MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ

Ποια συναυλία του 2018 σας έμεινε αξέχαστη;

Ρωτήσαμε οκτώ ανθρώπους διαφόρων ειδικοτήτων, που τους ενώνει μια μεγάλη αγάπη

author-image Βαρβάρα Σαββίδη

Άνθρωποι που ζουν για τη μουσική, είτε παίζοντας, είτε γράφοντας για αυτή, είτε απολαμβάνοντάς τη, κι άλλοι που “λιώνουν” τα παπούτσια τους στα live, που τους συναντάς σχεδόν σε κάθε μουσικό γεγονός της πόλης, που αγαπούν με πάθος τη συναυλιακή εμπειρία κι έχουν κάνει πολλά χιλιόμετρα εντός και εκτός Ελλάδας για να δουν τις μπάντες που αγαπούν. Αυτά είναι τα πρόσωπα στα οποία ζητήσαμε να κάνουν τη δύσκολη δουλειά του να ξεχωρίσουν μια μόνο από τις συναυλίες που παρακολούθησαν φέτος, είτε στη χώρα μας, είτε στο εξωτερικό, και να μας μεταφέρουν την αίσθηση που τους άφησαν.

Απολαύστε τους – με την ευχή για ένα ακόμη καλύτερο συναυλιακά 2019!

Άγγελος Αϊβάζης / Pelion Rivers
Μουσικός

“Parklife: Planet of Zeus w/ Supersoul, Whereswilder, Tuber” / Αθήνα

Μια γιορτή του εγχώριου αγγλόφωνου σκληρού ήχου. Δε θα σταθώ στην αρτιότητα των συμμετεχόντων. Με την πορεία τους και το ήθος τους το έχουν αποδείξει περίτρανα, αρκετά χρόνια τώρα.

Θα γράψω όμως για το στοιχείο εκείνο που έκανε την εκδήλωση αυτή ξεχωριστή και σίγουρα άξια αναφοράς. Αυτό δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι για χρόνια ακόμα θα αναφερόμαστε στη βραδιά εκείνη ως μία επιστέγαση των προσπαθειών, των χιλιομέτρων, αλλά και του επαγγελματισμού της ομάδας των PoZ και κατ επέκταση όλων των υπολοίπων συγκροτημάτων.

Κάποιοι λένε για 8 με 9 χιλιάδες κόσμου. Προσωπικά θα πω σημεία των καιρών: σημείο ότι τα airplays των παραδοσιακών μέσων δεν έχουν στην πραγματικότητα αντίκρισμα. Σημείο ότι οι νέοι άνθρωποι μαθαίνουν από στόμα σε στόμα για τις μπάντες που κάνουν καλό λάιβ. Σημείο ότι ο κόσμος πλέον νιώθει μέρος της παρέας της μπάντας, τους ξέρει με το μικρό τους όνομα. Σημείο ότι κάτι αντίστοιχο δεν είχε καταγραφεί, πόσο μάλλον από μπάντες που δεν μιλούν τη μητρική μας, από την εποχή του διπόλου Τρύπες / Ξύλινα Σπαθιά. Και όλα αυτά τα σημεία, για καλή μας τύχη, είναι θετικά.

Και εις άλλα με υγεία και εις ανώτερα.

Κωνσταντίνος Δημόπουλος
Head of Digital στην Tribe

Pearl Jam / MadCool Festival / Μαδρίτη 

Δώδεκα χρόνια μακριά από την αγαπημένη σου μπάντα είναι πολλά, πάρα πολλά. Και μόλις δώδεκα λεπτά μαζί τους σε κάποιο προάστιο της Μαδρίτης, ένα απόγευμα καλοκαιριού, είναι αρκετά για να επιβεβαιώσεις στο ακέραιο αυτό το συναίσθημα. Με τον πιο εμφατικό τρόπο.

Οι Pearl Jam δεν είναι πια τα ταλαντούχα πιτσιρίκια που στα early 90’s ταρακούνησαν τον τότε μουσικό κόσμο, αυτόν που έμοιαζε να έχει σαν κέντρο του το Σιάτλ. Οι Pearl Jam είναι ένα σύνολο ξεχωριστών μουσικών προσωπικοτήτων που αντλούν “ζωή” ο ένας από τον άλλο, την μετατρέπουν σε hard-rock και τη μοιράζονται απλόχερα με το κοινό. Kοινό που ανατριχιάζει στις πρώτες νότες του Release, χάνει τη φωνή του στο ρεφρέν του Even Flow, βουρκώνει στο Black και ξεσπά σε λυγμούς στο State of Love and Trust. Κοινό που -12 χρόνια μετά- δίνει εκ νέου υπόσχεση, να μην ξαναφήσει τον χρόνο να κρατήσει μακριά την αγαπημένη του μπάντα…

