«Σκουπίδια» στον κήπο της Βρετανικής Σχολής από τον Ανδρέα Λόλη
Δυο μαύρες σακούλες σκουπιδιών βρίσκονται αφημένες στο πεζοδρόμιο έξω από την είσοδο της Βρετανικής Σχολής, στην οδό Σουηδίας, στο Κολωνάκι, εκεί όπου φιλοξενείται η έκθεση «Prosaic Origins» του γλύπτη Ανδρέα Λόλη, στο πλαίσιο του προγράμματος «Έργο στην πόλη», του Οργανισμού ΝΕΟΝ.
Μπαίνοντας για πρώτη φορά στον γαλήνιο κήπο που περιβάλλει τη Σχολή, μια πραγματική όαση στο κέντρο της πόλης, το μόνο που διαταράσσει την ησυχία του χώρου είναι οι φωνές των παιδιών από το διπλανό σχολείο. Το μόνο; Όχι ακριβώς. Η χαρακτηριστικά βρετανική ευταξία του κήπου διαταράσσεται από διάφορα οικοδομικά υλικά, παρατημένα σε κάποιες γωνιές του. Σακούλες σκουπιδιών, χαρτόκουτα, κομμάτια σπασμένο φελιζόλ, παλέτες, μια σκάλα παρατημένη σε έναν τοίχο…
Τη στιγμή που ο θεατής αρχίζει να αναρωτιέται «πού είναι τα έργα;» η ματιά του γίνεται πιο προσεκτική. Παρατηρεί πως τα ευτελή αυτά αντικείμενα, τα παρατημένα εκεί προσωρινά μέχρι να πεταχτούν στα σκουπίδια, είναι φτιαγμένα από ένα ολωσδιόλου διαφορετικό υλικό από αυτό που θα ανέμενε. Αγγίζοντάς τα, αντιλαμβάνεται πως πρόκειται για μάρμαρο, το ίδιο αυτό υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένα τα μνημεία της αρχαιότητας, στη μελέτη των οποίων, μεταξύ άλλων, είναι αφιερωμένη η Βρετανική Σχολή στα 132 χρόνια της παρουσίας της στην Αθήνα.
Ο Ανδρέας Λόλης είναι ένας γλύπτης που δουλεύει με μάρμαρο, ένα από τα ευγενέστερα υλικά στην ιστορία των τεχνών. Δημιουργώντας με αυτό έργα «ρεαλιστικά», ταπεινά, που καμιά σχέση δεν έχουν με τη μνημειακότητα του υλικού που χρησιμοποιεί, βάζει τον θεατή σε ένα «ιλουζιονιστικό» παιχνίδι, που βασίζεται στο παραξένισμα που δημιουργεί η ένταση των αντιθέσεων: ανάμεσα στο έργο και το υλικό, στο έργο και τον χώρο όπου αυτό εντάσσεται, ανάμεσα στο «υψηλό» και το «λαϊκό», το κλασικό και το μοντέρνο.
Ένα πακέτο μαύρες σακούλες σκουπιδιών, αχρησιμοποίητες, αφημένες στο πάτωμα, ανατρέπουν με την παρουσία τους τη φλεγματική βρετανική τάξη που κυριαρχεί στο σαλόνι του ξενώνα των φιλοξενούμενων ερευνητών της Σχολής.
Έτσι, τα έργα εμπλουτίζουν αλλά και εμπλουτίζονται από το πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσονται, όπως είπε καλωσορίζοντας τον καλλιτέχνη και τους δημοσιογράφους ο διευθυντής της Σχολής, καθηγητής John Bennet, τονίζοντας ότι είναι η πρώτη φορά από το 1886 που ο κήπος της Βρετανικής Σχολής ανοίγει για το ευρύτερο αθηναϊκό κοινό.
Για μια «άμεση, αυθόρμητη αρχαιολογία» στο έργο του Ανδρέα Λόλη, έκανε λόγο η επιμελήτρια της έκθεσης Νάγια Γιακουμάκη, σημειώνοντας την αντίθεση ανάμεσα στην ταχύτητα της οικονομικής λειτουργίας των αντικειμένων, τα οποία μετά την εφήμερη χρήση τους θέλουμε να ξεφορτωθούμε, δεν τα βλέπουμε πια, και την βραδύτητα της επεξεργασίας του υλικού από τον καλλιτέχνη.
Ο ίδιος ο Ανδρέας Λόλης τόνισε πως εργάστηκε έναν περίπου χρόνο για να ολοκληρώσει τα ένδεκα έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση. Όπως είπε, τα έργα δημιουργήθηκαν μέσα του μόλις είδε τον χώρο· «με το μυαλό μου τα τοποθέτησα εκεί που βρίσκονται σήμερα από την πρώτη στιγμή». Αυτή την αυθόρμητη σχέση με το έργο τη διατηρεί καθόλη τη διάρκεια της δημιουργίας του, καθώς εργάζεται χωρίς προπλάσματα, σε έναν διαρκή διάλογο με το υλικό του. «Το έργο παίρνει νόημα για μένα όταν τελειώσει», παρατηρεί.
Ένα νόημα που δεν επιβάλλεται, αλλά υποβάλλει στον θεατή εικόνες της δεκαετούς οικονομικής κρίσης που πέρασε η χώρα· ποιος θα μπορούσε να κοιμάται στο φιλόξενο παγκάκι με τα στρωσίδια που κυριαρχεί καταμεσής του κήπου, αν όχι κάποιος άστεγος; Πόσες φορές οι περιφρονημένες χαρτόκουτες δεν έχουμε δει να χρησιμοποιούνται για να ζεστάνουν συμπολίτες μας;
Στον κήπο της Βρετανικής Σχολής ακούγονται μονάχα τα πουλιά. Χωρίς τίτλο ή επεξηγηματικές λεζάντες, τα έργα του γλύπτη συνυπάρχουν με τις πινακίδες που υποδεικνύουν το δέντρο που φύτευσε ο πρίγκιπας Κάρολος κατά την επίσκεψή του ή μνημονεύουν παλιότερους διευθυντές και διάσημους επισκέπτες. Το φως, σε κάθε στιγμή της ημέρας παίζει και διαφορετικό παιχνίδι με τα γλυπτά, πρωταγωνιστώντας στο ιλουζιονιστικό παιχνίδι –τόσο που κάποιο μέλος του προσωπικού έκανε παρατήρηση στον κηπουρό για την παρατημένη στον τοίχο σκάλα… Αίσθηση της τάξης ή βρετανικό χιούμορ;
Ο Ανδρέας Λόλης και η επιμελήτρια της έκθεσης Νάγια Γιακουμάκη