Μαρίνα Σάττι: «Ας έρθει ένας κουλτουριάρης να μου πει ότι δεν είμαι κουλτουριάρα!»
Το κορίτσι που αγαπά τα έντονα χρώματα, τις πολυφωνίες, το χορό και τις μουσικές του κόσμου, που τα τελευταία δυο χρόνια έχει παίξει από το κατάμεστο Ηρώδειο και τη Λυρική, μέχρι “Το Σώσε” πάρτι της Στέγης και τον ΟΗΕ, μας μιλά για το πώς βρήκε τη μουσική ταυτότητά της, για τις χορωδίες της, για το αν θα συμμετείχε στη Eurovision, και για το πείσμα της να αποδείξει ότι δεν υπάρχουν σύνορα στη μουσική, με αφορμή τις “Yalla” εμφανίσεις της στο Six Dogs, τις Κυριακές του Νοεμβρίου.
Η Μαρίνα Σάττι είναι χειμαρρώδης στο λόγο της. Όπως ακριβώς και στη σκηνή. Σε συνεπαίρνει με το πάθος, τη λαχτάρα και τη χαρά με την οποία κάνει τα πράγματα, τις πολυχρωμίες, τις χορογραφίες και τις πολυφωνίες της, τα κοσμοπολίτικα dance / world live της, τη γυναικεία δυναμική της. Σκεφτόμουν καιρό να κάνω μια συνέντευξη μαζί της. Την ανακάλυψα, όπως οι περισσότεροι, με το που κυκλοφόρησαν οι «Κούπες» στο YouTube και στη συνέχεια το βίντεο – φαινόμενο, η «Μάντισσα» με τον εντυπωσιακό αριθμό των 34 εκατομμυρίων views. Όταν την είδα όμως στις live εμφανίσεις της, αντιλήφθηκα ότι κάθε άλλο παρά «πυροτέχνημα» είναι, όπως λέει κι η ίδια. Εξαιρετικά ταλαντούχα, προσγειωμένη, δουλεύει σκληρά στην κατεύθυνση που εκείνη θέλει, μπλέκοντας μουσικές και στιλ, για να αποδείξει ότι δεν υπάρχουν σύνορα.
Συναντηθήκαμε Σάββατο μεσημέρι σε ένα μεζεδοπωλείο στα Εξάρχεια, όπου έκανε διάλειμμα από τις πολύωρες πρόβες για το μιούζικαλ “Once” στο οποίο θα πρωταγωνιστήσει, σε σκηνοθεσία Ακύλλα Καραζήση, τον Δεκέμβριο στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής και λίγες μέρες πριν από τις «Yalla» εμφανίσεις της, τις Κυριακές του Νοεμβρίου στο Six Dogs. Μαζί μας κι ένας φίλος της, ο Σαμ, με καταγωγή από το Ιράν και την Τουρκία, μεγαλωμένος στην Αυστραλία, νυν κάτοικος Νέας Υόρκης, ο οποίος μόλις είχε έρθει Αθήνα για μια μέρα. Γνωρίστηκαν πρόσφατα, όταν η Μαρίνα μαζί με τις Fonés προσκλήθηκαν να παίξουν live στα βραβεία “Champions of the Earth” των Ηνωμένων Εθνών. Την είδε και εντυπωσιάστηκε από τη φωνή και την παρουσία της όπως μου λέει, και δεν είναι ο μόνος, αφού από ό,τι φαίνεται κάποια πρόταση έπεσε στο τραπέζι για μελλοντική εμφάνιση στη Νέα Υόρκη.
Η Αμερική δεν της είναι άγνωστη. Έζησε εκεί τρία χρόνια σπουδάζοντας με υποτροφία στο περίφημο Berklee College of Music. Παράλληλα, έκανε περιοδείες με μπάντες world music και τραγουδούσε λαϊκά τα Σάββατα σε ελληνική ταβέρνα για το χαρτζιλίκι της. Στην Ελλάδα είχε περάσει στην Αρχιτεκτονική, αλλά σπούδασε τζαζ και κλασικό τραγούδι και πίστευε ότι ο δρόμος της είναι αυτός. Είχε μάλιστα διεκδικήσει και την υποτροφία Μαρία Κάλλας, ώστε να σπουδάσει σε στούντιο όπερας στη Βιέννη.