Μαρία Μαρκουλή
Δημοσιογράφος

O Nick Cave στην Πλατεία Νερού

Nερό και αέρας, μαύρα σύννεφα στην Πλατεία Νερού / που πιο …Νερού δεν είχε εκείνη την μέρα/ να φεύγαμε; να μέναμε; Πόσο θα κρατούσε η καταιγίδα; Θα συνεχιζόταν το φεστιβάλ; Το Ejekt ολόκληρο κρεμόταν σε μια βρεγμένη κλωστή. Πώς θα στέγνωνε τόσο νερό;

Δυο ώρες αργότερα, μεσάνυχτα, βγαίνει ο Cave με τους Bad Seeds στη σκηνή και μετουσιώνει το αψεγάδιαστο live του σε μεταφυσική εμπειρία. «Ζωντανεύει» τα τραγούδια και τις ιστορίες τους (κάποια από αυτά που τον έχουμε δει συγκλονιστικά να ερμηνεύει μέσα στα χρόνια) σαν καινούργιες οντότητες που έρχονται να μας συναντήσουν.

Δεν θα έφευγε κανείς- είμαι σίγουρη- αν κάπου προς το τέλος, ανάμεσα στις απίθανες στιγμές του «ανκόρ» άρχιζε και πάλι να ρίχνει νερό με το τσουβάλι. Θα μέναμε εκεί και ο Cave νομίζω. Να είσαι καλά, φίλε και see you next time soon.

Γιώργος Μουχταρίδης
Διευθυντής Radio Pepper 96.6

Asaf Avidan / Richard Ashcroft / Calexico // Αθήνα

Ούτε ένα, ούτε δύο, αλλά τρία live, καλλιτεχνών που μου άφησαν έντονες εντυπώσεις και πιθανόν τη διάθεση να τους ξαναδώ ζωντανά:

Ο Asaf Avidan στο Μέγαρο Μουσικής (16 Μαρτίου) έδειξε για άλλη μια φορά πόσο ισχυρός τραγουδοποιός/παραμυθάς είναι, αφού με τη μοναδική  φωνή του (ακούγεται σαν Ντόναλντ Ντακ που παίρνει Πρόζακ), τις κιθάρες, τις λούπες και τις προσωπικές ιστορίες, μάγεψε για άλλη μια φορά το κοινό του, που τον ακολουθεί πιστά και φανατικά. Και έχει πολύ σοβαρούς λόγους που το κάνει. Στη δεκαετία του 60 έλεγαν ότι αν ένας πιτσιρικάς από την εργατική τάξη ήθελε να ξεφύγει από τη μοίρα του, έπρεπε να γίνει είτε ποδοσφαιριστής, είτε μουσικός!

Το live του Richard Ashcroft στο Release (30 Μαΐου) ήταν το καλύτερο του φεστιβάλ και μια από τις πιο τίμιες εμφανίσεις σπουδαίου Άγγλου ροκ καλλιτέχνη στη χώρα μας. Με ένα εμπνευσμένο ρεπερτόριο που χαρακτήρισε μοναδικά τα 90’s και τα 00΄s (άνοιξε τη συναυλία του με το Sonnet!) o Ashcroft ίδρωσε τη φανέλα του και τίμησε το κοινό του με ένα παθιασμένο, αψεγάδιαστο και καταιγιστικό live,  μοιάζοντας τόσο με μουσικό του ροκ εν ρολ, όσο και με ποδοσφαιριστή. Α…, η μεγάλη παράδοση της παθιασμένης Αγγλίας!

Calexico and Friends στο Ηρώδειο, (3 Ιουλίου), ένα live που ξεχώρισε και από την τρομερή σύμπραξη των Calexico με τους Takim, και από τα μεγάλα κέφια των ίδιων των Calexico που πηγάζουν από την αγάπη που έχουν για το ελληνικό κοινό και από το δέος που ένιωθαν παίζοντας κάτω από την Ακρόπολη. Η στιγμή που οι μουσικές των νοτιοδυτικών συνόρων των ΗΠΑ συναντούν τις μουσικές των νοτιοανατολικών συνόρων της Ελλάδας, όπου ρυθμοί και μελωδίες “λιώνουν” και γίνονται ένα, είναι η στιγμή που επιβεβαιώνουν περίτρανα ότι η γλώσσα της μουσικής είναι μία, παγκόσμια και δεν γνωρίζει σύνορα. Και είναι μια στιγμή (10λεπτη) που δεν θα ξεχάσω ποτέ!

