Status Update: Δημήτρης Μπογδάνος, σκηνοθέτης
Θα μπορούσε να έχει γίνει αρχιτέκτονας. Αντ’ αυτού αποφοίτησε από τη Rada (Royal Academy of Dramatic Art) κι έτρωγε cupcakes στο Λονδίνο. Ο πρώτος του ρόλος ήταν ως Χρεμύλος κάπου στα 13 του χρόνια.
Ανακαλώντας τα παιδικά μου χρόνια τα ερεθίσματα μου γύρω από την τέχνη συμπυκνώνονται σε κάθε τυπικό πρωινό Κυριακής. Ο πατέρας μου ξυπνούσε από νωρίς για να ακούσει τους δίσκους κλασικής μουσικής του, η μητέρα μου έφτιαχνε μακέτες σελίδων περιοδικών διακόσμησης κι εγώ έστηνα κόσμους από lego, playmobil και g.i.joe για ατελείωτες ώρες. Δε με ενδιέφερε το παιχνίδι, μόνο το στήσιμό τους. Μέχρι σήμερα – αν για κάποιο λόγο όφειλα να προσδιορίσω την επαγγελματική μου ταυτότητα – θα μου άρεσε να επικεντρώσω σε αυτό. Κατασκευαστής Φανταστικών Αναγκαίων Κόσμων προς ψυχική, αισθητική και συναισθηματική τέρψη.
Όταν βρέθηκα πρώτη φορά ελεύθερος μπροστά από το επαγγελματικό φωτοτυπικό μηχάνημα του γραφείου της μητέρας μου σε ηλικία 8 ετών, φωτοτύπισα τα ίδια μου τα χέρια. Σε πολλαπλές πόζες αναπαρίστησα ανθρώπινες φιγούρες και στη συνέχεια ζωγράφισα πάνω στα ασπρόμαυρα χαρτιά φλούο γραμμές δημιουργώντας ένα φαντασιακό περιβάλλον για τα ανθρωπόμορφα δάχτυλα! Προφανώς τότε δεν αντιλήφθηκα κάποια αξία σε αυτή την πράξη, ωστόσο αργότερο θεώρησα ότι αυτή ήταν η πρώτη ουσιαστική καλλιτεχνική απόφαση που είχα πάρει.
Η κυρία Δεναξά, δασκάλα Αρχαίων στην Α’ Γυμνασίου αποφάσισε για μένα ότι ο ρόλος του Χρεμύλου από τον «Πλούτο» του Αριστοφάνη θα καθόριζε την επαγγελματική μου πορεία. Στη συνέχεια πολλοί και πολύτιμοι άνθρωποι διαμόρφωσαν την καλλιτεχνική μου υπόσταση, όπως η Sue Dunderdale από τη RADA του Λονδίνου ή ο Δημήτρης Παπαιωάννου στην «Κλεψύδρα» της Τελετής Έναρξης του 2004· ωστόσο νομίζω ότι τίποτα δεν υπήρξε τοσο μοιραίο όσο εκείνη η άτυπη ακρόαση από το προτελευταίο θρανίο του Α4.
Αν είχα γίνει αρχιτέκτονας θα είχα ακολουθήσει τη δεύτερη επικρατέστερη επιλογή μου μετά το θέατρο. Έδωσα με επιτυχία Ελεύθερο, Γραμμικό και Αρχιτεκτονικό Σχέδιο και μου χρησίμευσε όχι μόνο για την εισαγωγή μου στη Σχολή Καλών Τεχνών Ιωαννίνων αλλά και για κάθε σχεδιασμό παράστασης μέχρι σήμερα. Η τοποθέτηση των σκηνικών αναγκών στο χαρτί αποτελεί βασική λειτουργία μου κατά τη διάρκεια της προεργασίας μιας θεατρικής απόδοσης και επιλύει τόσο πρακτικά όσο και αισθητικά ζητήματα.
Από την περίοδο των σπουδών μου στην Αγγλία φυλώ καλά την ελευθερία σκέψης που μας καλλιέργησαν οι καθηγητές του Saint Martins, τη μεθοδολογία της Royal Academy, τα πολιτιστικά ερεθίσματα, τα πρωινά στο Bricklane, τις διεθνείς παρέες, τη gospel χορωδία μας, τον Jose Vidal από το The Place, τα cupcakes του Primrose Hill, το Barbican και την πρώτη μου επαφή με παράσταση του James Thiérrée.
Ποτέ δε μετάνιωσα την επιστροφή μου στην Ελλάδα. Η απόφαση, αν και με εμφανή τα σημάδια της κρίσης, ήταν συνειδητή και παραμένει ως σήμερα δικαιωμένη.