Τη ρωτώ αν πιστεύει πως θα είχε πάρει άλλη πορεία η ζωή της αν είχε λάβει εκείνη την υποτροφία. «Μπορεί και να έκανα παρόμοια πράγματα με αυτά που κάνω τώρα. Ξέρεις, τον δρόμο σου τον βρίσκεις κάποια στιγμή και δεν έχει να κάνει με το τι σπούδασες. Ίσα ίσα, σπουδάζοντας κάτι, αντιλαμβάνεσαι αν είναι αυτός ο δρόμος σου, όπως μου συνέβει εμένα με την Αρχιτεκτονική.»
Ποια είναι τα πιο πολύτιμα πράγματα που έμαθες τα χρόνια που σπούδασες στο Berklee;
Είναι ένα πολύ ανοιχτό περιβάλλον το Berklee, τα είδη συναντιούνται γιατί έχει μουσικούς από όλο τον κόσμο κι ο καθένας φέρνει τα στοιχεία της κουλτούρας του. Εγώ πήγα ως τζαζ τραγουδίστρια και κατέληξα να κάνω ενορχήστρωση Αυτό που έμαθα, είναι ότι δεν υπάρχουν σύνορα και αυστηρά όρια στα μουσικά είδη. Εκεί ένιωσα ότι πρώτη φορά μου ζητήθηκε να βρω την ταυτότητά μου για να μπορώ να βρω το χώρο μου και να υπάρξω. Γρήγορα αντιλήφθηκα ότι η τζαζ είναι μια γλώσσα που την αγαπάω κι αυτή είναι η βάση μου, αλλά ότι δεν είμαι εγώ αυτό. Πρώτη φορά, λοιπόν, ελληνικά τραγούδια, είπα στην Αμερική. Τραγουδούσα κάθε Σάββατο σε ένα ελληνικό μαγαζί και δεν το πίστευα ότι εγώ κάνω αυτό το πράγμα, ότι λέω λαϊκά, παραδοσιακά, Ρίτα Σακελλαρίου, στα βαθιά κανονικά! Ο κόσμος που ερχόταν ήταν Έλληνες, Τούρκοι, Αλβανοί, Άραβες και αμερικάνοι που γούσταραν φουλ και δεν πίστευα ότι τους αρέσει αυτό που ακούνε! Εκεί τα έμαθα λοιπόν, κι άρχισα να τα γουστάρω πολύ στην πορεία.
Ελληνική μουσική πρώτη φορά στην Αμερική; Στο σπίτι σου τι ακούγατε;
Ο πατέρας μου, που είναι από το Σουδάν, είχε συνεχώς αραβικά κανάλια ανοιχτά κι άκουγε αραβική μουσική, που τότε τη σνόμπαρα πολύ, τώρα όμως τη λατρεύω. Έπαιζε δηλαδή και σύγχρονα αραβικά και πιο παλιά, μεγάλες αραβικές ορχήστρες με βιολιά, πολύ δραματικά, Umm Kulthum και τέτοια, τότε έλεγα «Θεέ μου, δεν την αντέχω άλλο» και τώρα ακούω μόνο αυτή. Η μαμά μου είχε διάφορα ακούσματα, μεσογειακά κυρίως κι εγώ τρελαινόμουν με κλασική μουσική επειδή έκανα πιάνο. Λάτρευα τη Μαρία Κάλλας, ψωνιζόμουνα, έκανα ότι τραγουδάω το «Casta Diva» χωρίς να ξέρω τι λέει και τέτοια.
Γιατί να σκοτώσει κάποιος ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του, για να νιώσει ενταγμένος;
Άρα μουσικά άρχισες να ψάχνεσαι αργότερα.