Φωτογραφία: Αφροδίτη Ζαγγανά | Release Athens Festival

Νίκη Ξένου
Καλλιτεχνική Συνεργάτιδα Ανάπτυξης – Εθνική Λυρική Σκηνή

Kraftwerk / Αθήνα

Ο Μάρτιος του 2018 μοιάζει σαν μακρινό όνειρο. Προσπαθώ να τηλε-μεταφέρω τις αισθήσεις μου στο ημερολογιακό σημείο Σάββατο 3 Μαρτίου. Δεν είχα σκοπό να πάω σε αυτή τη συναυλία, η Δ. με έπεισε ότι δεν πρέπει να χάσω αυτό το δια γαλαξιακό ταξίδι και μου εξασφάλισε την κάρτα επιβίβασης. Έτσι βρέθηκα, για δεύτερη φορά, μπροστά από το οπτικοακουστικό θαύμα που ακούει στο όνομα Kraftwerk.

Στην είσοδο του κλειστού γηπέδου Tae Kwon Do πήραμε τα 3-D γυαλιά και ανεβήκαμε τα σκαλιά, εκεί ένα τρισδιάστατο υπερηχητικό χέρι μας τράβηξε για περίπου 2 ώρες στο σύμπαν των Γερμανών που άλλαξαν την ιστορία της σύγχρονης μουσικής. Συνταξιδιώτες μας αμέτρητο πλήθος θεατών που φωσφόριζαν σε μια πειθαρχημένη συμμετρία και πλήρη σύμπνοια με το ατμοσφαιρικό σκηνικό. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα αναπτύχθηκε και παρουσιάστηκε πρώτη φορά στο πλαίσιο του μεγάλου αφιερώματος που έκανε το Μουσείο σύγχρονης τέχνης της Νέας Υόρκης (MoMA) στο συγκρότημα το 2012. Το σετ λιστ περιλάμβανε κομμάτια από όλο τα φάσμα της 48χρονης καριέρας τους όπως τα The man machine, Radioactivity, The Model, Trans Europe Express και The Robots.

Στη διάρκεια του ταξιδιού κάναμε φυσικά και τον γύρο της Γαλλίας, ενώ μαγικότερη στιγμή του Live ήταν όταν ιπτάμενοι δίσκοι προσγειώθηκαν στον Παρθενώνα. Είτε φορούσες τα 3D γυαλιά σου, είτε όχι, η αίσθηση ήταν ίδια, ταξίδευες σε έναν κόσμο που η βαρύτητα έχει χαθεί και ένιωθες να αιωρείσαι σε ένα σύμπαν από χρώματα με ηχητικά χνούδια να σε χαϊδεύουν απαλά. Όταν ο Ralf Hutter, το μοναδικό εναπομείναν μέλος από την ιδρυτική ομάδα των Kraftwerk, υποκλίθηκε τελευταίος, το χειροκρότημα του κοινού κράτησε αιώνες.

Και μετά μείναμε για κάποια λεπτά χαμένοι να περιμένουμε να ολοκληρωθεί η διαδικασία αποσυμπίεσης για να επιστρέψουμε στην ροή της μουντής αθηναϊκής νύχτας.

Τίνα Παππά
Επικοινωνία – Δημόσιες Σχέσεις

Chemical Brothers / Αθήνα

Παρά τις πολλές συγκινήσεις της χρονιάς (ήταν καλό το 2018, από συναυλιακής άποψης), το δικό μου #1 live ήταν των Chemical Brothers, στις 8/9. Γιατί το ντουέτο των Tom Rowlands και Ed Simons ήταν πιο εκρηκτικό απ’ όσο ελπίζαμε, γιατί το big beat έχει ακόμη τη θέση του στην καρδιά μας, γιατί έκανε εμάς τους 40plus να χορέψουμε όπως στις αρχές των nineties, γιατί τo καθηλωτικό visual show (που υπέγραφαν οι 2 γκουρού του είδους και μόνιμοι συνεργάτες τους, Marcus Lyall και Adam Smith) ήταν πέραν κάθε περιγραφής ό,τι καλύτερο έχουμε δει τα τελευταία πολλά χρόνια. Τα χαμόγελα και τα βλέμματα στην έξοδο ήταν ενδεικτικά…

Νίκος Ροσσολάτος
Εμπορικός Διευθυντής, Στέγη Ιδρύματος Ωνάση

The Good, the Bad & the Queen / Λονδίνο

Πριν από λίγες εβδομάδες, στο Evolutionary Arts Hackney (EartH) που λειτουργεί σε ένα Art Deco κτήριο -πρώην κινηματογράφο- του 1936 στο Ανατολικό Λονδίνο, παρακολούθησα ζωντανά ένα κατεξοχήν supergroup: τον Damon Albarn (Blur, Gorillaz), τον Paul Simonon (Clash), τον Simon Tong (Verve) και τον Tony Allen (συνδημιουργό της Afrobeat, έναν από τους σημαντικότερους drummers όλων των εποχών), πλαισιωμένους από ένα κουαρτέτο εγχόρδων, έναν οργανίστα και έναν περκασιονίστα.