Το ελληνικό θέατρο παραμένει άφθονο (ειδικά εν συγκρίσει με τις μητροπόλεις του εξωτερικού), εμπνευσμένο και δαιμόνιο. Οι χαμηλές παραγωγές και οι κακουχίες υπερνικώνται από τα εμπνευσμένα μυαλά και τους ταλαντούχους συντελεστές, ενώ η συγκυρία να δουλεύουμε στη μητρική γλώσσα της θέσπιας τέχνης αποτελεί για μένα πολυτέλεια.
Οταν έσβησε η σκηνική ματαιοδοξία, επικράτησε ο ρόλος του σκηνοθέτη. Ωστόσο, δε θα θεωρήσω απίθανο αν στο μέλλον νιώσω και πάλι την ανάγκη να βρεθώ επι σκηνής.
Μέχρι το «Mon Petit Prince» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, είχα την αίσθηση ότι η θεατρική διαδικασία είναι πιο γοητευτική όταν σου προσφέρεται σε μεγάλη κλίμακα. Ωστόσο, το συμπέρασμα ήταν ότι κάθε σκηνή έχει τη γοητεία της και αντίστοιχα τη δυσκολία της. Ένα μεγάλο πλήθος θεατών μπορεί να είναι αφοπλιστικά συγκινητικό ωστόσο ένα μικρότερο αποπνέει ζεστασιά και οικειότητα. Η απάντηση νομίζω είναι η ποικιλία. Το «Ένα Μάθημα Χορού» για παράδειγμα, νιώθω ότι βρίσκει ιδανική κλίμακα στο Θησείον. Οι χαρακτήρες εμφανίζουν τη ανθρώπινη τους διάσταση και το χιούμορ του έργου παρατηρώντας το από απόσταση υπογραμμίζει την κοινωνική απομόνωσή τους.
Απόλαυσα κάθε δευτερόλεπτο της δημιουργίας της παράστασης «Ορφέας & Ευρυδίκη». Για πρώτη φορά ασχολήθηκα με ένα love story και η πρόθεση από νωρίς ήταν να μιλήσουμε για μία ατόφια, οικουμενική, καθαρή ιστορία αγάπης χωρίς περιστροφές. Όπως ένας δυνατός έρωτας πρέπει να είναι!
Ο έρωτας δίνει στίγμα, ασκεί δύναμη στην καθημερινότητα σου και ενέργεια σε κάθε βήμα σου. Είναι ικανός να καθορίσει τη ζωή σου, αρκεί να μην υπακούει σε στερεότυπα.
Οι άνθρωποι αποτελούν την πιο μεγάλη μου αγάπη. Τη δύναμη και την αδυναμία μου. Όταν κλονίζεται μία σχέση, ταράζεται το σύστημά μου και ενεργειακά αδειάζω. Επιδρούν πάνω μου με τη γενναιοδωρία τους, τη γαλήνη τους, τον σεβασμό τους, το ταλέντο τους. Μου αρέσει να τους παρατηρώ στο Μετρό, να χορευώ μαζί τους, να ταξιδεύω πλάι τους και να τους αγκαλιάζω σφιχτά.
Κανονικότητα. Ουσιαστικό θηλυκό, αχρείαστο και βαρετό. Η κοινωνική συνθήκη που αναγκάζει το ανθρώπινο είδος να εγκλωβίζεται στον εαυτό του.
Η έλλειψη σεβασμού, οι χαμηλής ποιότητας αισθητικές επιρροές και η συναισθηματική δυσλεξία αποτελούν τις μεγαλύτερες αναπηρίες των Ελλήνων ως κοινωνικό σύνολο. Επίσης η απώλεια μνήμης. Που όμως μας επιτρέπει και να επιβιώνουμε από όλα τα παραπάνω.
Θεωρώ την καλλιτεχνική δημιουργία -άπαξ και δημοσιοποιείται- ουσιαστική κοινωνική και πολιτική πράξη. Ο ενεργός πολίτης αλληλεπιδρά με την εποχή του και άφοβα κοιτά την εξέλιξή του. Κάποιες φορές μπορεί να γίνει επικίνδυνος αλλά τουλάχιστον είναι πάντα συναρπαστικός.
Μέσα στην πραγματικότητα είναι όμορφο όταν καταφέρνεις να φτιάχνεις μερικούς ποιητικούς μικρόκοσμους που σε βοηθούν να αναπνέεις. Όταν δε συνοδεύεσαι σε υπερβατικές βόλτες από αληθινούς φίλους η έξοδος κινδύνου μοιάζει περισσότερο με φωτεινή πύλη.