Loro
Τα πάντα γύρω από το φαινόμενο Μπερλουσκόνι που πρωταγωνίστησε στην πολιτική σκηνή της Ιταλίας την τελευταία 20ετία δια χειρός Πάολο Σορεντίνο.
Σκηνές από την πολύκροτη ζωή του μεγιστάνα των μέσων μαζικής ενημέρωσης και πρώην πρωθυπουργού της Ιταλίας, Σίλβιο Μπερλουσκόνι, σε ένα διάστημα που καλύπτει τα χρόνια μεταξύ 2006 και 2010.Τα σκάνδαλα, τα άγνωστα περιστατικά, η αλήθεια πίσω από τις φήμες και οι φήμες πίσω από την αλήθεια ενός από τους πιο ισχυρούς ανθρώπους της Ιταλίας.
Χωρίς να γίνεται αυστηρά επικριτικός και μάλιστα με μια γεύση «αντικειμενικότητας» που ουσιαστικά δικαιώνει σε μεγάλο βαθμό τον Μπερλουσκόνι, ο Σορεντίνο κατόρθωσε να κάνει μια ταινία για τον εμβληματικό Ιταλό πολιτικό που αφήνει ανάμεικτη γεύση.
Βέβαια το εύκολο για κάθε σκηνοθέτη θα ήταν να «σταυρώσει» με κάθε τρόπο τον Καβαλιέρε. Όμως ο σπουδαίος δημιουργός των «Νιότη», «Τέλεια ομορφιά» και «Il Divo» (η άλλη πολιτική βιογραφία του για τον Τζούλιο Αντρεότι τον οποίο υποδύθηκε και πάλι ο Σερβίλο) αντιστέκεται σθεναρά στα εύκολα και ψάχνει να βρει ψήγματα ανθρωπιάς, αυθεντικότητας αλλά θετικά πρόσημα στην πορεία του ήρωα του. Δεν είναι και εύκολο κάτι τέτοιο αφού τα πολιτικά-οικονομικά σκάνδαλα και οι ερωτικές ατασθαλίες του Μπερλουσκόνι δεν έχουν τέλος.
Ο Σορεντίνο καταγράφει μια μυθιστορηματική εκδοχή της προσωπικής ζωής του Μπερλουσκόνι, εστιάζοντας στην περίοδο 2006-2010 όπου βρίσκεται στη θέση του αρχηγού της αντιπολίτευσης και επιχειρεί με πλάγια μέσα να επιστρέψει ξανά στην πρωθυπουργική θέση. Ο σκηνοθέτης δίνει έμφαση στα περίφημα πάρτι του Μπερλουσκόνι στις βίλες του και την αδυναμία του στις όμορφες νεαρές γυναίκες, στο επικείμενο χωρισμό του από τη δεύτερη σύζυγό του, στις ανεκδοτολογικές ατάκες του και τη μανία του με τη μουσική και την αγαπημένη του Μίλαν.
Όλα αυτά είναι για τον Σορεντίνο οι βασικές αιτίες που ο Μπερλουσκόνι «γοήτευσε» τον μέσο ιταλό ψηφοφόρο. Του πρόσφερε ότι αγαπά και λαχταρά, σε υπερθετικό βαθμό και με χρυσό περιτύλιγμα. Άλλωστε «Loro» στα ιταλικά σημαίνει «εκείνοι» (που τον ψήφισαν) αλλά με μια απόστροφο μετατρέπεται αμέσως σε «L’ oro» που σημαίνει χρυσός.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης