6η Athens Biennale: Μια ελκυστική σκοτεινή δυστοπία
Η Μπιενάλε της Αθήνας στην 6η της διοργάνωση επιλέγει να γίνει «Αντι-» και να επιστρέψει στην πόλη με έντονη εκθεσιακή δραστηριότητα, μετά από ένα διάστημα εσωστρέφειας και αναστοχασμού, που αποτυπώθηκε και στην ιδιαίτερα academic «πενθέκτη» της διοργάνωση.
Έχοντας στο ενεργητικό της ένα διεθνές βραβείο, αλλά και τις διαλυτικές συνέπειες της επιτυχίας (αφού πλέον, από την ιδρυτική τριάδα του θεσμού, έχει απομείνει στο τιμόνι του μονάχα ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Poka Yo), η Μπιενάλε, με την έκθεση που εγκαινιάζεται επίσημα την Πέμπτη 25 Οκτωβρίου και θα είναι ανοιχτή στο κοινό από την Παρασκευή 26 έως και τις 9 Δεκεμβρίου 2018, επιδιώκει μια «αναβάπτιση» στις ρίζες της.
Φιλοξενώντας 99 καλλιτεχνικά σχήματα, εκ των οποίων τα 23 ελληνικά, με 25 νέες παραγωγές ειδικά για τη διοργάνωση, η Μπιενάλε «καταλαμβάνει» το κέντρο της πόλης, καθώς απλώνει τις δραστηριότητές της σε 7.500 τ.μ., επιστρατεύοντας τέσσερα εμβληματικά κτίρια σε έναν δρόμο που σημαδεύτηκε βαθιά από την κρίση και την κοινωνική αναταραχή που προκάλεσε: την οδό Σταδίου.
Το κλειστό σήμερα ξενοδοχείο Εσπέρια και το ανενεργό πλέον κτίριο του ΟΤΕ, που και τα δύο αντικρίζουν το καμένο κουφάρι του κτιρίου των κινηματογράφων Απόλλων και Αττικόν, αποτελούν το επίκεντρο των εκθεσιακών και επιτελεστικών δραστηριοτήτων της Μπιενάλε. Λίγο μακρύτερα, στην Μπενάκειο Βιβλιοθήκη, πλάι στο κτίριο της Παλιάς Βουλής, και στο παλιό κτίριο του ΤΣΜΕΔΕ, επί της οδού Κολοκοτρώνη, θα φιλοξενηθούν ιδιαίτερες εκθέσεις, περφόρμανς και συζητήσεις.
Για τους τρεις επιμελητές της, τον Poka Yo, τον Κωστή Σταφυλάκη και την Stefanie Hessler, η φετινή Μπιενάλε συνδυάζει την «εκθεσιακότητα» της πρώτης διοργάνωσης, του 2007 («Destroy Athens»), με τη διαδραστικότητα των επομένων, αποτελώντας ταυτόχρονα αυτοκριτική και αναστοχασμό: «Πρόκειται για κεφάλαια του ίδιου κειμένου. Σήμερα ανοίγουμε ένα νέο κεφάλαιο, που περνά μέσα από μια κρίση», λέει ο Poka Yo, ενώ δεν παραλείπει να τονίσει το στοιχείο της συνέχειας, το οποίο «κάνει τον θεσμό διεθνώς αναγνωρίσιμο». Πράγματι, οι υπεύθυνοι της Μπιενάλε της Αθήνας μπορούν να πουν ικανοποιημένοι πως «έξω πάμε καλά»: Περισσότεροι από 700 δημοσιογράφοι, επιμελητές και επαγγελματίες της τέχνης διαπιστεύθηκαν για να την παρακολουθήσουν, με τα 2/3 να προέρχονται από το εξωτερικό.
«Η 6η Μπιενάλε δεν είναι έκθεση για όλη την οικογένεια», παρατηρεί ο Κωστής Σταφυλάκης, «πολύ από το υλικό της θα προκαλέσει το κοινό». Πράγματι, το διαφημιστικό σποτ της αποφασίστηκε από την ΕΡΤ να προβάλλεται σε ζώνες μεταμεσονύκτιες. Για ποιο λόγο; Ίσως γιατί, αν επιχειρούσαμε να χαρακτηρίσουμε αυτήν την τεράστια –για τα ελληνικά μέτρα– διοργάνωση με δυο λέξεις, θα την αποκαλούσαμε «σκοτεινή δυστοπία». «Μια σκοτεινή δυστοπία που μας ελκύει», σπεύδει να συμπληρώσει ο Poka Yo.
Συνολικά, οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν εξερευνούν περιοχές όπου το ίδιο το ανθρώπινο σώμα συμφύρεται με την ψηφιακή τεχνολογία, δημιουργώντας μια μετα-ανθρώπινη συνθήκη, όπως στο γυμναστήριο που στήνει στο κτίριο του ΟΤΕ η ομάδα σύγχρονου χορού The Agency («MedusaBionicRise»), όπου κυριαρχούν τα προσθετικά μέλη και τα πρωτεϊνούχα κοκτέιλ, σε μια ειρωνική διαπραγμάτευση της σύγχρονης νεύρωσης του γυμναστηρίου.
Η μίμηση καθημερινών χώρων και σύγχρονων αστικών τελετουργιών αποτελεί ένα ακόμη κοινό στοιχείο των καλλιτεχνικών προτάσεων που παρουσιάζονται στην Μπιενάλε. Χώροι και τελετουργίες παραλλάσσονται και δίνονται στο κοινό σε νέα μορφή. Έτσι, στον πρώτο όροφο του ξενοδοχείου Εσπέρια δεσπόζει ένα τεράστιο ρινγκ του μποξ, που δίνει και τον τόνο στο «Αντι-» της διοργάνωσης. Πρόκειται για χώρο που κατασκεύασε ο Iepe Rubingh, προκειμένου να φιλοξενήσει αγώνες «Chessboxing», ένα υβριδικό άθλημα, που συνδυάζει σκάκι και μποξ, το οποίο ο καλλιτέχνης εμπνεύστηκε από τα κόμικς του Enki Bilal.
Λίγο παραδίπλα, μια πίστα χορού φιλοξενεί καλλιτεχνικά βιντεοκλίπ και videogames, ενώ στον ίδιο όροφο, στο Kino, παρουσιάζονται έργα άλλων video artists. «Στην Μπιενάλε παρουσιάζονται αμέτρητες ώρες βίντεο», λέει ο Κωστής Σταφυλάκης, «είναι σαν ένα τεράστιο σερφάρισμα. Ο θεατής θα φεύγει ζαλισμένος».
Φυσικά, ένα ξενοδοχείο δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς μπαρ και εστιατόριο. Πολλοί είναι οι καλλιτέχνες που πειραματίζονται με αυτήν την πλευρά της ανθρώπινης καθημερινότητας και τους τρόπους που μεταβάλλεται μέσα στις σύγχρονες αστικές συνθήκες –δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε πως η έδρα της Μπιενάλε συνορεύει με μια τεράστια και διαρκώς επεκτεινόμενη «διασκεδασούπολη»: τις νέες πιάτσες της οδού Κολοκοτρώνη και της πλατείας Καρύτση.
Έτσι, στο ισόγειο του «Εσπέρια» ο Jakub Jansa στήνει ένα μπαρ που σερβίρει σκευάσματα από σελινόριζα και άλλα εξεζητημένα υλικά, ενώ η Monira Al Qadiri δημιουργεί σε μια εσοχή ένα american dinner και το ελληνογερμανικό project GiGi, στο οποίο συμμετέχει το Ινστιτούτο Γκαίτε, εγκαθιστά ένα καφέ που κινείται μεταξύ Oktoberfest και ελληνικής ταβέρνας, προκειμένου να διερευνήσει τις ελληνογερμανικές ανταλλαγές ανθρώπων, ιδεών και συναισθημάτων… Αρκετοί από τους συμμετέχοντες ασχολούνται στο έργο τους και πειραματίζονται με την έννοια της τροφής, προσφέροντας κάποτε το έργο τους στο κοινό, όπως δύο Ιρλανδοί καλλιτέχνες που ήρθαν στην Αθήνα με μια βαλίτσα γεμάτη σαλιγκάρια, αποφασισμένοι να μαγειρέψουν για τους επισκέπτες της Μπιενάλε!
Ο προβληματισμός και η διερεύνηση της καθημερινότητας στη μετα-ανθρώπινη συνθήκη χαρακτηρίζει και τα projects που φιλοξενούνται στους 5 ορόφους του κτιρίου του ΟΤΕ, που θα αποτελέσει για ενάμιση μήνα το «στρατηγείο» της Μπιενάλε. Από το εργαστήριο πειραμάτων της Marianna Simnett που με ενέσεις μπότοξ στο λαιμό αλλάζει τη φωνή της μέχρι την προερχόμενη από την s/m σκηνή μουμιοποίηση των Bound Collective ή τις νεοφιλελεύθερες ουτοπίες της νέας ακροδεξιάς που σχολιάζει στο έργο του ο Daniel Keller.
Η επιστροφή στην υλικότητα βρίσκεται στο επίκεντρο του προβληματισμού της 6ης Μπιενάλε της Αθήνας. Πρόκειται όμως για μια υλικότητα διαμεσολαβημένη από το ψηφιακό, καθώς οι περισσότεροι συμμετέχοντες πειραματίζονται με τους τρόπους που η ψηφιακή κουλτούρα επιδρά στη σωματική και υλική πραγματικότητα. Όπως παρατηρεί ο Poka Yo, τις περισσότερες προτάσεις διαπερνά η αίσθηση ότι «κάτι δυσοίωνο έρχεται. Ένας νέος ψηφιακός μεσαίωνας;» Η Μπιενάλε δεν φιλοδοξεί να δώσει απάντηση, αλλά να θέσει το ερώτημα. Και να διατυπώσει την «αντι-» θέση της μπροστά σε αυτήν την προοπτική.
Συμμετέχοντες καλλιτέχνες:
Σπύρος Αγγελόπουλος, Monira Al Qadiri, Λουκία Αλαβάνου, Korakrit Arunanondchai & Alex Gvojic, Ivana Bašić, Tianzhuo Chen, Chim Pom, Sarawut Chutiwongpeti, Brody Condon, Σίλεια Δασκοπούλου, Ted Davis, Danielle Dean, JP Downer, Nina Runa Essendrop, Georgia Fambris, Cao Fei, Ed Fornieles, Άγγελος Φρέντζος, Sarah Friend, Front Deutscher Äpfel, Dorota Gawęda & Eglė Kulbokaitė, Εύα Γιαννακοπούλου, Γιάννης Γίγας Θωμάς, Joey Holder, Carsten Höller, Callum Leo Hughes, Actually Huizenga (of Patriarchy), Jacob Hurwitz-Goodman& Daniel Keller, Binelde Hyrcan, Maryam Jafri, Sascha Jahn & ΤheΒoundCollective, Jakub Jansa, Geumhyung Jeong, Kahlil Joseph, Florence Jung, Raja’a Khalid, Χαρά Κολαΐτη, Πέτρος Βασιλείου Κρητικός, Laboratory for Microclimates, Ευριπίδης Λασκαρίδης / Osmosis, Delaine Le Bas, Candice Lin, Fei Liu, Rachel Maclean, Basim Magdy, Μίλτος Μανέτας, Marianne Maric, Eva and Franco Mattes, Metahaven, Quenton Miller, Molleindustria, Shana Moulton, Sirous Namazi, Narcissister, New Models, Pinar Öğrenci, Marisa Olson, UģisOlte& Morten Traavik, Omsk Social Club, Ηλίας Παπαηλιάκης, Εύα Παπαμαργαρίτη, Yuri Pattison, Heather Phillipson, Signe Pierce, ΆνναΜαρία Πινακά, Wong Ping, Michail Pirgelis, Agnieszka Polska, Λυκούργος Πορφύρης, Porpentine Charity Heartscape, Johannes Paul Raether, Jon Rafman, Kosta Rapadopoulos / Jasin Challah, Tabita Rezaire, Roee Rosen, Iepe Rubingh, Saeborg, Tai Shani, Heji Shin, Aliza Shvarts, Helle Siljeholm, Marianna Simnett, Linnéa Sjöberg, Πάνος Σκλαβενίτης, Μαρήλια Σταγκουράκη, Jenna Sutela, The Agency, The Domestic Godless, The Peng! Collective, Ryan Trecartin, Θεόκλητος Τριανταφυλλίδης, Anna Uddenberg, Nicole Wermers, Tori Wrånes, Lauren Wy, Lu Yang, Young Boy Dancing Group, Κώστας Ζάπας, Zhala