«Η μνήμη είναι το ημερολόγιο της ζωής μας», γράφει ο Ιρλανδός συγγραφέας Όσκαρ Ουάιλντ.
Είναι ο τόπος όπου μεταφέρονται από τα αισθητήρια όργανα στον εγκέφαλό μας τα ερεθίσματα που δεχόμαστε από τον κόσμο. Εκεί όπου καταγράφονται και διαφοροποιούνται από τα μικράτα μας τα βιώματα και οι γνώσεις που μας σφραγίζουν ως άτομα και ως συλλογικά υποκείμενα. Δεν είναι τυχαίο ότι η Τιτανίδα Μνημοσύση υπήρξε η μητέρα όλων των Μουσών. Μια και η εικονοποιητική δεινότητα όλων ανεξαιρέτως των δημιουργών βασίζεται από τα πρώτα χρόνια του ανθρώπινου πολιτισμού στην ικανότητά τους να αναπλάθουν τις παραστάσεις που έχουν κρατήσει εντός τους. Ούτε είναι τυχαίο ότι η τέχνη της τυπογραφίας χαρακτηρίστηκε τον 15ο αιώνα ως «η τέχνη που συντηρεί όλες τις τέχνες», μέσα από την οποία αυτονομήθηκε από τον Ντύρερ η χαρακτική.
Η χαράκτρια Ελένη Κάπρου επιχειρεί με το πρόσφατο έργο της να διεισδύσει στην καθεαυτό λειτουργία της μνήμης και να τη συνδέσει με τα πλάσματά της.
Χειρίζεται ως όχημά της την ευρηματική τεχνική της κολλαγραφίας με την οποία μπορεί, επικολλώντας στις μήτρες της διαφορετικά υλικά, να πειραματισθεί με τις τεχνικές της βαθυτυπίας και της υψιτυπίας. Να σμιλέψει με διαφορετικές υφές και τονικότητες μια γλώσσα διττή, φωτεινή και συναρπαστική, σκοτεινή και εφιαλτική. Μετατρέπει έτσι τις στρογγυλές μεταλλικές της επιφάνειες σε πολύχρωμα καλειδοσκόπια και ασπίδες της ζωής. Θυμίζουν άλλοτε μεγάλους, σφαιρικούς αστεροειδείς και δίσκους που δεν έχουν ακόμα αποκρυπτογραφηθεί, κι άλλοτε το φλοιό ενός εγκεφάλου. Ανάμεσα στις πλεγμένες γραμμώσεις τους ανακαλύπτουμε μάσκες και φιγούρες αρχαϊκές, βγαλμένες από τα βάθη του μύθου, επηρεασμένες από την αρχαία ελληνική και την ετρουσκική αγγειογραφία και το αρχαίο θέατρο,το γλυπτικό διάκοσμο των ρωμανικών εκκλησιών, τις τρομερές χαλκογραφίες από τις «Συμφορές του Πολέμου» του Γκόγια.
Δομεί με τον ίδιο τρόπο τα χάρτινα κουτιά, όπου σήμερα αποθηκεύουμε τα αρχεία μας, ανοίγοντάς τα όπως ένα σκηνικό. Τα μεταλλάσσει με την τέχνη της χαρακτικής και με τα ανάγλυφα στοιχεία που εγγράφει σ’ αυτά σε μεσαιωνικά τείχη και σε πύλες επιτύμβιων μνημείων, όπου εκτυλίσσεται το δρώμενο της σκοτεινής πλευράς της ύπαρξης. Οι χαραγμένες πάνω σε μεταλλικές μήτρες φιάλες, που ενσωματώνει, μετασχηματίζονται σε μορφές πολυσύνθετες και δωρικές, σε μορφές μοναχικές που βιώνουν η μια δίπλα στην άλλη το δικό τους προσωπικό δράμα, όπως σε κάθε αναγκαστική συμβίωση. Το ανοιγμένο κουτί που αναδύεται στη μέση των χαρτόκουτων, όπως στα παλιά κουτιά σοκολάτας, που έκρυβαν μέσα τους όλες εκείνες τις πολύτιμες, συλλεκτικές εικόνες των παιδικών μας χρόνων, αναδεικνύει στη μια του πλευρά τις φωτογραφίες του βιογραφικού μας. Οι αφαιρετικά γραμμένες φιγούρες που διακρίνονται ανάμεσα στις επικαλυμμένες με κομμάτια από παλιές δαντέλες, δίχτυα και σχοινιά πλευρές τους, που τους προσδίδουν τα ίχνη του χρόνου, μας αποκαλύπτουν μέσα από την προοπτική που δημιουργεί με τα φωτεινά ανοίγματά της σε παράθυρα ή σε σκάλες στην οδυνηρή εμπειρία του πρόσκαιρου ή οριστικού χωρισμού. Το αχνό πρόσωπο το φτιαγμένο όπως ένα άγαλμα αρχαίου θεού που μόλις ανασύρθηκε από το βυθό, προσωποποιεί το τοπίο.
Η Ελένη Κάπρου συγκροτεί το έργο της μέσα από την «οργάνωση των στοιχείων του ονείρου», καθώς θα έλεγε ο πατέρας του υπερρεαλιστικού κινήματος Αντρέ Μπρετόν. Ιχνηλατεί με τα μέσα της μαγικής τέχνης της αυτόν τον άγνωστο τόπο του ασυνείδητου. Ξυπνά με άμορφες γραμμώσεις και αρχετυπικές μορφές, φόρμες εξπρεσιονιστικά σκληρές και αισθαντικά ρομαντικές εκείνη τη μνήμη τη λανθάνουσα που υποκινεί με τις κρυμμένες ασυνείδητες φοβίες και σκέψεις μας την καθημερινότητά μας. Διαβάζει την ιστορία του ανθρώπου ως μια αρχέγονη προσωπική ιστορία ανάμεσα στην ενόρμηση της ζωής και την ενόρμηση του θανάτου. Και την φυλάσσει μέσα στις μεταλλικές ή χάρτινες μήτρες της.