Όταν ήρθα στην Αθήνα από την Κρήτη όπου μεγάλωσα, μπλέχτηκα με τη τζαζ και μετά το Berklee ανακάλυψα όλους αυτούς τους διαφορετικούς ήχους. Τη βρίσκω λογική εξέλιξη αυτή, κι εγώ πιο μικρή άκουγα ποπ, χιπ χοπ, R&B, ένιωθα λίγο αμερικανάκι, αλλά όταν πήγα στην Αμερική κι ήρθα σε επαφή από πρώτο χέρι με τον Δυτικό πολιτισμό, τότε άρχισα να συγκινούμαι πολύ με τα αραβικά τραγούδια, χωρίς να καταλαβαίνω γιατί. Μια άλλη κρίση ταυτότητας που πέρασα στην Αμερική, ήταν ότι, εξαιτίας της κατατομής μου, όποιος γνώριζα νόμιζε ότι είμαι από τη χώρα του κι εγώ έλεγα “I’m from Africa”. Σιγά σιγά συνειδητοποίησα ότι δεν είμαι από την Αφρική, γιατί το Σουδάν ναι μεν ανήκει στην Αφρική, αλλά είναι Αραβική χώρα. Με τους Λιβανέζους και με τους Παλαιστίνιους έκανα παρέα κι είχα κοινά σημεία αναφοράς, όχι με τους Σενεγαλέζους και με τους Νιγηριανούς.
Σαν παιδί πώς διαχειριζόσουν την ταυτότητά σου;
Είχα μια ενοχή εγώ από μόνη μου, ένα κόμπλεξ, χωρίς να μου έχει πει κανείς κάτι, ότι ο μπαμπάς μου ήταν μαύρος, δεν τρελαινόμουν να εμφανίζεται στο σχολείο. Είναι αυτή η μαλακία που μας πιάνει όλους, ότι για να νιώσουμε ενταγμένοι πρέπει να μοιάζουμε. Πλέον με όποιο τρόπο μπορώ, σπρώχνω πάντα προς το αντίθετο τους ανθρώπους γύρω μου, ή τα κορίτσια στη χορωδία που μπορεί να θέλουν να νιώσουν ασφαλή με το να καμουφλάρονται. Γιατί να σκοτώσει κάποιος ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του, για να νιώσει ενταγμένος;
Η χορωδία βέβαια απαιτεί να βάλει κανείς στην άκρη το εγώ του, να γίνει ένα με τις υπόλοιπες φωνές, να μην ξεχωρίζει.
Η χορωδία είναι ένα σύστημα ανθρώπων, όπου υπάρχουν μονάδες η καθεμία με τη φωνή της και πρέπει όλοι να φέρουν την προσωπικότητά τους, αλλά να μπορέσουν να συνυπάρξουν, ακριβώς όπως στην κοινωνία. Είναι μια μεγάλη άσκηση να μάθει κανείς να μην «πατάει» τους άλλους στην ομάδα / κοινωνία. Η χορωδία κι η έννοια της πολυφωνίας είναι και κυριολεκτική. Πρέπει το σύστημα να λειτουργήσει με τόσες διαφορετικές προσωπικότητες. Πέρα από το μουσικό ενδιαφέρον, για μένα έχει κι ανθρώπινο στοιχείο. Πώς θα μιλήσεις σε κάποιον χωρίς να τον ευνουχήσεις, ας πούμε.
Γιατί αγαπάς τόσο τις χορωδίες; Τι σε συγκινεί σε αυτές;
Με συγκινεί να ακούω πάρα πολλές φωνές. Η ανθρώπινη φωνή είναι το πιο άμεσο όργανο, μας αγγίζει πιο εύκολα γιατί μπορούμε να ταυτιστούμε.
Θέλω να είμαι χαρούμενη, δεν θέλω να είμαι κουλτουριάρα
Πώς προέκυψε η μεγάλη γυναικεία χορωδία σου, οι Chóres (Κόρες);
Είναι ένα σύνολο που προέκυψε από κορίτσια που αρχικά μας έστελναν μήνυμα και ήθελαν να συμμετάσχουν σε αυτό που κάναμε, να δουν πρόβες, είχαμε κάνει και κάποιες ανοιχτές παραστάσεις στο θεάτρο Θησείον κι από στόμα σε στόμα έφτασε να είναι ένα σύνολο με 50 γυναίκες, από 13 έως 44, από μαθήτριες σε μουσικά σχολεία μέχρι μαμάδες, που όλες αλληλεπιδρούν εκπληκτικά μεταξύ τους, κι αλληλοβοηθιούνται σημαντικά. Έχει καταλήξει να είναι ένα workshop πλέον, ένα φυτώριο, όπου κάθε Σαββατοκύριακο κάνουμε πρόβες με σκηνοθέτη (τη Γεωργία Τσαγκαράκη), με κινησιολόγο, και κάνουμε και σύγχρονο χορό.
Γιατί μόνο γυναίκες;
Επειδή ξεκίνησε σαν μια οικογένεια σχετική με τις Fonés, αλλά κι επειδή κι εγώ ως γυναίκα έχω την αίσθηση ότι καταλαβαίνω περισσότερο τη γυναικεία φωνή. Νιώθω ότι μου είναι πιο εύκολο να συνεραστώ με γυναίκες κι έχει και πλάκα, με ντοπάρει αυτό. Η ομάδα έχει δημιουργηθεί από την ανάγκη των ίδιων των μελών, γι’ αυτό την αγαπώ ιδιαίτερα, επειδή προέκυψε φυσικά. Ο πιο βασικός στόχος και για μένα και για τα κορίτσια, είναι να βγουν μετά στον αληθινό κόσμο, να εφαρμόσουν πρακτικά αυτά που μαθαίνουν.
Κάτι ενδιαφέρον που έχεις παρατηρήσει ως μαέστρος;
Ξέρεις, όταν λέω, ποιος θα πάρει σόλο; Δε σηκώνει καμία το χέρι. Το σόλο, και την οποιαδήποτε ευκαιρία στη ζωή δηλαδή, εσύ πρέπει να το διεκδικήσεις. Ακόμα και το να νιώσεις έτοιμος για να σηκώσεις το χέρι σου και να πάρεις το σόλο, κι αυτό είναι μια άσκηση. Όπως και στη ζωή και στα πάντα. Κι εγώ έφτασα 25 για να πω ότι θέλω να γίνω πιο προσωπική με τη γλώσσα που σπούδασα. Όταν δηλαδή κι εγώ ήθελα να καταλάβω ποια είμαι και να βρω την ταυτότητά μου, όχι από το ψώνιο του να γίνω τραγουδίστρια.
Μίλησέ μου για αυτή την περίοδο, που γυρνάς από την Αμερική και παίρνεις την απόφαση να γίνεις η Μαρίνα Σάττι που γνωρίσαμε.
Δεν νομίζω ότι ήταν απόφαση, δεν είχα άλλη επιλογή. Είχα επιστρέψει κι ήμουν μέσα στην κατάθλιψη, έκλαιγα κάθε μέρα γιατί δεν ήξερα τι ήθελα να κάνω. Να ασχοληθώ με το θέατρο, με τη μουσική, να γράφω, να τραγουδάω; Μου έλεγαν ότι πρέπει να εστιάσω σε ένα πράγμα, αν θέλω να πετύχω. Εγώ όμως αυτό είμαι. Ούτε από την Ελλάδα ήμουνα, ούτε από το Σουδάν ακριβώς ήμουν. Το οποίο στην αρχή με μπέρδευε σε σχέση με το ποια είμαι. Δεν μπορούσα να αποδεχτώ ότι μπορώ να είμαι από την Ελλάδα και να ακούω χιπ χοπ και να ασχολούμαι σοβαρά με τη μουσική, αλλά να φοράω και χρωματιστά ρούχα. Την περίοδο πριν βγάλω τη «Μάντισσα», εκεί να δεις σκέψεις. Θα με περάσουν για χαζή, έλεγα. Και μετά σκέφτηκα, γιατί πρέπει να είμαι μέσα στη νταρκίλα, για να μη με περάσουν για ρηχή; Παλιότερα, όσο ασχολιόμουν με τη μουσική που με ρουφούσε, δεν είχα αυτή τη φοβία. Τώρα θα με περάσουν για ρηχή επειδή ξαφνικά θέλω να είμαι πιο χαρούμενη και εξωστρεφής και να ντυθώ αλλιώς και να χορεύω; Ξαφνικά θα οριστώ δηλαδή από όσους λένε ότι για να είσαι κουλτουριάρης και μορφωμένος πρέπει να κλαις; Ας μην είμαι κουλτουριάρα τότε! Κι ας έρθει ένας κουλτουριάρης να μου πει ότι δεν είμαι κουλτουριάρα. Θέλω να είμαι χαρούμενη, δεν θέλω να είμαι κουλτουριάρα.
