χορών, βυζαντινής μουσικής, φοίτηση στην Ανωτέρα Εκκλησιαστική Σχολή), όσο και σε προηγούμενες δουλειές του (ο « Έλλην Βρυκόλαξ», η τριλογία του «Insomnia Greca») που βρίθουν από λαογραφικά τεκμήρια. Ιδιαίτερο στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι η προετοιμασία της παράστασης έγινε αποκλειστικά σε υπαίθριους χώρους θέλοντας έτσι να επιτευχθεί ο εναρμονισμός ανάμεσα στο φυσικό περιβάλλον και το διηνεκές του χρόνου, σε συνάρτηση με την ομάδα-κοινότητα που αποτελείται πέρα από επαγγελματίες ηθοποιούς και από ένα παράλληλο ετερόκλητο πλήθος: μέλη του ΚΑΠΗ του Δήμου Επιδαύρου, μαθητές από το Γυμνάσιο Λυγουριού και το Μουσικό Σχολείο Πτολεμαΐδας, κάτοικοι του Λυγουριού.
Το κοίλον της Επιδαύρου είναι ο φυσικός χώρος δράσης και η παρουσία των “φυσικών”, αυτοχθόνων υποκειμένων είναι αναπόσπαστο στοιχείο στη διεξαγωγή της. Με τον τρόπο αυτό ο Ντέλλας έκτισε μια αντισυμβατική, πρωτότυπη Αντιγόνη, μη δίνοντας στο κείμενο άλλες ερμηνείες, νοήματα ή προσθήκες, αλλά εστιάζοντας στην αέναη δύναμη του χώρου που συνδέει το παρελθόν με το παρόν. Πιο συγκεκριμένα λοιπόν ό,τι παρακολουθήσαμε μοιάζει με μια εγκιβωτισμένη ιστορία σε ένα θρησκευτικό τελετουργικό Επιταφίου θρήνου. Η πομπή, η παλλαϊκή συμμετοχή, ο φυσικός ήχος της καμπάνας καθ όλη τη διάρκεια της παράστασης, ο παράμερος στολισμός του Επιταφίου καθώς εξελίσσεται η ιστορία, είναι στοιχεία που ταίριαξαν με το αρχαίο δράμα, εναρμονίστηκαν μαζί του, δίνοντας μια άλλη διάσταση πιο φυσική, πιο οικεία, περισσότερο εξανθρωπισμένη. Το πρωτότυπο αυτό συνταίριασμα είχε πολλές εκπλήξεις και δυνατές στιγμές: τα live εκτελεσμένα μοιρολόγια από τους ηλικιωμένους, με κορυφαίο το δημοτικό τραγούδι «Νερατζούλα» ως θρήνο για την απώλεια της Αντιγόνης, η πολυφωνική ζωντανή μουσική με τα χάλκινα όργανα, η σκηνή της σύσσωμης εξόδου -κατά αντιστοιχία με την είσοδο – φέροντας τον Επιτάφιο.
Ένα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο που απέδωσε, αν και είχε το ρίσκο του, ήταν ότι το σύνολο των ρόλων εναλλάσσονταν μεταξύ 6 ηθοποιών, οι οποίοι αποτελούσαν ταυτόχρονα και τον χορό και ξεπηδούσαν από αυτόν, δημιουργώντας ένα ισχυρό πλέγμα δεσμών, αποδεικνύοντας ταυτόχρονα σημαίνουσα ομαδική δουλειά. Σε αυτήν την ιδιαίτερη ερμηνευτική συνθήκη όλοι τους στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων (ο Θανάσης Δόβρης -αρχικά φάνηκε λίγο άνευρος ως Κρέων, τη στιγμή λόγου χάρη που μαθαίνει τα νέα της ταφής από τον φύλακα, γρήγορα όμως βρήκε τους ρυθμούς της δραματικής έντασης, με την τελευταία εικόνα της συντριβής του βασιλιά να αποτελεί μια από τις κορυφαίες στιγμές-, ο Κωνσταντίνος Ντέλλας, η Δέσποινα Ντορίνα Ρεμεδιάκη – Αντιγόνη – που συνδυαστικά με την πλέον ικανοποιητική Ισμήνη -και τον ακόμα καλύτερο Άγγελο που εξιστορεί τα δεινά της σπηλιάς- της Μαρίας Παρασύρη ανέδειξαν και την παιδικότητα των δύο ηρωίδων, ο Ευθύμης Χαλκίδης, καλοδουλεμένος Αίμονας και η Φανή Παναγιωτίδου, ένας έξοχος στο ξέσπασμά του Τειρεσίας).
Η σκηνογραφία (ο Αντρέας Σκούρτης ανέδειξε τη “φυσικότητα” του χώρου, συμπληρώνοντάς τον με μικρές πινελιές) και η ενδυματολογία (η Κωνσταντίνα Μαρδίκη, προσδιόρισε επίσης “φυσικά” τα κοστούμια – αγροτικά ρούχα) ήταν σύννομες της “γήινης” γενικής οπτικής. Απλή υφολογικά, μεστή και κατανοητή η μετάφραση του Νίκου Παναγιωτόπουλου ήρθε και κούμπωσε με το δρώμενο.
Τα Συν (+)
• Η σκηνοθετική οπτική: με απλά μέσα και ουσιώδη φαντασία συνέδεσε πολλά και ποικίλα στοιχεία.
• Η ανάδειξη του φυσικού τοπίου.
• Η φυσική εμπλοκή της λαογραφίας.
• Οι καλές ερμηνείες.
• Η μουσική (Αλέξανδρος Κτιστάκης) και η εκτέλεσή της.
Τα Πλην (-)
• Η δυσκολία για κάποιον που δεν γνωρίζει το κείμενο -λόγου χάρη στο κοινό υπήρχαν και ξένοι θεατές- να διαχωρίσουν τα πρόσωπα-ήρωες.
• Το γεγονός ότι η παράσταση δεν έχει προγραμματιστεί να παρουσιαστεί-τουλάχιστον άμεσα- κάπου αλλού.
Σύνολο (=)
Μια παράσταση για ένα κλασικό κείμενο που δεν ανατρέπει αλλά συνταιριάζει. Μια πρόταση με κύριο στοιχείο την πραότητα, άνευ -των συνήθων- εξάρσεων, χωρίς ωστόσο να εκλείπει η με μέτρο δραματική ένταση. Ολοκληρωμένη, ξεχωριστή, πρωτότυπη, με επίκεντρο τον αρχαίο μύθο, έχοντας γεύση από παράδοση και ελληνική επαρχία, αξίζει την επανάληψή της!
* To κείμενο αφιερώνεται στη μνήμη της δασκάλας μου Χρύσας Σπηλιώτη.