Στην πρόβα: «Ποιος σκότωσε το σκύλο τα μεσάνυχτα;» στο Θέατρο Τζένη Καρέζη – Ενας ύμνος στο διαφορετικό
Δύο εβδομάδες πριν από την πρεμιέρα της παράστασης ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ανοίγει την πρόβα στη σκηνή του θεάτρου «Τζένη Καρέζη» και μαζί με τους πρωταγωνιστές του Μαρία Καλλιμάνη, Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Θέμη Πάνου, Μαρία Κατσανδρή και Γιάννη Νιάρρο φτιάχνουν και σχολιάζουν το πορτρέτο μιας κοινωνίας που έχει μικρή ανοχή στη διαφορετικότητα.
Τέρμα Ακαδημίας. Η’ μάλλον αρχή. Η κινητικότητα στο υπουργείο Εξωτερικών δεν εμποδίζει να δεις τις αφίσες που έχουν εγκατασταθεί στην πρόσοψη του γειτονικού «Τζένη Καρέζη». Κάτι έχει αλλάξει. Εικοσιένα χρόνια μετά από την πρώτη του σκηνοθεσία στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος δοκιμάζει (πλην των συνεργασιών του με το Εθνικό Θέατρο και το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου) την πρώτη του σκηνοθεσία εκτός έδρας.
Βασισμένος σ’ ένα έργο που έρχεται σε συνέχεια των σκηνοθεσιών του πάνω σε σύγχρονα ζητήματα διαφορετικότητας και κοινωνικής συνοχής – το «Ποιος σκότωσε το σκύλο τα μεσάνυχτα;» του Μαρκ Χάμπτον (σε διασκευή Σάϊμον Στίβενς) – επιστρέφει μετά από εννιά χρόνια στη συνθήκη πολυμελών θιάσων σε κλειστό θέατρο. Ολοι – οι Γιάννης Νιάρρος, Μαρία Καλλιμάνη, Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Θέμης Πάνου, Μαρία Κατσανδρή, Θύμιος Κούκιος, Γιώργος Γιαννακάκος, Βάσια Χρήστου, Σπύρος Κυριαζόπουλος – τον περιμένουν κιόλας στο φουαγιέ για την έναρξη της πρόβας.
Φωτογραφία: Ελίνα Γιουνανλή
Γεύση από πρόβα
Κύβοι από λευκό ματ πλέξι γκλας τοποθετημένοι σε συστάδες καταλαμβάνουν το χώρο της σκηνής του «Τζένη Καρέζη». Γύρω τους με την καθοδήγηση της χορογράφου Σοφία Μαυραγάνη κινείται εν συνόλω ο εννιαμελής θίασος του «Ποιος σκότωσε το σκύλο τα μεσάνυχτα» – Γιάννης Νιάρρος, Μαρία Καλλιμάνη, Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Θέμης Πάνου, Μαρία Κατσανδρή, Θύμιος Κούκιος, Γιώργος Γιαννακάκος, Βάσια Χρήστου, Σπύρος Κυριαζόπουλος.
Δοκιμάζοντας αυτοσχεδιαστικά διάφορες λύσεις που θα νοηματοδοτήσουν την καλύτερη αφήγηση στο κοινωνικό δράμα μυστηρίου, συνειδητοποιεί κανείς πόσο κρίσιμη είναι η κάθε λεπτομέρεια για τη ροή μιας παράστασης. Πόσω μάλλον, όταν η συγκεκριμένη παράσταση διακρίνεται σε 58 σύντομες σκηνές. Σε μια από αυτές, η Μαρία Καλλιμάνη ξεπηδά από τη φαντασία του γιου της (Γιάννης Νιάρρος), ένα ευτυχισμένο πρωϊνό δίπλα στη θάλασσα. Στην επόμενη, ο Θέμης Πάνου στο ρόλο του πατέρα, διαφωνεί με το έφηβο αγόρι ρίχνοντας το με βία στο έδαφος. Χωρίς χρονική σειρά, ακροβατώντας ανάμεσα στη μνήμη, τη φαντασία και την πραγματικότητα, η πρόβα συνεχίζεται με τη μια σκηνή να διαδέχεται την άλλη.
Γιάννης Νιάρρος, Θέμης Πάνου, Βάσια Χρήστου, Γιώργος Γιαννακάκος, Θύμιος Κούκιος και Μαρία Καλλιμάνη περιβάλλουν το σκηνοθέτη Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο.
Το έργο
Δεκαπέντε χρόνια πριν, ο Μαρκ Χάμπτον θα έγραφε ένα μυθιστόρημα που έμελλε να αποτελέσει μεγάλη συγγραφική επιτυχία και να αποσπάσει πολλές διακρίσεις. Το ίδιο υλικό, διασκευασμένο από τον Σάιμον Στίβενς, θα συναντούσε εξίσου θερμή υποδοχή και στην αγγλική σκηνή, κάνοντας μια κατάδυση στον κόσμο του 15χρονου Κρίστοφερ Μπουν∙ ενός εφήβου με σύνδρομο Ασπεργκερ (νόσο στο φάσμα του αυτισμού) που αποφασίζει – παρά τη δυσκολία του να καταλάβει τους ανθρώπους και τον κόσμο που τον περιβάλλει – να λύσει το μυστήριο της βίαιης δολοφονίας ενός σκύλου… Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος μετακομίζει για πρώτη φορά εκτός Θεάτρου του Νέου Κόσμου, μ’ ένα έργο στα πρότυπα των κειμένων που τον απασχολούν σταθερά «έργο σύγχρονο, που αφουγκράζεται την εποχή και το πολιτικο-κοινωνικό τοπίο, έναν ύμνο στο διαφορετικό», όπως λέει.
Το αγόρι με τις ειδικές δεξιότητες – είναι διάνοια στα μαθηματικά και στη γεωγραφία, αγαπά τα αστυνομικά μυθιστορήματα και το κόκκινο χρώμα μα είναι και ιδιαίτερα επιφυλακτικός στην ανθρώπινη επαφή – γίνεται ο καθρέφτης μιας κοινωνίας που λογίζεται ως «κανονική».
«Το έργο έχει μια βαθιά ανθρωπιά γιατί μας επιτρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως το ‘μη κανονικό’ είναι επίσης ανθρώπινο, το μη κανονικό είναι κομμάτι της ανθρωπινότητας μας, όσο κι αν συνηθίζουμε να θυμώνουμε με αυτό», παρατηρεί ο Θέμης Πάνου.
Μαρία Κατσανδρή, Γιάννης Νιάρρος (Φωτογραφία: Ελίνα Γιουνανλή).
Σε μια εποχή που, δυστυχώς, διαπραγματεύεται από την αρχή τις ιδέες της, η ιστορία του Κρίστοφερ Μπουν είναι μια «σμίκρυνση της εποχικής βίας» λέει ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος. «Η ευκολία με την οποία γινόμαστε αγρίμια απέναντι σε όσους δεν μας μοιάζουν είναι τρομακτική».
Ο σκύλος του Χάμπτον λειτουργεί, για την πρωταγωνιστική ομάδα, ως ένα σύμβολο· σύμβολο διαφορετικότητας, καθαρότητας, ενστίκτου. Συνεπώς ο φόνος του σκύλου «είναι συνώνυμος με το τέλος αυτών των αξιών και συνεπώς όλοι είμαστε υπεύθυνοι γι’ αυτό το φόνο» λέει η Μαρία Κατσανδρή. Παρόλα αυτά, ο Γιώργος Γιαννακάκος βρίσκει πως πρόκειται για ένα αισιόδοξο έργο με την έννοια πως «ξεσκεπάζει όλους όσοι συγκεντρώνονται γύρω από το διαφορετικό. Είναι ένα κείμενο αποκάλυψη για τον αυτισμό του νορμάλ».
Μέσα από μια αποσπασματική φόρμα όπου οι σκηνές είναι σύντομες και διαδοχικές, χωρίς σαφή χρονική ροή, ο συγγραφέας προσπαθεί να αναπαραστήσει τον άναρχο τρόπο σκέψης ενός παιδιού με Ασπεργκερ. «Το έργο ισορροπεί ανάμεσα στο ρεαλισμό και τη φαντασία. Κι έχει τη σκληρότητα που θα συναντούσαμε στο σινεμά του Σπάικ Λι και του Κεν Λόουτς» διαπιστώνει η Μαρία Καλλιμάνη και η Αλεξάνδρα Αϊδίνη προσθέτει «είναι τόσο ρεαλιστικό όσο “Η αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού” του Τσάρλι Κάουφμαν».