Όλες αυτές οι σκέψεις, πήραν χρόνο μέχρι να ωριμάσουν μέσα μου και να κάνω το βήμα. Η δυσκολία είναι απαραίτητο συστατικό της εξέλιξης όμως. Αν δεν κάνεις λάθη, δε μαθαίνεις ποτέ το σωστό.
Έχεις αίσθηση μετά από ενάμιση χρόνο, για ποιο λόγο είχε τόσο μεγάλη επιτυχία η “Μάντισσα”;
Γιατί ήταν η απόλυτη αλήθεια μου όταν το έκανα. Ήταν η αλήθεια που εγώ μπορούσα να διαχειριστώ, ένα βίντεο γυρισμένο με κινητό, εγώ βαμμένη μόνη μου, με τα μαλλιά μου όπως τα κάνω κάθε μέρα, με τις φίλες μου, με τα δικά μου ρούχα, να χορεύω στο δρόμο. Όχι υπερπαραγωγές, δεν ήμουν αυτό σε εκείνη τη φάση.
Οτιδήποτε δηλαδή αληθινό, φτάνει τόσο μαζικά στον κόσμο;
Ναι, έτσι πιστεύω.
Νέο υλικό γράφεις;
Ξέρεις, οι «Κούπες» ήταν ένα σοκ για μένα, ήταν το πρώτο πράγμα που είχα φτιάξει ποτέ, και ξαφνικά με ρωτούσε κόσμος αν είμαι εγώ που το τραγουδάω κι έλεγα «όχι!». Ντρεπόμουν, νευρίαζα, δεν ήξερα πώς να το διαχειριστώ. Ένα χρόνο μου πήρε να βρω τι θέλω και να γράψω κάτι νέο, τη «Μάντισσα» δηλαδή. Κάποια στιγμή με έπιασε μια άρνηση με όλο αυτό που συνέβη με τη «Μάντισσα» και είπα θα αφήσω να περάσει αυτό το κύμα και μετά θα κάνω ξανά κάτι. Αποφάσισα από νωρίς όμως ότι στο τριπάκι να κάνω τον κλόουν και να πηγαίνω όπου με φωνάζουν να κάνω τη «Μάντισσα», λες και είμαι πυροτέχνημα, δεν θα μπω. Είχα και έχω πολλές άλλες δουλειές να κάνω.
Φοβήθηκες το one hit wonder;
Αυτό μπορεί και να είναι αλήθεια, δεν ξέρω. Η J. K. Rowling σε μια ομιλία της λέει ότι όταν έγραψε το πρώτο Harry Potter κι έγινε χαμός, ένιωσε ότι η μεγαλύτερή της επιτυχία ήταν πλέον στο παρελθόν. Εγώ αισθανόμουν ότι εκείνη την ώρα ό,τι και να έβγαινα να πω, θα έτρεφε την εικόνα που είχει ο καθένας για μένα. Μου ζητούσαν συνεντεύξεις. Τι να πω για ένα τραγούδι; Και τι, ξαφνικά να ζούσα κι εγώ ότι έγινα κάποια, επειδή έγινε αυτό; Στο ξεκίνημα είμαι ακόμα.
