Νίκος Χουλιαράς: Μια αυτοβιογραφία σε σχέδια στην Πινακοθήκη Γκίκα
Άλλοι θυμούνται τον Νίκο Χουλιαρά από τους δίσκους του, άλλοι από τα βιβλία του, τον «Λούσια» ή το «Μπακακόκ», και τα πανέμορφα εξώφυλλα που φιλοτεχνούσε για τις εκδόσεις Νεφέλη κι άλλοι από τις εκθέσεις του, που φιλοξενούσαν σχεδόν μόνιμα οι «Νέες Μορφές». Με ό,τι και να καταπιάστηκε όμως, υπήρξε στην πραγματικότητα ένας ποιητής και με αυτό το βλέμμα έβλεπε και ερμήνευε τον εαυτό του και τον κόσμο.
Τρία χρόνια μετά τον θάνατό του, το 2015, το Μουσείο Μπενάκη δίνει τη δυνατότητα στο κοινό να γνωρίσει όχι έναν «άλλο» Νίκο Χουλιαρά αλλά ένα μέρος του έργου του που δεν είναι γνωστό ή είναι παντελώς άγνωστο. Πρόκειται για μια επιλογή από τα σχέδια που φιλοτεχνούσε διαρκώς, σχέδια που ήρθαν στο φως μετά τον θάνατό του. «Είναι σαν μνημόσυνο για τα τρίχρονά του», είπε η κόρη του Σοφία Χουλιαρά, που δεν μπορούσε να βρει καλύτερο χώρο για να διοργανωθεί, παρά το μουσείο που παρουσίασε την τελευταία αναδρομική έκθεσή του, το 2011.
Στην έκθεση «Στη νύχτα του χαρτιού: Γνωστά και άγνωστα σχέδια του Νίκου Χουλιαρά», που φιλοξενείται στην Πινακοθήκη Γκίκα έως τις 24 Νοεμβρίου 2018, περιλαμβάνονται 129 ασπρόμαυρα και έγχρωμα σχέδια, κυρίως της περιόδου 1966-1977 (αλλά και κάποια μεταγενέστερα), που επέλεξε η επιμελήτρια Ελισάβετ Πλέσσα, από ένα σύνολο περίπου 500 έργων που ανακαλύφθηκαν στο εργαστήριό του ή στο «ερημητήριό» του στην Αντίπαρο.
Πρόκειται για σχέδια έντονα αφηγηματικά, που συνιστούν μια ιδιότυπη αυτοβιογραφία, ιδιαίτερα των χρόνων της νιότης του, όπως σημείωσε η Ελισάβετ Πλέσσα, καθώς αναφέρονται «στους πρώτους έρωτες, τα πρώτα ταξίδια, τους πρώτους του γάμους, σατιρίζουν την εποχή της δικτατορίας, και διακρίνονται από τις ίδιες εμμονές, όπως και τα μεταγενέστερα».
Τα σχέδια αυτά λειτουργούν «φωτογραφικά», στα πρώτα χρόνια τουλάχιστον, σαν ένα σημειωματάριο προσωπικών αφηγήσεων ή στιγμιότυπα δικών του βιωμάτων, αποτυπωμένα με παιχνιδιάρικη διάθεση και πολύ χιούμορ.
Τόσο στα σχέδιά του όσο και στα άλλα του έργα που γνωρίζουμε πρωταγωνιστεί η ανθρώπινη μορφή –μολονότι αρχικά δοκίμασε τις δυνάμεις του στην αφαίρεση– σε πλείστες περιπτώσεις μάλιστα η δική του μορφή. Σταδιακά, όσο ο καλλιτέχνης εξελίσσει την γραφή του, οι μορφές αυτές, άνθρωποι ή ζώα, γίνονται όλο και πιο στυλιζαρισμένες, ποιητικές, περνώντας «από τη ζωγραφική του ματιού στη ζωγραφική του νου», όπως παρατήρησε η επιμελήτρια της έκθεσης.
Ο Νίκος Χουλιαράς, πριν δοκιμάσει τις δυνάμεις του στη Σχολή Καλών Τεχνών, είχε σπουδάσει, μεταξύ άλλων, καλλιγραφία στην Εμπορική Σχολή των Ιωαννίνων. Ίσως αυτή του η μαθητεία τον προίκισε με μια έντονη αγάπη για τη γραφή, που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της σύνθεσης στα έργα του. Γι’ αυτό και ο Γιώργης Μαγγίνης, εκ μέρους του Μουσείου Μπενάκη, χαρακτήρισε τη ζωγραφική του Χουλιαρά «τέχνη της σελίδας» και αυτή η «μικρή αλλά πυκνή σε περιεχόμενο» έκθεση στοχεύει να εξερευνήσει ακριβώς αυτή τη σχέση γραφής και εικόνας.
Για έναν καλλιτέχνη που σχεδίαζε ο ίδιος τα βιβλία του, δεν θα μπορούσε παρά να αφιερωθεί ένας ανάλογα προσεγμένος και καλαίσθητος κατάλογος, που διαβάζεται σαν μια ευσύνοπτη αυτοβιογραφία –και είναι αφιερωμένος σε έναν άλλο απόντα, τον Άγγελο Δεληβορριά, «με το αεράκι της αθέατης πλευράς». Εξίσου τυπογραφικά προσεγμένο είναι και το φυλλάδιο – οδηγός της έκθεσης, η οποία θα εμπλουτιστεί με δύο συζητήσεις, όπου συμμετέχουν «οι ζωγραφισμένοι που [τον] θυμούνται», φίλοι, καλλιτέχνες και μη, που συγκροτούσαν τέσσερις διακριτές παρέες.
Έτσι, την Παρασκευή 5 Οκτωβρίου (19.00) θα μιλήσουν για τον φίλο τους και το έργο του οι Γιάννης Μιχαηλίδης, Γιώργος Νικολακόπουλος, Χρήστος Σαμαράς και οι Μιχάλης Γκανάς, Παυλίνα Παμπούδη, Μάρθα-Έλλη Χριστοφόγλου, ενώ το Σάββατο 10 Νοεμβρίου (19.00) οι Δημήτρης και Σουζάνα Αντωνακάκη, Βαρβάρα Μαυρακάκη, Γιώργος Χουλιαράς και οι Φοίβος Δεληβοριάς, Σωτήρης Κακίσης, Κύριλλος Σαρρής.