Γυναίκες που περάσατε από δω
Δύο άνδρες αναλαμβάνουν μια παράξενη υποχρέωση: να φυλάξουν τσίλιες έξω από ένα παλιό σπίτι Αθηναϊκής συνοικίας, στο οποίο γίνονται παράνομες εργασίες ώστε να προστεθεί ένα δωμάτιο. Μπροστά από τους δυο στωικούς ήρωες, θα περάσουν διάφοροι χαρακτήρες, που κοντοστέκονται και κουβαλάνε μαζί τους αφηγήσεις.
Λίγοι σκηνοθέτες γνωρίζουν να βάζουν την ποίηση δίπλα στην μονότονη ρουτίνα, τον ερωτισμό πλάι στην καθημερινότητα, το χιούμορ μαζί με το δράμα, όλα αυτά μέσα στο ίδιο καρέ, όπως ο Σταύρος Τσιώλης.
Με αφορμή μια μικροκομπίνα δύο τσιλιαδόροι φυλάνε το…. κενό (δεν βλέπουμε ποτέ το αμαρτωλό σπίτι) αλλά ο φόβος της απάτης τους κρατά ενωμένους παρότι ο Λίτσης δείχνει φευγάτος κάθε φορά που κάποιοι περίεργοι περνούν από μπροστά τους καθώς μπορεί να είναι της πολεοδομίας που παριστάνουν τους αθώους διαβάτες για να συλλάβουν τους παρανομούντες.
Η ταινία κυλάει ρυάκι σαν ένα πετυχημένο και διασκεδαστικό ανέκδοτο. Ο τρόπος του Τσιώλη δεν χωράει παρερμηνείες. Τον ενδιαφέρουν οι απλοί άνθρωποι και οι μικρές ιστορίες. Κάποιες αναπόφευκτα έχουν περισσότερο ενδιαφέρον από τις υπόλοιπες. Κάποιες θυμίζουν φαντάσματα αλλοτινών εποχών που η τρυφερή ματιά του σκηνοθέτη τις μεταμορφώνει σε ανοιχτές πληγές ή ανεκπλήρωτα όνειρα. Πάνω από όλα όμως τιμά τις αγαπημένες του γυναίκες.
Μετά από αρκετά χρόνια ο κύκλος που άνοιξε με το «Παρακαλώ γυναίκες μην κλαίτε» και συνεχίστηκε με το «Ας περιμένουν οι γυναίκες» επιτέλους κλείνει. Με τον αθώο και συναισθηματικό τρόπο.