Γλυκιά Πατρίδα
Με αφορμή ένα αληθινό γεγονός που συντάραξε την Αυστραλία το 1920 ο Γουόρικ Θόρντον φτιάχνει ένα νεογουέστερν-έκπληξη που ήταν πέρυσι υποψήφιο για το Χρυσό Λέοντα.
Ο Σαμ, ένας μεσήλικας Αβορίγινας, δουλεύει για έναν ιεροκήρυκα στη Βόρεια Αυστραλία. Όταν ο Χάρι Μαρτς, ένας πικρόχολος βετεράνος πολέμου μετακομίζει σε ένα γειτονικό σταθμό, ο ιεροκήρυκας στέλνει τον Σαμ και την οικογένεια του να τον βοηθήσουν να εγκατασταθεί. Αλλά η γνωριμία τους με τον σκληρό και οργισμένο Χάρι σύντομα οδηγεί σε ένα βίαιο ξέσπασμα.
Την συνταρακτική ιστορία των Αβορίγινων της Αυστραλίας την έχουμε ζήσει στο σινεμά μέσω σκληρών δραμάτων εποχής κυρίως (δείτε οπωσδήποτε το «Rabbit- proof fence» του Φίλιπ Νόις από το 2002), μυσταγωγικών ψευδοντοκιμαντέρ («Δέκα βάρκες») κι άλλων ειδών αλλά ποτέ μέσα από ένα γουέστερν όπου ο βασικός ήρωας του είναι ένας Αβορίγινας.
Το κενό έρχεται να καλύψει η ταινία του Θόρντον με τρόπο που κεντρίζει το ενδιαφέρον μας. Ο σκηνοθέτης ξέρει για τι ακριβώς μιλάει: είναι μια ιστορία κατάφορης αδικίας που κουβαλά μέσα της τα χαρακτηριστικά ενός κόσμου που σβήνει αλλά τα σημάδια του τα συναντάμε ακόμη ευδιάκριτα.
Η κρίσιμη καμπή του έργου είναι όταν ο ήρωας αμυνόμενος σκοτώνει τον βετεράνο λευκό αλλά ξέρει ότι δεν μπορεί να βρει το δίκιο του και για αυτό το σκάει. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς: η θανατική ποινή τον περιμένει.
Με λυρικές σφήνες σε ένα άγονο, αφιλόξενο και καυτό τοπίο, ο Θόρντον πλάθει μερικές γοητευτικές σκηνές που δίνουν ανάσες στο φιλμ που πασχίζει πάντως να μη γίνει διδακτικό, προφανές ή μελό. Τις περισσότερες φορές πάντως τα καταφέρνει κι αυτό εκτιμήθηκε από τα στελέχη του φεστιβάλ της Βενετίας και το συμπεριέλαβαν στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα τους.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης