Σαν σήμερα, 19 Δεκεμβρίου 1915, γεννιέται η Εντίθ Πιάφ
Η Εντίθ Τζοβάνα Γκασιόν ή αλλιώς Εντίθ Πιάφ, υπήρξε η συγκλονιστικότερη γυναικεία φωνή της Γαλλίας.
Γεννήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 1915 κάτω από μια λάμπα υγραερίου. Πατέρας της ήταν ο Λουί Αλφόνς Γκασσιόν, ακροβάτης του δρόμου και μητέρα της η Ανιτά Μεγιάρ λυρική τραγουδίστρια, γνωστή με το ψευδώνυμο Line Marsa. Λίγες εβδομάδες μετά τη γέννησή της, η μητέρα της την εγκατέλειψε και τα πρώτα χρόνια της τα πέρασε δίπλα στη γιαγιά της, από την πλευρά της μητέρας της.
Το 1917 και ενώ ο πατέρας της δούλευε ως ακροβάτης σε τσίρκο, αποφάσισε να την πάει στη δική του μητέρα, η οποία ήταν ιδιοκτήτρια οίκου ανοχής και ζούσε στον Μπερνέ της Νορμανδίας. Δυο χρόνια αργότερα η Εντίθ αρρωσταίνει από μια πάθηση στον εγκέφαλο και τυφλώνεται προσωρινά για δυο χρόνια, όπου και γιατρεύεται χωρίς την βοήθεια γιατρού. Σε ηλικία μόλις 7 ετών, η Εντίθ ακολουθούσε τον πατέρα της στις περιοδείες που έκανε με το τσίρκο γυρνώντας όλη τη Γαλλία. Στα 9 της άρχισε να τραγουδάει στους δρόμους και ενώ ο πατέρας της την προόριζε για ακροβάτισσα, σχεδόν αμέσως αντιλήφθηκε πως η κόρη του είχε «Όλο το ταλέντο στο λαιμό και καθόλου στο κορμί», όπως έλεγε χαρακτηριστικά.
Στην ηλικία των 15 και ενώ έχει γνώση του ταλέντου της, η Εντίθ αποφασίζει να αφήσει τον πατέρα της και να ζήσει στο Παρίσι τραγουδώντας στους δρόμους. Δύο χρόνια αργότερα συναντά τον Λουί Ντυπόν, με τον οποίο ζουν μαζί για ένα χρόνο και αποκτούν ένα κοριτσάκι την Μαρσέλ, που πεθαίνει από μηνιγγίτιδα σε ηλικία 2 ετών. Εκείνη συνεχίζει να τραγουδάει στους δρόμους της Πιγκάλ, όπου γνωρίζει τον διευθυντή του πιο κομψού παρισινού καμπαρέ στα Ηλύσια Πεδία, του Λουί Λεπλέ. Υπογράφει συμβόλαιο μαζί της και τη βαφτίζει «Môme Piaf» που σημαίνει μικρό σπουργίτι. Το 1935 λοιπόν, βγάζει και τον πρώτο της δίσκο. Λίγο αργότερα όμως, ο μέντοράς της δολοφονείται και η ίδια κατηγορείται πως γνωρίζει τον δολοφόνο, αλλά δεν τον καταδίδει. Αν και αθωώθηκε με τη βοήθεια ενός νέου συντρόφου, του τραγουδοποιού Ρεμόν Ασό, που είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της, φεύγει για να ζήσει στην επαρχία, αλλά επιστρέφει στο Παρίσι το 1937.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Εντίθ πραγματοποιεί συναυλίες για αιχμαλώτους πολέμου. Γύρω στα 23 της χρόνια είναι πλέον μια μεγάλη προσωπικότητα και γυρίζει την πρώτη της ταινία, που θριαμβεύει. Από τότε συνεχίζει μια πετυχημένη καριέρα και κάνει μια έντονη ζωή, δίπλα σε αρκετούς συντρόφους. Στα 30 της ερωτεύεται τον Υβ Μοντάν και αναλαμβάνει να στήσει την καριέρα του. Στα τέλη του 1945, γράφει μόνη της την τεράστια επιτυχία της “La vie en rose“, που στην αρχή περνά απαρατήρητη. Καθ’ όλη την καριέρα της γράφει περίπου 80 τραγούδια.
Γνωρίζει μεγάλες δόξες και στη Νέα Υόρκη, όπου ερωτεύεται τον βασιλιά του μποξ, Μερσέλ Σερντάν και ζουν ένα από τα πιο φημισμένα ρομάντζα της εποχής. Ο ξαφνικός θάνατος του Σερντάν σε αεροπορικό δυστύχημα, το 1949, βυθίζει την Πιάφ σε κατάθλιψη, που ποτέ δεν ξεπερνά πραγματικά. Το 1951 έχει δύο σοβαρά τροχαία, ενώ μετά το δεύτερο οι γιατροί της δίνουν για καιρό μορφίνη, στην οποία εθίζεται. Η Πιάφ την ανακατεύει μαζί με αλκοόλ, χειροτερεύοντας έτσι την ήδη κακή κατάσταση της υγείας της.
Το 1952, παντρεμένη με τον τραγουδιστή Ζακ Πιλ, στην πεντηκοστή περιοδεία της στην Αμερική, σε κάποια ρεσιτάλ της συνοδεύεται στο πιάνο από τον νεαρό τότε, Ζιλμπέρ Μπεκώ. Εκείνη την εποχή ακολουθεί πολλές θεραπείες αποτοξίνωσης, μα οι ουσίες την έχουν καταβάλει. Παρ’ όλα αυτά, κάνει εξαιρετικές ηχογραφήσεις. Τα επόμενα δύο χρόνια μένει κλεισμένη σπίτι της σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Το 1958 ζει μια ακόμα έντονη σχέση δίπλα στον νεότερο τραγουδιστή και συνθέτη Ζωρζ Μουστακί, ο οποίος το 1959 συνθέτει γι αυτήν το τραγούδι “Milord“ που κυκλοφόρησε το 1960 και λίγο αργότερα γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Άλλο ένα σοβαρό τροχαίο αποδυναμώνει περισσότερο την Πιάφ. Μετά από λίγους μήνες καταρρέει κατά τη διάρκεια κονσέρτου της σε κατάμεστη αίθουσα της Νέας Υόρκης.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και σε ένα κονσέρτο στη Στοκχόλμη καταρρέει ξανά επάνω στη σκηνή και η διάγνωση των γιατρών είναι ανίατος καρκίνος. Η Πιάφ δεν το βάζει κάτω και συνεχίζει να εμφανίζεται κάνοντας περιοδείες όπως και πριν, συνοδευόμενη όμως από μια νοσοκόμα που της χορηγεί μορφίνη για τους πόνους.
Το 1960 τραγουδά με επιτυχία το «Non, Je Ne Regrette Rien» («Όχι, δεν μετανιώνω για τίποτα») του Σαρλ Ντυμόν και συνεχίζει να θριαμβεύει τραγουδώντας, παρότι συχνά τρεκλίζει και παραπατά στη σκηνή. Το καλοκαίρι του 1961, γνωρίζει τον κατά πολύ νεότερό της, τελευταίο της έρωτα, τον Έλληνα Θεοφάνη Λαμπουκά, που τον βαπτίζει «Τεό Σαγαπό» και τον παντρεύεται τον Οκτώβριο του 1962 (στα 46 της εκείνη και 26 εκείνος). Εκείνο το καλοκαίρι παίρνει επίσης το πρώτο βραβείο της Ακαδημίας Charles Crοs για το σύνολο της καριέρας της.
Η Εντίθ Πιάφ σβήνει την ίδια μέρα με τον φίλο της Ζαν Κοκτώ, στις 10 Οκτωβρίου 1963, μόλις στα 48 της χρόνια, στο Plascassier, κοντά στο Grasse από κίρρωση του ήπατος. Ο σύζυγός της μεταφέρει την ίδια ημέρα του θανάτου της τη σορό της στη «δική της πόλη», το Παρίσι. Ο τάφος της βρίσκεται στο παρισινό Κοιμητήριο Περ Λασαίζ.