Στη Eurovision θα πήγαινες;
Μου έκαναν πρόταση πέρσι, το σκέφτηκα για κάποιες ώρες και αρνήθηκα. Δεν είναι η φάση μου τώρα όλο αυτό. Θα έβγαινα τελείως έξω από το δρόμο μου, για να κάνω κάτι, με το οποίο θα ασχολιόμουν για έναν ολόκληρο χρόνο ώστε να γίνει σωστά.
Είσαι τελειομανής στη δουλειά σου;
Νιώθω ότι δεν μπορώ να τραγουδάω για να διασκεδάσω απλώς τον κόσμο. Παίζω μουσική επειδή κάπως συνδέομαι εγώ με αυτό. Αλλιώς είναι σαν να λέω ψέματα. Μου λένε, «έλα μωρέ, πες το, ένα τραγούδι είναι». Εγώ δεν μπορώ να γίνω παλιάτσος. Υπάρχει φυσικά κόσμος που γουστάρει να είναι entertainer και να είναι γαμάτος σε αυτό.
Δεν είσαι εσύ entertainer δηλαδή;
Μπορεί αυτό να είναι το αποτέλεσμα, αλλά εγώ δεν ξεκινώ με αυτό. Ξεκινώ με άλλα πράγματα, όχι απαραιτήτως μουσικά. Με πράγματα που με απασχολούν, για παράδειγμα το πώς οι άνθρωποι που βρίσκονται όλοι μαζί, μπορούν να ταιριάξουν.
Μιας και μιλάς για συνύπαρξη ανθρώπων, πώς θα περιέγραφες την ελληνική κοινωνία;
Έχουμε καλά και κακά όπως όλες οι κοινωνίες παντού. Ένα χαρακτηριστικό μας πάντως είναι ότι δεν έχουμε μάθει να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας. Αυτό είναι κάτι βαθιά ριζωμένο από τα οικογενειακά πρότυπα, όπου οι γονείς θέλουν να πληρώνουν για τα παιδιά τους, σε όποια ηλικία κι αν φτάσουν εκείνα. Εμένα η μαμά μου μόλις πριν από δύο χρόνια σταμάτησε να το κάνει αυτό, όταν της είπα «αν θες να με βοηθήσεις, μη μου ξαναδώσεις τίποτα.» Δεν μπορώ να περιμένω από τη μαμά μου να μου τα φέρνει έτοιμα γιατί μετά βγαίνω στη δουλειά και τα βρίσκω σκούρα. Δεν απογαλακτιζόμαστε. Και τι που υπάρχει κρίση; Πάντα κάτι θα υπάρχει. Όπως μου είχε πει μια φίλη, όταν προβληματιζόμουν για το τι θα κάνω, «είναι δύσκολες οι εποχές, αλλά δεν θα σταματήσουν να υπάρχουν μουσικοί, ούτε δικηγόροι, ούτε γιατροί.» Είναι στο χέρι σου να επιλέξεις τι θα κάνεις.
Κλείνοντας, μίλησέ μας για το “Yalla”, το τελευταίο σου πρότζεκτ, που θα παρουσιάσεις τις Κυριακές του Νοεμβρίου στο Six Dogs.
Το Yalla, που σημαίνει «Πάμε» στα αραβικά, είναι η εξέλιξη αυτού που κάνω με τις Fonés. Εξακολουθεί να υπάρχει το στοιχείο της World music με πολύ πιο χορευτικά στοιχεία, πιο τολμηρά, στοιχεία urban, ηλεκτρονικά. Είναι η κορύφωση της προσπάθειάς μου να αφηγηθώ την κατάργηση των μουσικών συνόρων και των στιλ. Το concept είναι πολύχρωμο. Έχω σχεδόν αντανακλαστικά την εμμονή να αποδείξω ότι όλα ταιριάζουν, ότι όλα γίνονται. Οπότε μη μου πεις ότι αυτό δεν ταιριάζει με το άλλο, θα πάω να το κάνω μόνο και μόνο από αντίδραση!