Είναι αδύνατον να περιγράψω το συναίσθημα του να βλέπω σε απόσταση αναπνοής τους The Good, the Bad & the Queen να πραγματοποιούν ένα εντυπωσιακό και ατμοσφαιρικό live μπροστά σε ένα κοινό 700 ατόμων, στα πλαίσια της προώθησης του Merrie Land, ενός από τα πιο ενδιαφέροντα album του 2018. Πόσο μάλλον όταν οι Albarn & Simonon περιλαμβάνονται μεταξύ των προσωπικών μου μουσικών ειδώλων. Ο πρώτος, πραγματικός demon επί σκηνής, γοήτευε το κοινό με την one of a kind φωνή του, ενίοτε παίζοντας και πιάνο, ακουστική κιθάρα ή μελόντικα, ο δεύτερος σε «διαρκή χορογραφία» με το μπάσο του γέμιζε τον χώρο με τον γνωστό στιβαρό ήχο του, πατώντας πάνω στα μαγευτικά tempos του Tony Allen, ενώ ο Simon Tong με λεπτές κιθαριστικές επεμβάσεις ακριβείας τόνιζε την παλέτα των συναισθημάτων που γεννούν τα κομμάτια της μπάντας, με σκηνικό μια εξπρεσιονιστική απεικόνιση μιας παραλιακής προβλήτας.

Αφού έπαιξαν ολόκληρο το Merrie Land, επέστρεψαν στη σκηνή με αγαπημένα κομμάτια από το πρώτο τους album, ενθουσιάζοντας ακόμα περισσότερο το κοινό. Αξέχαστη εμπειρία!

Ειρήνη Σκυλακάκη
τραγουδοποιός

Damien Jurado / Λονδίνο

Την Τρίτη 6 Νοεμβρίου είχα την τύχη να δω έναν από τους αγαπημένους μου τραγουδοποιούς, τον Damien Jurado, live, στον αγαπημένο μου χώρο, το ‘Union Chapel’. Σε μία γεμάτη εκκλησία δύο ορόφων δεν ακούγεται ψίθυρος. Στην σκηνή εμφανίζεται ο Damien Jurado με την κιθάρα του, ντυμένος απλούστατα σα να θέλει να μας πει πως η μουσική του θα ταιριάξει στον ιερό χώρο, όχι η φυσική του παρουσία. Χωρίς να μας απευθύνει τον λόγο ξεκινάει και παίζει τα τρία πρώτα του τραγούδια. Τόσο ξεκάθαρα δεν ακούγονται οι στίχοι του ούτε στις ηχογραφήσεις, είναι σαν να διαπερνά την ψυχή μας με τις λέξεις του και τις μελωδίες του.

Η πρώτη του κουβέντα έχει την μορφή ‘disclaimer’, ‘I would like to warn you from the outset that I don’t see myself as an entertainer, just putting it out there’ (Γέλια) ‘you know, like these people who have memorised a script’. ‘I guess I’m not professional’. Και έτσι ήταν. Ο Jurado δεν ήταν εκεί για να περάσουμε καλά, για να παρουσιάσει ένα πρόγραμμα άρτιο με βάση τα δεδομένα της μουσικής βιομηχανίας. Ήταν εκεί για έναν πολύ ανώτερο σκοπό -για να εξυγιάνει τις ψυχές μας. Και ο κόσμος που ήταν εκεί, κουρασμένος από την απαιτητική καθημερινότητα του Λονδίνου, δεν ήταν εκεί για να χορέψει, ξεσκάσει, χαζολογήσει. Ήταν εκεί για να καλύψει μία ανάγκη πολύ πιο βαθιά.

Η συναυλία έκλεισε με το τραγούδι ‘Over Rainbows and Rainier’ και απίστευτα συγκινητική στιγμή ήταν όταν ο Jurado μας μίλησε για τον αγαπημένο του φίλο και συνάδελφο Richard Swift, ο οποίος νικήθηκε από τον αλκοολισμό και έφυγε από τη ζωή 41 χρονών, πριν από λίγους μήνες. Μας τραγούδησε ο Jurado δακρύζοντας το τραγούδι ‘The Novelist’, του αγαπημένου του φίλου.

Περισσότερα από Επίκαιρα