Αλεξάνδρα Αϊδίνη. (Φωτογραφία: Ελίνα Γιουνανλή)
Οι ρόλοι – Οι ηθοποιοί
Σπάνιο φαινόμενο για ένα θεατρικό έργο να καταπιάνεται θεματικά με το φάσμα του αυτισμού· και είναι ακριβώς αυτή η συνθήκη που ανεβάζει το βαθμό δυσκολίας στο υποκριτικό πλαίσιο, όπως επισημαίνει και ο Γιάννης Νιάρρος, ο ηθοποιός που ενσαρκώνει τον Κρίστοφερ Μπουν. «Είναι πολύ ενδιαφέρον να προσπαθήσουμε να καταγράψουμε πως ένα παιδί με αυτισμό αντιμετωπίζει τον κόσμο, αποφεύγοντας τις στερεοτυπικές λύσεις», λέει. Τα συμπεριφορικά χαρακτηριστικά του ήρωα του – η ειλικρίνεια, η αθωότητα, η καθαρότητα – εκθέτουν δυναμικά τα υπόλοιπα πρόσωπα που συνθέτουν το κοινωνικό του περιβάλλον και «αποκαλύπτουν το δικό μας βαθμό αναπηρίας που άλλοτε είναι προφανής κι άλλοτε όχι» όπως παρατηρεί η Μαρία Κατσανδρή η οποία εμφανίζεται στο ρόλο της γειτόνισσας, ο σκύλος της οποίας δολοφονείται βίαια. Γι’ αυτό οι ήρωες του Χάμπτον παίρνουν αντιηρωϊκή διάσταση.
Εκτός από την ιδιαιτερότητα της θεματικής του, η ιδιαιτερότητα της δομής του κειμένου, κατασκευάζει αποσπασματικά τα προφίλ των ηρώων κι αυτό ενέχει μια ακόμα πρόκληση. «Απαιτεί από εμάς μεγαλύτερη ακρίβεια» εξηγεί η Μαρία Καλλιμάνη από το ρόλο της μητέρας του Κρίστοφερ Μπουν. «Ωστόσο, οι ήρωες είναι συμπαγέστατοι. Μέσα στο έργο εξελίσσονται διαρκώς και μ’ έναν τρόπο καταφέρνουν στην πορεία της πλοκής, να επανορθώσουν». Για το Θέμη Πάνου – υποδύεται τον πατέρα του Κρίστοφερ – αυτή η διαδρομή τους προς την επανόρθωση είναι εξαιρετικής σημασίας αφού «ως κοινωνία έχουμε ένα μεγάλο θέμα με τα κρυμμένα μας τραύματα. Είναι ανάγκη να μετακινηθούμε κάπως προς την επούλωση τους».
Μαρία Καλλιμάνη, Σπύρος Κυριαζόπουλος. (Φωτογραφία: Ελίνα Γιουνανλή)
Η σκηνοθεσία
Η ακροβασία του έργου ανάμεσα στο ρεαλισμό και τη φαντασία είναι τόσο το στοιχείο της “επικινδυνότητας” όσο και της γοητείας να το σκηνοθετήσεις. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος χαρακτηρίζοντας το τελικά «ένα ιδανικό υλικό αφού με απελευθερώνει από πιθανές δεσμεύσεις και με οδηγεί εκεί όπου βασίζεται το θέατρο, στο παιχνίδι». Ανοιχτό σε πειραματισμούς και προτάσεις και με την ευχή οι επιλογές του να είναι οι σωστές, ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί – όπως πάντα εξάλλου – ελάχιστα οπτικά μέσα προκειμένου να εστιάσει «στα ανθρώπινα χρώματα» του κειμένου.
Γιάννης Νιάρρος. (Φωτογραφία: Ελίνα Γιουνανλή)
Η αισθητική ματιά
«Τ’ αστέρια είναι εκεί όπου δημιουργήθηκε η ζωή πριν από χιλιάδες χρόνια» λέει ο Κρίστοφερ Μπουν κι αυτή η φράση μοιάζει να τροφοδοτεί τη σκέψη της Μαγδαληνής Αυγερινού. Υπακούοντας στον κώδικα αυστηρής λιτότητας που χαρακτηρίζει τις σκηνοθεσίες του Θεοδωρόπουλου, η σκηνογράφος δημιουργεί μια σκηνή με τη μορφή black box, βάφει τη σκηνή μπλε και διασπείρει κύβους φτιαγμένους από πλέξι γκλας (φωτισμένους εξωτερικά από το Σάκη Μπιρμπίλη). Αυτό είναι το σύμπαν της παράστασης που παραπέμπει στο αστρικό σύμπαν – το οποίο και λατρεύει ο ήρωας του Χάμπτον – γύρω από το οποίο περιστρέφονται με μεγάλη ακρίβεια (σχεδιασμός κίνησης Σοφία Μαυραγάνη). Την ίδια ώρα, ελάχιστα είναι τα ρεαλιστικά σκηνογραφικά στοιχεία που αναλαμβάνουν ενίοτε να γειώνουν την πλοκή στο ρεαλισμό.